Ευάγγελος Θ. Χύτης
Καθηγητής εφαρμογών (PhD) Τμήματος λογιστικής & χρηματοοικονομικής, ΤΕΙ Ηπείρου
Αναβαλλόμενοι φόροι σύμφωνα με τα Ελληνικά και Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα: Η περίπτωση μεταβολής των Φορολογικών Συντελεστών
1. Εισαγωγή
Σύμφωνα με τις διατάξεις του πρόσφατα ψηφισθέντος νόμου 4308/2014 (ΦΕΚ 251) καθιερώνονται για πρώτη φορά τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα (EΛΠ) ως αποτέλεσμα της ενσωμάτωσης στο εσωτερικό δίκαιο των λογιστικών διατάξεων της Oδηγίας 34/2013 της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στο άρθρο 23 παρ. 3-4 του εν λόγω nόμου προβλέπεται ότι οι επιχειρήσεις δύνανται να αναγνωρίζουν στις Οικονομικές Καταστάσεις τους αναβαλλόμενο φόρο εισοδήματος (Α.Φ.).
Ο αναβαλλόμενος φόρος προκύπτει όταν ένα έσοδο ή ένα έξοδο αναγνωρίζεται στα αποτελέσματα χρήσεως, αλλά το φορολογικό όφελος ή η επιβάρυνση αναβάλλεται και πραγματοποιείται σε μεταγενέστερο χρόνο. Οι επιχειρήσεις πρέπει να αναγνωρίζουν όλες τις αναβαλλόμενες φορολογικές υποχρεώσεις (ΑΦΥ), ενώ οι φορολογικές απαιτήσεις (ΑΦΑ) αναγνωρίζονται στο βαθμό που είναι πιθανόν ότι θα υπάρχουν κέρδη έναντι των οποίων οι εκπιπτόμενες προσωρινές διαφορές μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Ο αναβαλλόμενος φόρος, είτε περιουσιακό στοιχείο είτε υποχρέωση, αναγνωρίζεται αρχικά και επιμετράται μεταγενέστερα στο ποσό που προκύπτει από την εφαρμογή του ισχύοντος φορολογικού συντελεστή σε κάθε προσωρινή διαφορά.
Στο παρόν άρθρο αναλύεται ο λογιστικός χειρισμός και παρουσιάζεται η επίδραση στις Οικονομικές Καταστάσεις μιας επανεκτίμησης (Revaluation Effect) των κονδυλίων των αναβαλλόμενων φόρων σε περίπτωση μεταβολής των φορολογικών συντελεστών σύμφωνα με το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο (IAS 12) «IncomeTax», στο οποίο βασίζεται και η σχετική διάταξη των ΕΛΠ.
1.1 Η επιμέτρηση των αναβαλλόμενων φόρων σύμφωνα με το IAS 12
Για την επιμέτρηση της αναβαλλόμενης φορολογίας το IAS 12 υιοθετεί σε θέματα επιμέτρησης τη μέθοδο της υποχρέωσης (Liability Method). Η Liability Method λαμβάνει υπόψη τους φορολογικούς συντελεστές (Φ.Σ.) που αναμένονται να είναι σε ισχύ κατά τη χρονική στιγμή της αντιστροφής των προσωρινών διαφορών (IAS 12.47). Σε περίπτωση αλλαγής των φορολογικών συντελεστών απαιτεί την επανεκτίμηση των υφιστάμενων αναβαλλόμενων φορολογικών θέσεων (IAS 12.60).
Η πρόβλεψη του αριθμού των περιόδων που αναμένεται να διαρκέσει η αναστροφή των προσωρινών διαφορών, καθώς και του ύψους των φορολογικών συντελεστών που θα ισχύσουν, εμπεριέχει ένα σημαντικό βαθμό υποκειμενικότητας. Η δυσκολία και η πολυπλοκότητα μιας αξιόπιστης πρόβλεψης αυξάνει επίσης σε περιπτώσεις που το ύψος των φορολογικών συντελεστών προσδιορίζεται προοδευτικά (κλιμακωτά). Υποστηρίζεται επίσης ότι σε χώρες που χαρακτηρίζονται από συχνές αλλαγές των συντελεστών φορολογίας, οι αναβαλλόμενοι φόροι καθίστανται συχνά μπαλάκι στα χέρια της δημοσιονομικής πολιτικής (Nurnberg H. ,1987, Smith & Skousen,1989).
Λόγω της σημαντικότητας του θέματος, ιδιαίτερα σε περιόδους οικονομικής κρίσης και δημοσιονομικής ανισορροπίας, εμβαθύνουμε στη συνέχεια σε θέματα επιμέτρησης των αναβαλλόμενων φορολογικών θέσεων σε περίπτωση αλλαγής των φορολογικών συντελεστών.
1.2 Ο χρησιμοποιούμενος φορολογικός συντελεστής
Οι αναβαλλόμενες φορολογικές θέσεις Ενεργητικού (ΑΦΑ) και Παθητικού (ΑΦΥ) επιμετρούνται στο τέλος κάθε περιόδου με τους φορολογικούς συντελεστές που αναμένονται να ισχύουν την χρονική περίοδο που θα ανακτηθεί το περιουσιακό στοιχείο (ΑΦΑ) ή θα τακτοποιηθεί η υποχρέωση (ΑΦΥ), λαμβάνοντας υπόψη τους φορολογικούς συντελεστές1 που έχουν θεσπιστεί (enacted) ή ουσιωδώς θεσπιστεί (substantially enacted), μέχρι την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού (IAS 12.47).
Η λογιστική αξία των αναβαλλόμενων φορολογικών θέσεων (ΑΦΑ/ΑΦΥ) επανεκτιμάται σε κάθε ημερομηνία κλεισίματος ισολογισμού όπου αναγνωρίζονται ή αναστρέφονται προσωρινές διαφορές. Αυτό μπορεί να προκύψει σε περίπτωση αλλαγής των φορολογικών συντελεστών2, επαναξιολόγησης της εισπραξιμότητας των φορολογικών απαιτήσεων, αλλαγής του τρόπου ανάκτησης της απαίτησης (π.χ. κεφαλαιουχικά κέρδη έναντι φορολογικών κερδών). Η εταιρεία θα πρέπει επίσης σε κάθε ημερομηνία σύνταξης των οικονομικών καταστάσεων να επανεκτιμά την ανακτησιμότητα των υφιστάμενων αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων και τη δυνατότητα αξιοποίησης μελλοντικών ωφελειών από φόρους (π.χ. από Φορολογικές Ζημίες εις Νέον) και να προβαίνει στις απαραίτητες προσαρμογές των σχετικών κονδυλίων.
Σε περίπτωση λοιπόν μεταβολής των Φ.Σ., οι αναβαλλόμενες φορολογικές θέσεις του ισολογισμού (ΑΦΑ/ΑΦΥ) επενεκτιμώνται και οι διαφορές (Revaluation Effect) προσαυξάνουν ή μειώνουν αντίστοιχα το κόστος του φόρου που βαρύνει τα αποτελέσματα με τη μορφή του αναβαλλόμενου φόρου – εξόδου/εσόδου (IAS 12.58-60). Ειδικότερα, σε περίπτωση που οι αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις του ισολογισμού υπερισχύουν των υποχρεώσεων (ΑΦΑ>ΑΦΥ), μια αύξηση του Φ.Σ. προκαλεί αύξηση του Ενεργητικού (Λογαριασμός Μακροπρόθεσμων Απαιτήσεων) και των Αποτελεσμάτων μετά Φόρων (αναβαλλόμενος φόρος – έσοδο). Εάν αντιθέτως έχουμε υπεροχή των ΑΦΥ, μία αύξηση του Φ.Σ. προκαλεί αύξηση του Παθητικού (Λογαριασμός Μακροπρόθεσμων Υποχρεώσεων) και μείωση των καθαρών Αποτελεσμάτων (αναβαλλόμενος φόρος – έσοδο). Σε περίπτωση μείωσης του Φ.Σ. καταγράφονται ακριβώς τα αντίθετα αποτελέσματα, δηλαδή στην πρώτη περίπτωση (ΑΦΑ>ΑΦΥ) μείωση του Ενεργητικού και των μετά φόρων Αποτελεσμάτων ενώ στην δεύτερη (ΑΦΑ<ΑΦΥ) μείωση του Παθητικού και αύξηση των Αποτελεσμάτων μετά φόρων.
2. Πρακτική εφαρμογή του λογιστικού χειρισμού μιας μεταβολής των φορολογικών συντελεστών
Το ερώτημα σε ποιο βαθμό οι χρήστες των οικονομικών καταστάσεων (αναλυτές, επενδυτές, εποπτικές αρχές κ.λπ.) είναι σε θέση να αντιληφθούν και να εκτιμήσουν τις πιθανές επιπτώσεις μιας μεταβολής των φορολογικών συντελεστών στην κερδοφορία και τη χρηματιστηριακή αποτίμηση των επιχειρήσεων δεν φαίνεται να έχει απαντηθεί ικανοποιητικά μέχρι σήμερα3.
2.1 Η περίπτωση μείωσης των φορολογικών συντελεστών
Στα παραδείγματα που ακολουθούν παρουσιάζεται και αναλύεται πώς μια μείωση των Φ.Σ. επιδρά στα κονδύλια των αναβαλλόμενων φορολογικών θέσεων4 (μηχανισμός επιμέτρησης) καθώς και η επίπτωσή της –μέσω του αναβαλλόμενου φόρου – έξοδο/έσοδο– στα καθαρά Αποτελέσματα. Για λόγους απλοποίησης θεωρούμε ότι η υποθετική εταιρεία εμφανίζει μόνο αναβαλλόμενες φορολογικές υποχρεώσεις (ΑΦΥ).
Στο Γράφημα 1 παρουσιάζονται τα χρονικά σημεία (περίοδοι) και οι φάσεις (ωρίμανσης – αντιστροφής) των Προσωρινών Διαφορών, κατά τις οποίες θα μπορούσε να συμβεί μια αλλαγή των Φ.Σ.
Σύμφωνα με το IAS 12.47, καθοριστικό χρονικό σημείο για το ποιες αναβαλλόμενες φορολογικές θέσεις θα πρέπει να επιμετρηθούν δεν είναι η ημερομηνία που οι νέοι συντελεστές ισχύουν για τα φορολογητέα κέρδη αλλά η ημερομηνία που αυτοί θεσπίζονται, τυπικά (enacted)6 ή ουσιωδώς (substantially enacted). Μια αλλαγή του Φ.Σ. θα μπορούσε, κατά συνέπεια, να προκύψει σε μία από τις φάσεις ωρίμανσης των προσωρινών διαφορών, δηλαδή στην ανοδική, την φάση αντιστροφής ή την καθοδική.
Με βάση τα ανωτέρω, θα μπορούσαμε να έχουμε (ενδεικτικά και όχι περιοριστικά ) τα παρακάτω σενάρια:
α. Θέσπιση των νέων Φ.Σ. στην περίοδο (4) και άμεση εφαρμογή τους (αναδρομικά) στα φορολογικά κέρδη της περιόδου (4).
β. Θέσπιση των νέων Φ.Σ. στην περίοδο (4) με εφαρμογή τους όμως στα φορολογικά κέρδη της επόμενης περιόδου (5) – αντιστροφής7.
γ. Θέσπιση των νέων Φ.Σ. στην περίοδο (5) και εφαρμογή τους στα φορολογικά κέρδη της περιόδου (5).
Στην προσέγγισή μας θα αναλύσουμε τα σενάρια (α) και (β), λόγω της πολυπλοκότητας που παρουσιάζουν.
2.1.1 Θέσπιση νέων φορολογικών συντελεστών στην τρέχουσα περίοδο και εφαρμογή στα φορολογητέα κέρδη της περιόδου
Στο σενάριο αυτό εξετάζουμε την περίπτωση που στο τέλος της 4ης περιόδου (ανοδική φάση) έχουμε π.χ. την ψήφιση νόμου ο οποίος προβλέπει μια μείωση του Φ.Σ. κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες, με αναδρομική ισχύ για τα κέρδη της κλειομένης περιόδου (4). Θεωρούμε ότι το σύνολο των προσωρινών διαφορών (Temporary Differences) προέρχεται από τη διαφορά ανάμεσα στις φορολογικές (Tax) και τις λογιστικές (IFRS) αποσβέσεις Ενσώματων Παγίων. Η αρχική φορολογική και λογιστική βάση των Παγίων είναι 500 Νομισματικές Μονάδες (Ν.Μ.), ενώ η ωφέλιμη ζωή τους είναι πέντε και δέκα έτη αντίστοιχα. Ο Φ.Σ. παραμένει αμετάβλητος στο 39% στις περιόδους 1-3 και μειώνεται στο 29% κατά την 4η περίοδο, με ισχύ και για τα κέρδη της περιόδου.
Για να γίνει ευκολότερα κατανοητή η σύνθετη λειτουργία της αναβαλλόμενης φορολογίας και η συνολική επίδραση στα αποτελέσματα μιας αλλαγής του Φ.Σ., την προσεγγίζουμε σε δύο στάδια. Αρχικά, λόγω της αναδρομικής ισχύος του Φ.Σ., η αναβαλλόμενη φορολογική υποχρέωση (ΑΦΥ) στην αρχή της 4ης περιόδου, ύψους 58, 5 Ν.Μ.8, αναπροσαρμόζεται (μειώνεται) κατά 15 Ν.Μ.9 και διαμορφώνεται σε 43,50 Ν.Μ.
Η διαφορά επανεκτίμησης «αναβαλλόμενος φόρος – έσοδο» μειώνει ισόποσα το κόστος του φόρου στα Αποτελέσματα κατά 15 Ν.Μ. Στο τέλος της 4ης περιόδου έχουμε όμως αύξηση των φορολογητέων προσωρινών διαφορών κατά 50 Ν.Μ. (από 150 σε 200 Ν.Μ.), η οποία προκαλεί αύξηση των ΑΦΥ κατά 14,5 Ν.Μ., και ισόποσα το κόστος του Φόρου στα Αποτελέσματα «αναβαλλόμενος φόρος – έξοδο». Η συνολική καθαρή επίδραση (μείωση) του κόστους του φόρου στα Αποτελέσματα ανέρχεται σε 0,50 Ν.Μ. και προκύπτει από τον συμψηφισμό των αναβαλλόμενων φόρων – έσοδο – έξοδο10.
Η συνολική φορολογική επιβάρυνση (ΣΦΕ) μειώνεται αρχικά στην περίοδο 4 από 370,5 Ν.Μ. σε 260 Ν.Μ., αυξάνει στη συνέχεια σε 275,5 Ν.Μ. και παραμένει σταθερή για τις περιόδους (5 έως 10). Η μείωση των Φ.Σ. με αναδρομική ισχύ στην περίοδο 4 οδηγεί σε μείωση της ΣΦΕ και προκαλεί θετική επίδραση στα Αποτελέσματα Μετά Φόρων (ΑΜΦ) κατά 110 Ν.Μ. (370,50 – 260,50).
Η μείωση του φόρου κατά 110 Ν.Μ. προέρχεται κατά 15 Ν.Μ. από την επανεκτίμηση των αναβαλλόμενων φορολογικών θέσεων αρχής (επανεκτίμηση ΑΦΥ – αρχής), κατά 5 Ν.Μ. από τη μείωση του «αναβαλλόμενου φόρου – έξοδο» (50Ν.Μ.*10%) και κατά 90 Ν.Μ. από τη μικρότερη επιβάρυνση για «τρέχοντα φόρο» λόγω μείωσης του Φ.Σ. κατά 10% (κέρδη 900 N.M.*10%). Στις περιόδους που ακολουθούν (5-10) η συνολική θετική επίπτωση στα Αποτελέσματα περιορίζεται στο ποσό των 95 Ν.Μ. Στην 5η περίοδο το ποσό προέρχεται ομοίως κατά 90 Ν.Μ. από τη μικρότερη φορολογική επιβάρυνση (τρέχων φόρος), ενώ οι 5 Ν.Μ. εξοικονομούνται από τη μείωση του «αναβαλλόμενου φόρου – έξοδο» που αντιστοιχεί στην αύξηση κατά 50 Ν.Μ. των φορολογητέων προσωρινών διαφορών(από την περίοδο 4 στην 5). Για τις περιόδους 6-10 η θετική επίπτωση 95 Ν.Μ. προκύπτει από την κατά 100 Ν.Μ. εξοικονόμηση στον τρέχοντα φόρο (φορολογητέα κέρδη από 900 Ν.Μ. σε 1.000 Ν.Μ.), μειώνεται όμως λόγω καταγραφής χαμηλότερου θετικού αναβαλλόμενου φόρου – έσοδο κατά 5 Ν.Μ. λόγω μείωσης τους Φ.Σ. κατά 10% (ΑΦΥ 50 Ν.Μ.*10%).
2.1.2 Θέσπιση νέων φορολογικών συντελεστών στην τρέχουσα περίοδο και εφαρμογή στα φορολογητέα κέρδη της επόμενης
Στο σενάριο αυτό εξετάζουμε την περίπτωση που στο τέλος της περιόδου 4 έχουμε ψήφιση νόμου ο οποίος προβλέπει μια μείωση του Φ.Σ. κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες, με ισχύ όμως στα φορολογητέα κέρδη της επόμενης (5). Oι προσωρινές διαφορές στην αρχή της 4ης περιόδου πρέπει να επανεκτιμηθούν με τον νέο (μειωμένο) Φ.Σ., διότι έχουμε ψήφιση (θέσπιση) του νόμου (IAS 12.47) στην περίοδο 4. Η εφαρμογή των νέων Φ.Σ. ξεκινά από τα φορολογητέα κέρδη της επόμενης περιόδου (5). Στην περίπτωση αυτή πρέπει να χρησιμοποιηθούν στην ίδια χρήση δύο διαφορετικοί Φ.Σ. Ο υπολογισμός του τρέχοντα φόρου της περιόδου θα γίνει με τον Φ.Σ. που είναι σε ισχύ στην περίοδο (39%), ενώ η οι αναβαλλόμενες φορολογικές θέσεις επιμετρώνται με τον μελλοντικό (για τα φορολογικά) αλλά ήδη θεσπισμένο (για τα λογιστικά κέρδη) Φ.Σ. (29%).
Όσον αφορά τη συμμετοχή των αναβαλλόμενων φορολογικών θέσεων στη συνολική επίδραση στα Αποτελέσματα δεν έχουμε καμία διαφοροποίηση σε σύγκριση με το προηγούμενο σενάριο. Το τελικό ύψος της είναι 0,5 Ν.Μ. και εκφράζεται μέσω του κονδυλίου στα Αποτελέσματα «αναβαλλόμενος φόρος – έσοδο». Το συνολικό όμως κόστος του φόρου υποχωρεί στην περίοδο 4 σε 350,5 Ν.Μ. από 370,50 κατά την προηγούμενη, καταγράφοντας μια μείωση μόνο 20 Ν.Μ. Την 5η περίοδο η επιβάρυνση του φόρου στα Αποτελέσματα διαμορφώνεται σε 275,50 Ν.Μ. και διατηρείται σταθερή σε όλες τις επόμενες περιόδους (6-10), για τους ίδιους λόγους που αναλύθηκαν στο προηγούμενο σενάριο.
Σύνοψη
Μια μεταβολή των φορολογικών συντελεστών μπορεί να έχει σημαντική επίπτωση στην καθαρή κερδοφορία, στην κεφαλαιακή δομή και κατ’ επέκταση στον υπολογισμό μιας σειράς αριθμοδεικτών αποδοτικότητας και μόχλευσης. Το μέγεθος της επανεκτίμησης (Revaluation Effect) εξαρτάται από το ποσοστό μεταβολής των Φ.Σ. και από το ύψος (ανοδική/καθοδική φάση) των κονδυλίων των αναβαλλόμενων φόρων (ΑΦΑ/ΑΦΥ) κατά τη χρονική στιγμή που εφαρμόζονται.
Μια αύξηση των Φ.Σ. ευνοεί εταιρείες που διαθέτουν σημαντικές αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις (ΑΦΑ), διότι ενισχύει το Ενεργητικό και την κερδοφορία τους, ενώ αντίθετα συρρικνώνει τα αποτελέσματα και αυξάνει τις μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις εταιρειών με αναβαλλόμενες φορολογικές θέσεις παθητικού (ΑΦΥ). Μια μείωση των Φ.Σ. επιφέρει ακριβώς τα αντίθετα αποτέλεσμα. Το γεγονός αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει επιχειρήσεις ή και κλάδους σε συμπεριφορές τύπου «lobbying»11 υπέρ ή κατά μιας φορολογικής μεταρρύθμισης ανάλογα με το εάν βελτιώνεται ή όχι η εικόνα του ισολογισμού τους.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Η τελευταία φορολογική μεταρρύθμιση έγινε με τον Ν. 4110/2013 (ΦΕΚ 17Α/23-1-2013) και προέβλεπε αύξηση του Φ.Σ. εταιρικών κερδών κατά 6%.
2. Σχετική είναι η Διερμηνεία αρ. 25 «Φόροι εισοδήματος – Μεταβολές στο φορολογικό καθεστώς μιας επιχείρησης ή των μετόχων της». Οι μεταβολές των λογιστικών πολιτικών λογιστικοποιούνται σύμφωνα με το IAS 8.
3. Βλ. Chen & Schoderbek (2000), Chenetal (2003: 333), Raedy et al. (2011: 16), Givoly & Hayn (1992).
4. Διαφορές επανεκτίμησης από Α.Φ. θέσεις οι οποίες κατά τη δημιουργία τους καταχωρήθηκαν στην Καθαρή Θέση λογιστικοποιούνται στην Καθαρή Θέση (IAS 12.60).
5. Για τον υπολογισμό της αναβαλλόμενης φορολογίας έχει εφαρμοσθεί Φ.Σ. 40%.
6. Στην περίπτωση αυτή ως ουσιαστική θέσπιση θεωρείται η δημοσίευση του νόμου στο ΦΕΚ (23/01/2013).
7. Παρόμοιοι συνδυασμοί θα μπορούσαν να γίνουν και για την περίοδο 6 – καθοδική φάση.
8. Είχε υπολογιστεί σε Προσωρινές Διαφορές 150 Ν.Μ. με Φ.Σ. 39%.
9. Λόγω επανεκτίμησης των υφιστάμενων στην αρχή της χρήσης Φορολογητέων Προσωρινών Διαφορών με τον μειωμένο κατά 10% Φ.Σ.
10. Ο υπολογισμός της επίπτωσης μπορεί να γίνει χρησιμοποιώντας τα σωρευτικά ποσά. Οι Προσωρινές Διαφορές στο τέλος της 4ης περιόδου ανέρχονται σε 200 Ν.Μ. και σε αυτές αντιστοιχεί ΑΦΥ ύψους 58 Ν.Μ. Η προβλεπόμενη αναπροσαρμογής της ΑΦΥ απαιτεί μια μείωση (χρέωση) της υφιστάμενης ΑΦΥ – αρχής κατά 0,5 Ν.Μ., μέσω των Αποτελεσμάτων ως «αναβαλλόμενος φόρος – έσοδο» (πίστωση).
11. Βλέπε Poterba et al. (2011).
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Chen, K. C., & Schoderbek, M. P. (2000). The 1993 tax rate increase and deferred tax adjustments: A test of functional fixation. Journal of Accounting Research, 38.
Chen, K. C., Danielson, M. G., & Schoderbek, M. P. (2003). Analysts’ interpretation of transitory earnings components: Evidence from forecast revisions after disclosure of the 1993 deferred tax adjustment. Journal of Accounting, Auditing & Finance, 18(3), 333-353.
Chytis, E., Koumanakos, E. and Siriopoulos, C. (2013), “Deferred Tax Positions under the prism of financial crisis and the effects of a corporate tax reform”, 12th Annual Conference of the Hellenic Finance and Accounting Association (H.F.A.A.), University of Macedonia, Thessaloniki , December 2013, [online] http://www.hfaa.gr
Givoly, D., & Hayn, C. (1992). The valuation of the deferred tax liability: evidence from the stock market. Accounting Review, 394-410.
IAS 12 Income Taxes: Recognition of Deferred Tax Assets for Unrealised Losses, London 2014, http://www.ifrs.org/Current-Projects/IASB-Projects/Pages/IASB-Work-Plan.aspx [πρόσβαση 8/7/2014].
Nurnberg, H. (1987). Changes in Tax Rates under the Deferred and Liability Methods of Interperiod Tax Allocation. Accounting Horizons, 1(3), 59–65.
Poterba, J. M., Rao, N. S., & Seidman, J. K. (2011). Deferred Tax Positions and Incentives for Corporate Behavior Around Corporate Tax Changes. National Tax Journal, 64(1), 27-58.
Raedy, J. (2011). Corporate Tax Reform, Deferred Taxes, and the Immediate Effect on Book Profits, Unpublished paper, University of North Carolina, http://ssrn.com/abstract=1885695 [πρόσβαση 17/3/2013].
Smith, J. M. & Skousen, F. K. (1989). Accounting for Income Taxes and Statement of Cash Flows, 9th Edition.
Γρηγοράκος, Θ. (2003). ΔΛΠ 12: «Φόροι εισοδήματος. Το σύστημα των αναβαλλόμενων φόρων και τα μειονεκτήματά του», Δελτίο Φορολογικής Νομοθεσίας, Τόμος 57, Μέρος Α›, Τεύχος 1284, σελ. 1477-1485, Μέρος Β›, Τεύχος 1285, σελ.1549-1560, 2003