Το Πρότυπο για τις Αναθέσεις Επισκοπήσεων Περιορισμένης Διασφάλισης
μετάφραση: μαρία τυροβολά
γραφείο διεθνών σχέσεων σοελ.
Η παγκόσμια αγορά υπηρεσιών διασφάλισης για τις μικρού και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις (ΜμΕ) αλλάζει. Καθώς η εξαίρεση των ΜμΕ από τον έλεγχο των οικονομικών καταστάσεων γίνεται όλο και πιο διαδεδομένη, η ζήτηση για διασφάλιση μη ελεγκτικών και συναφών υπηρεσιών αυξάνεται. Οι μικρές και μεσαίες λογιστικές επιχειρήσεις βρίσκονται στην ιδανική θέση για να βοηθήσουν τους πελάτες τους, που είναι ΜμΕ, να καθορίσουν το επίπεδο διασφάλισης επί των οικονομικών καταστάσεων που καλύπτει καλύτερα τις ανάγκες τους και για το λόγο αυτό πρέπει να είναι προετοιμασμένες να ανταποκριθούν αναλόγως.
Το Διεθνές Πρότυπο Αναθέσεων Επισκοπήσεων (ISRE) 2400 (Αναθεωρημένο) με τίτλο: «Αναθέσεις επισκόπησης ιστορικών οικονομικών καταστάσεων» του Συμβουλίου Διεθνών Προτύπων Ελέγχου και Προτύπων Διασφάλισης (IAASB), εκδόθηκε το Σεπτέμβριο του 2012 και μπορεί να βοηθήσει1. Η πρώτη εφαρμογή του προτύπου αφορά τις περιόδους που λήγουν την ή μετά την 31η Δεκεμβρίου 2013. Το αναθεωρημένο πρότυπο περιλαμβάνει πρόσθετες απαιτήσεις και επιπλέον καθοδήγηση, προωθώντας μια σαφέστερη αντίληψη της φύσης της εργασίας επισκόπησης.
Επί της ουσίας μίας ανάθεσης επισκόπησης
Η επισκόπηση είναι μια ανάθεση περιορισμένης διασφάλισης, πράγμα που σημαίνει ότι παρέχει ένα επίπεδο διασφάλισης μεταξύ αυτού του ελέγχου των οικονομικών καταστάσεων (εύλογη ανάθεση διασφάλισης) και της ανάθεσης κατάρτισης χρηματοοικονομικών αναφορών (η ανάθεση αυτή δεν παρέχει καμία διασφάλιση). Το ISRE 2400 (Αναθεωρημένο) έχει σχεδιαστεί όχι μόνο για να παρέχει ένα αποτελεσματικό και συνεπές επίπεδο περιορισμένης διασφάλισης επί των οικονομικών καταστάσεων αλλά και για να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική παροχή της υπηρεσίας, ανάλογα με την πολυπλοκότητα των υπό επισκόπηση οικονομικών καταστάσεων.
Οι ΜμΕ που δεν απαιτούν υποχρεωτικό έλεγχο των οικονομικών καταστάσεών τους μπορεί να εξακολουθούν να θέλουν κάποιο βαθμό ανεξάρτητης διασφάλισης για την αύξηση της αξιοπιστίας τους. Στην περίπτωση αυτή η επισκόπηση μπορεί να αποτελέσει την ιδανική λύση. Επιπλέον, δεδομένου ότι η ένταση της εργασίας που αφορά την εκτέλεση μιας ανάθεσης επισκόπησης είναι γενικά μικρότερη από αυτή για τη διενέργεια ενός ελέγχου οικονομικών καταστάσεων, η επισκόπηση θα πρέπει να είναι πιο οικονομικά αποδοτική επιλογή.
Πότε πρέπει να διενεργείται επισκόπηση
Σύμφωνα με το πρότυπο, ένας επαγγελματίας μπορεί να διενεργήσει επισκόπηση επί οικονομικών καταστάσεων μόνο όταν υπάρχει ορθολογικός σκοπός και όταν η ανάθεση επισκόπησης κρίνεται σκόπιμη για την περίσταση. Τι αποτελεί ορθολογικό σκοπό; Ένα κοινό παράδειγμα είναι η περίπτωση κατά την οποία μια επισκόπηση, σε αντίθεση με έναν έλεγχο οικονομικών καταστάσεων, θα ικανοποιήσει τους νομικούς ή κανονιστικούς σκοπούς αναφοράς. Μία ανάθεση χωρίς ορθολογικό σκοπό, για παράδειγμα, υφίσταται όταν υπάρχει σημαντικός περιορισμός στο πεδίο του έργου τού ασκούντος το επάγγελμα σε περίπτωση όπου η διοίκηση περιορίζει αδικαιολόγητα την υποβολή διερευνητικών ερωτημάτων από τον ασκούντα το επάγγελμα σε συγκεκριμένα άτομα.
Πότε μία ανάθεση επισκόπησης θεωρείται «κατάλληλη για τις περιστάσεις»; Όταν ένας επαγγελματίας πιστεύει ότι ο κίνδυνος μιας ανάθεσης μπορεί να ελαχιστοποιηθεί σε αποδεκτό επίπεδο. Η επισκόπηση δεν μπορεί να είναι η ενδεδειγμένη, για παράδειγμα, για σύνθετες οντότητες, όπως οι τράπεζες ή οι ασφαλιστικές εταιρείες, όταν οι ερωτήσεις και οι αναλυτικές διαδικασίες από μόνες τους δεν μπορούν να ελαττώσουν επαρκώς τον κίνδυνο της ανάθεσης. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η ανάθεση τακτικού ελέγχου μάλλον είναι καταλληλότερη.
Απαιτήσεις
Δεδομένου ότι η ανάθεση επισκόπησης έχει σκοπό να παρέχει περιορισμένη διασφάλιση, με ποιο τρόπο οι ασκούντες το επάγγελμα θα γνωρίζουν πότε έχουν αρκετά στοιχεία για να υποστηρίξουν ένα συμπέρασμα; Καταρχήν, ας δούμε το ίδιο το συμπέρασμα, το οποίο σε μη τροποποιημένη μορφή του αναφέρει: «Με βάση την επισκόπησή μας, δεν έχει περιέλθει στην αντίληψή μας οτιδήποτε θα μας οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι οι οικονομικές καταστάσεις δεν παρουσιάζουν εύλογα, από κάθε ουσιώδη άποψη…» Κάποιος που δεν γνωρίζει το πρότυπο μπορεί να υποθέσει ότι ένας επαγγελματίας θα μπορούσε να εκφράσει αυτό το συμπέρασμα χωρίς να έχει κάνει τίποτα, δηλαδή, τίποτα δεν βρέθηκε, αλλά τίποτα δεν έγινε. Αυτό είναι το αντίθετο από αυτό που απαιτείται από το πρότυπο. Συγκεκριμένα, το πρότυπο απαιτεί ότι:
• Κάθε ασκών το επάγγελμα που διενεργεί επισκόπηση πρέπει να συμμορφώνεται με κανόνες δεοντολογίας εξίσου απαιτητικούς τουλάχιστον με αυτούς του Κώδικα Δεοντολογίας για Επαγγελματίες Λογιστές της IFAC (εφεξής ο Κώδικας), που εκδίδεται από το Συμβούλιο Διεθνών Προτύπων Δεοντολογίας για Ελεγκτές – Λογιστές, και η εταιρεία του ασκούντος το επάγγελμα πρέπει να εφαρμόζει πρότυπα δικλίδων ποιότητας εξίσου απαιτητικά τουλάχιστον με εκείνα που απαιτούνται από το ISQC 12.
• Ο ασκών το επάγγελμα πρέπει να αποκτήσει κατανόηση επί της οντότητας και του εφαρμοστέου πλαισίου χρηματοοικονομικής αναφοράς, τουλάχιστον στους τομείς που απαιτούνται από το πρότυπο και αρκούν για να εντοπιστούν οι τομείς όπου είναι πιθανό να υπάρχουν ουσιώδη σφάλματα, και
• Ο επαγγελματίας πρέπει να διενεργήσει τις διαδικασίες ερωτήσεων και αναλυτικών διαδικασιών για κάθε ουσιώδες κονδύλι των οικονομικών καταστάσεων, με έμφαση στα ουσιώδη σφάλματα που είναι πιθανό να προκύψουν.
Ο εταίρος ανάθεσης πρέπει να έχει ικανότητα και επάρκεια δεξιοτήτων και τεχνικών χρηματοοικονομικής αναφοράς ανάλογα με τις περιστάσεις της ανάθεσης. Ως εκ τούτου, ο εταίρος ανάθεσης πρέπει να διαθέτει μια στερεή βάση γνώσεων και κατανόησης επί της οποίας θα βασίζονται οι διαδικασίες επισκόπησης, ώστε να εξασφαλιστεί ότι αυτές είναι αποτελεσματικές και παράγουν επαρκή και κατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία για εξαγωγή συμπεράσματος. Αυτό προσθέτει όχι μόνο σημαντικό κύρος στο συμπέρασμα αλλά και σημαντικό επίπεδο διασφάλισης.
Διαδικασίες ανάθεσης επισκόπησης
Το πρότυπο απαιτεί από έναν επαγγελματία να σχεδιάσει τις ερωτήσεις και τις αναλυτικές διαδικασίες για την αντιμετώπιση όλων των σημαντικών κονδυλίων στις οικονομικές καταστάσεις και να επικεντρωθεί σε τομείς όπου είναι πιθανό να παρουσιαστούν ουσιώδη σφάλματα. Υπάρχουν, επίσης, δυνητικές απαιτήσεις που ένας επαγγελματίας πρέπει να γνωρίζει σχετικά με τα συνδεδεμένα μέρη μιας οντότητας, τη δυνατότητα συνέχισης της επιχειρηματικής της δραστηριότητας, την απάτη και τη μη συμμόρφωσή της με τους νόμους και τους κανονισμούς. Το βάθος των ερωτήσεων και αναλυτικών διαδικασιών είναι αυτό που απαιτείται από έναν έμπειρο επαγγελματία με κατανόηση της οικονομικής οντότητας. Οι διαδικασίες πρέπει να παράγουν επαρκή και κατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία για την εξαγωγή του συμπεράσματος που απαιτεί η σχετική έκθεση. Το πρότυπο έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε, εάν δεν έχει περιέλθει στην αντίληψη του ασκούντος το επάγγελμα ενδεχόμενο ουσιώδες σφάλμα, τότε η υποβολή ερωτήσεων καθώς και η διενέργεια αναλυτικών και άλλων διαδικασιών για ειδικές περιστάσεις μπορεί να είναι επαρκής. Δεν υπάρχει καμία απαίτηση για εκτενέστερο έργο.
Σημειώστε, ωστόσο, ότι ο ασκών το επάγγελμα μπορεί να εκτελέσει άλλες διαδικασίες, εκτός από τις διερευνητικές και αναλυτικές διαδικασίες, όπως, για παράδειγμα, παρατήρηση ή επιβεβαίωση, σε οποιοδήποτε σημείο της ανάθεσης. Αυτό αποτελεί θέμα επαγγελματικής κρίσης. Η εκτέλεση αυτών των διαδικασιών δεν μετατρέπει την ανάθεση επισκόπησης σε τακτικό έλεγχο –ένας έλεγχος βασίζεται σε μια εντελώς διαφορετική δομή, εκείνη της εκτίμησης των κινδύνων, της αντιμετώπισης των κινδύνων που έχουν εντοπιστεί, καθώς και των πιο ολοκληρωμένων διαδικασιών, ενώ ο στόχος της ανάθεσης επισκόπησης είναι η παροχή περιορισμένης διασφάλισης στις οικονομικές καταστάσεις ως σύνολο.
Πρόσθετες διαδικασίες επισκόπησης και αναφοράς
Μπορεί να ισχύει ότι, κατά την επαγγελματική κρίση του ασκούντος το επάγγελμα, οι έρευνες και οι αναλυτικές διαδικασίες είτε δεν παρέχουν επαρκή στοιχεία για την εξαγωγή συμπεράσματος επί των οικονομικών καταστάσεων είτε κάτι έχει περιέλθει σε γνώση του ασκούντος το επάγγελμα που να υποδεικνύει ότι οι οικονομικές καταστάσεις μπορεί να είναι ουσιωδώς ανακριβείς.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, πρόσθετες διαδικασίες πρέπει να πραγματοποιηθούν για να επιλυθεί το ζήτημα. Και πάλι, η επαγγελματική κρίση για την επιλογή αυτών των διαδικασιών είναι κρίσιμη.
Οι επιπρόσθετες διαδικασίες θα οδηγήσουν τον ασκούντα το επάγγελμα είτε:
• στο συμπέρασμα ότι το θέμα δεν ενδέχεται να προκαλέσει ουσιώδες σφάλμα στις οικονομικές καταστάσεις, είτε
• στο συμπέρασμα ότι το θέμα έχει προκαλέσει ουσιώδες σφάλμα στις οικονομικές καταστάσεις ως σύνολο, περίπτωση κατά την οποία το εν λόγω σφάλμα πρέπει να αναφέρεται στην έκθεση του ασκούντος το επάγγελμα, είτε
• σε θέση αδυναμίας να εξάγει συμπέρασμα σχετικά με το ενδεχόμενο ουσιώδους σφάλματος, περίπτωση κατά την οποία ο περιορισμός πεδίου του ελέγχου πρέπει να αναφέρεται στην έκθεση του ασκούντος το επάγγελμα.
Μία ανάθεση επισκόπησης είναι μια σημαντική υπηρεσία, που παρέχει ένα ουσιαστικό επίπεδο διασφάλισης, αυξάνει την αξιοπιστία των οικονομικών καταστάσεων και βοηθά στην κάλυψη των αναγκών μιας μεταβαλλόμενης αγοράς. Το ISRE 2400 (Αναθεωρημένο) έχει σχεδιαστεί για να αποτελέσει ένα παγκοσμίως αποδεκτό σημείο αναφοράς για την ανάληψη τέτοιων αναθέσεων. Αν το διαβάσετε, θα καταλάβετε γιατί.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Το ISRE 2400 (Αναθεωρημένο) ακολουθεί την κυκλοφορία στις αρχές του 2012 του Διεθνούς Προτύπου Συναφών Υπηρεσιών (ISRS) 4410 (Αναθεωρημένο) «Κατάρτιση χρηματοοικονομικών αναφορών», ενός προτύπου που καλύπτει επίσης τις υπηρεσίες που ικανοποιούν τις ιδιαίτερες ανάγκες των ΜμΕ.
2. Διεθνές Πρότυπο Δικλίδων Ποιότητας (ISQC) 1, «Δικλίδες ποιότητας για τις λογιστικές επιχειρήσεις που διενεργούν ελέγχους και επισκοπήσεις οικονομικών καταστάσεων, καθώς και άλλες αναθέσεις διασφαλίσεων και συναφών υπηρεσιών».
Copyright © Νοέμβριος 2012 από τη Διεθνή Ομοσπονδία Λογιστών (IFAC). Όλα τα δικαιώματα διατηρούνται. Χρησιμοποιείται με άδεια της IFAC. Επικοινωνία στο permissions@ifac.org για αίτηση άδειας αναπαραγωγής, αποθήκευσης ή μετάδοσης α