• Σήμερα είναι: Πέμπτη, 12 Σεπτεμβρίου, 2024
Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΛΟΓΙΣΤΩΝ ΣΤΙΣ ΣΗΜΕΡΙΝΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ: ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ

Μετάφραση: Μαρία Τυροβολά
ΓΡΑΦΕΙΟ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΣΩΜΑΤΟΣ ΟΡΚΩΤΩΝ ΕΛΕΓΚΤΩΝ ΛΟΓΙΣΤΩΝ (ΣΟΕΛ)

Δήλωση Αρχών Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Ελεγκτών – Λογιστών (FEE)

Η παρούσα δήλωση αρχών πολιτικής απευθύνεται πρωτίστως και κυρίως στα Ινστιτούτα – μέλη της FEE, ώστε να την προωθήσουν στα μέλη τους, είτε είναι λογιστές σε επιχειρήσεις ή ελεγκτές ή άλλοι, προσφέροντας μια χρήσιμη υπενθύμιση σχετικά με επίκαιρα θέματα για το καθημερινό έργο τους. Έχει επίσης σχεδιαστεί για να προσελκύσει το ενδιαφέρον ενός ευρύτερου ακροατηρίου, συμπεριλαμβανομένων των λογιστών στο δημόσιο τομέα, των ρυθμιστικών αρχών και των φορέων χάραξης πολιτικής, προκειμένου να τους ενημερώσει και να συμβάλει στην επιτυχή εκπλήρωση των καθηκόντων τους στο ισχύον οικονομικά δύσκολο περιβάλλον. Εμείς επίσης πιστεύουμε ότι η δήλωση αρχών πολιτικής αποδεικνύει τον κρίσιμο ρόλο που διαδραματίζουν οι επαγγελματίες λογιστές για την ενίσχυση της διαφάνειας και της εμπιστοσύνης στην αγορά.

 

Εισαγωγή

Η Ευρώπη διέρχεται μια βαθιά και πρωτόγνωρη κρίση, που αφορά κυρίως τις χρηματοπιστωτικές αγορές, τα δημόσια οικονομικά και την οικονομία γενικότερα. Οι κοινωνικές επιπτώσεις της κρίσης είναι δραματικές και με τη σειρά τους έχουν οδηγήσει στην αποσταθεροποίηση των πολιτικών συστημάτων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και στην αύξηση των διερευνητικών ερωτημάτων σχετικά με την Ευρωπαϊκή Νομισματική Ένωση και τη διακυβέρνηση της Ε.Ε., ίσως ακόμη και αυτού καθ’ αυτού του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Η εμπιστοσύνη του κοινού στις αγορές, στις τράπεζες, στις επιχειρήσεις, στα ΜΜΕ και στις ρυθμιστικές αρχές, έχει επηρεαστεί αρνητικά. Ειδικότερα, η δημοσιονομική κρίση υπαγορεύει την οικονομική ατζέντα και επηρεάζει σοβαρά τις αγορές κεφαλαίων. Είναι καιρός να ενεργήσουμε με εντιμότητα και ευθύνη: όλοι οι συμφεροντούχοι έχουν την ευθύνη να ενωθούν και να ενεργήσουν με τη δέουσα προσοχή προς το δημόσιο συμφέρον. Οι εποχές που το δημόσιο χρέος θεωρούνταν ως άνευ κινδύνου έχουν περάσει ανεπιστρεπτί.

Καθώς το τέλος του έτους έχει παρέλθει και πολλές οντότητες του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα πρέπει να συντάξουν χρηματοοικονομικές αναφορές, η FEE πιστεύει ότι το ελεγκτικό – λογιστικό επάγγελμα στην Ευρώπη οφείλει να διαδραματίσει βασικό ρόλο, συμβάλλοντας στη διαφάνεια και στην αξιοπιστία των χρηματοοικονομικών και μη χρηματοοικονομικών πληροφοριών, επιτρέποντας έτσι την καλύτερη λήψη αποφάσεων και τη συμβολή στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στο δημόσιο τομέα και στη χρηματαγορά. Ως εκ τούτου, η FEE δίνει έμφαση στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι διοικήσεις τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο τομέα, οι λογιστές κατά την κατάρτιση των οικονομικών καταστάσεων, καθώς και οι ελεγκτές, σε αυτές τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες. Σε μια δήλωση πολιτικής του Δεκεμβρίου 20081, η FEE υπογράμμισε θέματα ιδιαίτερης σημασίας για τους ορκωτούς ελεγκτές λογιστές κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης. Δυστυχώς, τα σχόλια που έγιναν πριν από τρία χρόνια σε γενικές γραμμές ισχύουν ακόμα, αν και η αιτία της χρηματοοικονομικής αναταραχής είναι διαφορετική. Ως εκ τούτου, αξίζει να επαναλάβουμε τα σημαντικότερα ζητήματα που επισημάνθηκαν τότε από την FEE. Η παρούσα ερευνητική εργασία έχει ως στόχο την ενημέρωση των ινστιτούτων – μελών της FEE και την ανταλλαγή απόψεων με τα ενδιαφερόμενα μέρη. Δεν προτίθεται να παρέχει καθοδήγηση ή επαγγελματικές συμβουλές που να εφαρμόζονται σε μεμονωμένες περιπτώσεις.

 

Τι είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τους υπεύθυνους κατάρτισης χρηματοοικονομικής πληροφόρησης;

Οι χρηματοοικονομικές και μη χρηματοοικονομικές αναφορές υψηλής ποιότητας είναι θεμελιώδεις για την ορθή λήψη αποφάσεων . Οι επαγγελματίες λογιστές που εργάζονται σε οντότητες του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα οφείλουν να συμβάλλουν ουσιαστικά. Το κοινό αναμένει από τις οντότητες και τους επαγγελματίες λογιστές τους να παρέχουν αξιόπιστα οικονομικά στοιχεία, ανεξάρτητα από το εάν πρόκειται για εισηγμένες οντότητες, μικρές, μεσαίες ή μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις, χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ή οργανισμούς του δημόσιου τομέα. Είναι σημαντικό να είναι εύλογες και διαφανείς οι παρεχόμενες πληροφορίες, ώστε να επιτρέπεται στους χρήστες να ασκούν τη δική τους κρίση και, τελικά, να λαμβάνουν ορθές και αμερόληπτες οικονομικές αποφάσεις. Οι επαγγελματίες λογιστές συχνά συμμετέχουν στην κατάρτιση και στην ερμηνεία της λογιστικής πληροφόρησης για την υποστήριξη σημαντικών επιχειρηματικών αποφάσεων. Οι ορθές αποφάσεις είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της μελλοντικής οικονομικής ευημερίας και οι εμπεριστατωμένες αποφάσεις εξαρτώνται από τη διαθεσιμότητα της αντίστοιχης, ακριβούς και έγκαιρης πληροφόρησης. Χωρίς να γενικεύει, η FEE επιθυμεί να επιστήσει την προσοχή στους υπεύθυνους κατάρτισης επί ζητημάτων που πιστεύει ότι απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή στις σημερινές δύσκολες οικονομικές συνθήκες.

 

Επιμέτρηση των στοιχείων του ενεργητικού

Η συνεπής εφαρμογή των αρχών αναγνώρισης και επιμέτρησης για όλα τα περιουσιακά στοιχεία, και ειδικά για τα χρηματοοικονομικά μέσα, συμπεριλαμβανομένων των κρατικών χρεωστικών τίτλων, των συναφών χρηματοπιστωτικών μέσων, όπως εγγυήσεις, των ανταλλαγών πιστωτικής αθέτησης και άλλων παραγώγων, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την αξιόπιστη και εύλογη οικονομική πληροφόρηση. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό στο σημερινό δύσκολο μακροοικονομικό κλίμα, με ενδεχόμενη τεταμένη χρηματοδότηση και ασταθείς χρηματοπιστωτικές αγορές. Ως εκ τούτου, είναι απόλυτα αναγκαία η αναγνώριση και η εύλογη επιμέτρηση της υπάρχουσας έκθεσης σε κρατικά ομόλογα χωρών με πιεσμένες οικονομικές θέσεις, συμπεριλαμβανομένης της κατάλληλης εξέτασης όλων των γνωστών έμμεσων συνεπειών. Κάθε διαθέσιμη πληροφορία που θα μπορούσε να έχει επίπτωση στην πιθανότητα λήψης μελλοντικών ταμειακών ροών, όπως η ύπαρξη ενός προσχεδίου προγράμματος αναδιάρθρωσης, πρέπει να εξετάζεται προσεκτικά.

Επιπλέον, αξίζει επίσης να σημειωθει ότι οι υπεύθυνοι κατάρτισης καταστάσεων χρηματοοικονομικής πληροφόρησης θα πρέπει να λαμβάνουν ιδιαίτερη μέριμνα κατά την αποτίμηση των απαιτήσεων και άλλων περιουσιακών στοιχείων που οφείλονται από αντισυμβαλλομένους σε χώρες με πιεσμένες οικονομικές θέσεις. Η χρήση των δεικτών της αγοράς κατά τον προσδιορισμό των εύλογων αξιών, όπου απαιτείται, θα πρέπει να μεγιστοποιηθεί. Αυτό είναι επίσης σημαντικό για τις ΜΜΕ, καθώς η έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έδειξε ότι περίπου το 40% από τις οντότητες αυτές ασχολούνται με διασυνοριακές συναλλαγές, είτε ως αγοραστές είτε ως πωλητές. Οι μεμονωμένες τιμές συναλλαγής μπορεί να είναι μέτριες, αλλά ο αντίκτυπος της καθυστερημένης ή της μη πληρωμής μπορεί να είναι σημαντικός για την εν λόγω μικρή οντότητα.

 

Απομείωση αξίας χρηματοοικονομικών και μη χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων

Στο παραπάνω πλαίσιο, η αρχή της απομείωσης θα πρέπει να εφαρμόζεται σωστά, κυρίως σε σχέση με τα διαθέσιμα προς πώληση περιουσιακά στοιχεία, αλλα και με τα στοιχεία του ενεργητικού που πραγματοποιήθηκαν στο αναπόσβεστο κόστος. Τα αντικειμενικά τεκμήρια απομείωσης περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την εξαφάνιση μιας ενεργού αγοράς, την οικονομική δυσχέρεια του οφειλέτη και τη μείωση των εκτιμώμενων μελλοντικών ταμειακών ροών. Η σημαντική ή η παρατεταμένη μείωση της εύλογης αξίας των μετοχικών επενδύσεων κάτω από το κόστος τους επίσης υποδηλώνει απομείωση. Κατά την εκτέλεση των δοκιμασιών απομείωσης, η διοίκηση πρέπει να στηρίζει τους ισχυρισμούς της με αποδεικτικά στοιχεία. Επιπροσθέτως, η απομείωση της υπεραξίας και άλλων άυλων περιουσιακών στοιχείων πρέπει να εξεταστεί. Πολλές οντότητες έχουν σημαντικά ποσά της υπεραξίας και άλλων άυλων περιουσιακών στοιχείων που αποκτήθηκαν πριν από την τρέχουσα κρίση στους ισολογισμούς τους, η αξία των οποίων θα μπορούσε να επηρεαστεί από τις τρέχουσες εξελίξεις. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η βραχυπρόθεσμη οικονομική προοπτική για πολλές οντότητες, καθώς και οι προοπτικές για τις υποκείμενες εθνικές οικονομίες, παραμένει αρνητική.

 

Θέματα που αφορούν τη συνέχιση επιχειρηματικής δραστηριότητας (going concern)

Υπό τις παρούσες συνθήκες –με τη συνεχή πίεση στις εταιρικές ταμειακές ροές, εξαιτίας της νευρικότητας στις κεφαλαιαγορές, καθώς και με την περιορισμένη πρόσβαση στη χρηματοδότηση– οι πιστωτικοί κίνδυνοι και οι κίνδυνοι ρευστότητας είναι πιθανό να είναι ουσιώδεις για πολύ περισσότερες οντότητες απ’ ό,τι πριν.

Η εύλογη αξία των ενδεχόμενων μελλοντικών ταμειακών ροών επί των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων μπορεί να βρίσκεται σε κίνδυνο. Ως εκ τούτου, η ρευστότητα θα πρέπει να εκτιμάται με τη δέουσα προσοχή, καθώς μπορεί να επηρεάσει τη μελλοντική βιωσιμότητα της επιχείρησης. Έχοντας αυτό κατά νου, οι διοικήσεις κάθε οντότητας πρέπει να αξιολογήσουν εάν η οντότητα έχει τη δυνατότητα συνέχισης της επιχειρηματικής της δραστηριότητας.

Όλες οι ουσιώδεις αβεβαιότητες για τις οποίες η διοίκηση είναι ενήμερη ή τις οποίες αναμένει, και οι οποίες σχετίζονται με γεγονότα και συνθήκες που μπορεί να δημιουργήσουν σοβαρή αμφιβολία για το εάν η οντότητα έχει τη δυνατότητα συνέχισης της επιχειρηματικής της δραστηριότητας, πρέπει να εξεταστούν. Μπορεί να αφορούν μακροοικονομικές συνθήκες (πρόσβαση στη χρηματοδότηση, δυνατότητα για την αναχρηματοδότηση υφιστάμενων υποχρεώσεων κ.λπ.) και εσωτερικούς παράγοντες (κίνδυνος αντισυμβαλλομένου, ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων, ανάλυση της προθεσμίας λήξης των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού, οικονομική υποστήριξη της μητρικής επιχείρησης κ.λπ.)

Η συνεχής πρόσβαση στη χρηματοδότηση για τις ΜΜΕ επιχειρήσεις, που ενδέχεται να θεωρηθούν σχετικά υψηλού κινδύνου, μπορεί να είναι ιδιαίτερα ανησυχητική όταν οι ισολογισμοί των τραπεζών είναι υπό πίεση. Είναι πράγματι σημαντικό να σημειωθεί ότι τα θέματα δυνατότητας συνέχισης δραστηριότητας και απομείωσης δεν έχουν σχέση μόνο με τις μεγαλύτερες οντότητες, αλλά και με τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜMΕ).

 

Γνωστοποιήσεις

Αφού οι ίδιοι οι λογιστές βεβαιωθούν, ασκώντας τον δέοντα επαγγελματικό σκεπτικισμό, ότι τα οικονομικά στοιχεία είναι εύλογα, θα πρέπει επίσης να εξασφαλίσουν ότι οι γνωστοποιήσεις και οι εξηγήσεις παρέχουν στους χρήστες κατάλληλη και διαφανή ενημέρωση, χρησιμοποιούν κατανοητή γλώσσα και δεν είναι υπερβολικά περίπλοκες. Ειδικότερα, οι ακόλουθες γνωστοποιήσεις πρέπει να ενθαρρύνονται:

• Φύση και έκταση της άμεσης έκθεσης σε κρατικά ομόλογα των διαφόρων χωρών με πιεσμένη οικονομική θέση, συμπεριλαμβανομένων όλων των ειδών χρηματοπιστωτικών μέσων που αναφέρονται στις εν λόγω οφειλές.
• Γνωστές επιπτώσεις που προκύπτουν από την έμμεση έκθεση σε κρατικά ομόλογα των διαφόρων χωρών με πιεσμένη οικονομική θέση.
• Φύση και έκταση των ανοιγμάτων προς άλλους αντισυμβαλλόμενους από τις σχετικές δοκιμαζόμενες χώρες.
• Εκτίμηση των αβεβαιοτήτων και των κρίσεων που πραγματοποιήθηκαν ως προς την εκτίμηση του κατά πόσον υπάρχει αντικειμενική ένδειξη απομείωσης και ανάκτησης των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει τη διαφάνεια σχετικά με την αναπροσαρμογή των κινδύνων που γίνεται στον επιχειρηματικό σχεδιασμό για λογιστικούς σκοπούς. Οι πρότυπες γνωστοποιήσεις μπορεί να μην επαρκούν για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης του κοινού στην παρουσίαση των πληροφοριών. Οι συντάκτες πρέπει να καταλάβουν ότι όσο πιο διαφανείς είναι οι οικονομικές εκθέσεις τόσο πιο ικανοποιημένοι και σίγουροι θα είναι οι συμφεροντούχοι, από τους οποίους η εταιρεία θα επωφεληθεί.

 

Πτυχές σχετικά με τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα

Κατά τα τελευταία χρόνια –λόγω των εξαιρετικών οικονομικών δυσχερειών– διάφορα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα σε όλη την Ευρώπη έλαβαν σημαντική κυβερνητική υποστήριξη διάσωσης. Οι κυβερνήσεις συνεισέφεραν πρόσθετους πόρους σε μια προσπάθεια να ανακτηθεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα του συνόλου της οικονομίας. Ως οντότητες δημοσίου συμφέροντος, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αποτελούν επιχειρήσεις που διέπονται σε μεγάλο βαθμό από ρυθμιστικούς κανόνες. Οι λογιστές που καταρτίζουν τους λογαριασμούς τους δεν πρέπει μόνο να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση με το σχετικό πλαίσιο χρηματοοικονομικής αναφοράς αλλά και την τήρηση των κανονιστικών και των κεφαλαιακών απαιτήσεων. Κατά τη διαδικασία σύνταξης των οικονομικών εκθέσεων, οι συντάκτες θα πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις σχετικές οδηγίες που εκδίδονται από τις εθνικές, τις ευρωπαϊκές και τις διεθνείς οργανώσεις. Στο σημείο αυτό, μπορεί για παράδειγμα να γίνει αναφορά στη σύσταση που περιλαμβάνεται στην Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ), καθώς και στη Δημόσια Δήλωση επί Κρατικών Ομολόγων στις Οικονομικές Καταστάσεις στα ΔΠΧΑ της 25ης Νοεμβρίου 2011.

 

Τι είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τους ελεγκτές;

Για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης είναι καίρια η σημασία ύπαρξης διαφανούς και αξιόπιστης χρηματοοικονομικής πληροφόρησης που έχει υποβληθεί σε έλεγχο. Οι ελεγκτές θα διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης του κοινού, είτε το έργο τους αφορά τον έλεγχο οντοτήτων του δημόσιου τομέα –συμπεριλαμβανομένων των κυβερνήσεων– ή οντοτήτων του ιδιωτικού τομέα που μπορεί να είναι οικονομικές, βιομηχανικές, μικρές ή μεγάλες οντότητες.

Παρόλο που η κατάρτιση των οικονομικών καταστάσεων είναι ευθύνη της διοίκησης, εντούτοις όλα τα εμπλεκόμενα μέρη στην αλυσίδα της οικονομικής πληροφόρησης συμβάλλουν ουσιαστικά στην ενίσχυση της ακρίβειας, της πληρότητας και της διαφάνειας της χρηματοοικονομικής πληροφόρησης.

 

Συνεχής επικοινωνία με τους οργανισμούς διακυβέρνησης

Οι ελεγκτές έχουν σημαντικό ρόλο στην επικοινωνία με τα διοικητικά και τα εποπτικά συμβούλια, καθώς και με τις επιτροπές ελέγχου, όχι μόνο για να αποκτήσουν καλύτερη κατανόηση των βασικών κινδύνων που αντιμετωπίζει η οντότητα, του τρόπου που η οντότητα ελαχιστοποιεί ή προτίθεται να ελαχιστοποιήσει αυτούς τους κινδύνους, αλλά και για να προσεγγίσουν τις παραδοχές και τις εκτιμήσεις της διοίκησης με επαγγελματισμό και σκεπτική νοοτροπία.

 

Περιοχές ιδιαίτερης προσοχής

Χωρίς να γίνεται περιεκτική, η FEE επιθυμεί να επιστήσει την προσοχή των ελεγκτών στις περιοχές που χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή κατά την εκτέλεση των ελεγκτικών διαδικασιών στις σημερινές δύσκολες οικονομικές συνθήκες:

• Λογική και βιωσιμότητα των βασικών κρίσεων και εκτιμήσεων της διοίκησης.
• Αναγνώριση, επιμέτρηση και γνωστοποίηση του δημοσίου χρέους και λοιπών χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων.
• Απομείωση υπεραξίας και λοιπών άυλων περιουσιακών στοιχείων.
• Πιθανότητα αναμενόμενων μελλοντικώνταμειακών ροών και λοιπών παραγόντων που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά την ρευστότητα μιας οντότητας.
• Τήρηση των κανονιστικών και των κεφαλαιακών απαιτήσεων.

Όλα τα ανωτέρω ζητήματα μπορεί να επηρεάσουν όχι μόνο τα αποτελέσματα και την οικονομική θέση αλλά και για τη δυνατότητα συνέχισης δραστηριότητας της οντότητας στο προβλέψιμο μέλλον και, τελικά, αποτελεί ευθύνη των ελεγκτών να εκτιμήσουν κατά πόσον οι παραδοχές για τη δυνατότητα συνέχισης δραστηριότητας της οντότητας είναι ρεαλιστικές για οποιαδήποτε οντότητα η οποία ελέγχεται.

 

Επικοινωνία με εξωτερικούς συμφεροντούχους

Οι ελεγκτές πρέπει να προβληματιστούν σχετικά με το πώς να γνωστοποιούν καλύτερα τα ευρήματά τους στην έκθεση εξωτερικού ελέγχου για την κάλυψη των προσδοκιών του κοινού από την έκθεση που θα πρέπει να είναι διαφανής και περιεκτική. Αυτό είναι το κλειδί για να εξασφαλιστεί η εμπιστοσύνη του κοινού στο επάγγελμα των ελεγκτών, οι οποίοι αναμένεται να ενεργούν με σκεπτικισμό και αντικειμενικότητα. Είναι πολύ πιθανό να μην αρκεί η τυπική επικοινωνία. Εάν υπάρχει ουσιώδης αβεβαιότητα που να οδηγεί σε σημαντική αμφιβολία για την ικανότητα συνέχισης δραστηριότητας της εταιρείας και η αβεβαιότητα αυτή έχει γνωστοποιηθεί επαρκώς στις οικονομικές καταστάσεις της εταιρείας, τότε ο ελεγκτής οφείλει να τροποποιήσει την έκθεσή του συμπεριλαμβάνοντας παράγραφο έμφασης θέματος.

Η πρότυπη έκθεση ελέγχου μπορεί επίσης να μην αρκεί όσον αφορά την επικοινωνία με τις ρυθμιστικές αρχές (ανάλογα με τη φύση των δραστηριοτήτων της οντότητας και των εθνικών κανονισμών). Εκτός από το πρότυπο αναφοράς προς τις ρυθμιστικές αρχές που σε ορισμένες χώρες απαιτείται από το νόμο, ο ειλικρινής και ανοικτός διάλογος με τις σχετικές ρυθμιστικές αρχές μπορεί να συμβάλει στην ενίσχυση της διαφάνειας και στην κατανόηση των κινδύνων που διατρέχουν ή που πρόκειται να αντιμετωπίσουν απο τον σχετικό κλάδο και από τους συμμετέχοντες στην αγορά.

Στην περίπτωση των ελέγχων οικονομικών καταστάσεων ομίλων, οι ελεγκτές πρέπει να εξασφαλίσουν μια συνεπή προσέγγιση του ελέγχου σε σχέση με τις περιοχές που παρουσιάζουν ενδιαφέρον, όπως αναφέρεται ανωτέρω, όχι μόνο σε επίπεδο ομίλου ή μητρικής εταιρείας αλλά και στο επίπεδο της κάθε ελεγμένης θυγατρικής σε όλες τις χώρες. Οι ελεγκτές πρέπει επίσης να λαμβάνουν υπόψη τα μεταγενέστερα γεγονότα μέχρι και τη στιγμή που χορηγείται η έκθεση ελέγχου τους, δεδομένου ότι στο σημερι- νό ασταθές κλίμα αυτά τα γεγονότα είναι πιθανό να έχουν μεγάλη σημασία.

 

Ρυθμιστική πτυχή

Η FEE πιστεύει ακράδαντα ότι οι ρυθμιστικές αρχές διαδραματίζουν ολοένα αυξανόμενο ρόλο στην προώθηση καθώς και στην εξασφάλιση της συνοχής και της διαφάνειας. Κατέχουν μια ευρύτερη προοπτική των σχετικών κλάδων σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο και θα πρέπει να παρέχουν μια εκτίμηση για τους συστηματικούς κινδύνους. Ως εκ τούτου, οι ελεγκτές και οι υπεύθυνοι κατάρτισης χρηματοοικονομικής πληροφόρησης θα πρέπει ενεργά να ζητήσουν και να λάβουν προσεκτικά υπόψη τυχόν κατευθυντήριες γραμμές που εκδίδονται ή λαμβάνονται από τις εθνικές και ευρωπαϊκές ρυθμιστικές αρχές, καθώς επίσης και να συμμετάσχουν σε έναν επαγγελματικό διάλογο με τις ρυθμιστικές αρχές.
Ειδικές πτυχές που αφορούν τον δημόσιο τομέα

● Οι συμφεροντούχοι, οι φορολογούμενοι και οι αγορές έχουν μεγάλες έννομες προσδοκίες από τη διακυβέρνηση του δημόσιου τομέα, καθώς και από την υποβολή εκθέσεων και τον έλεγχο αυτού. Η διαφάνεια και η λογοδοσία διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο για κάθε οντότητα που δραστηριοποιείται στις κεφαλαιαγορές, αλλά η κρίση του δημοσίου χρέους υπενθύμισε σε όλους, και ιδιαίτερα στις κυβερνήσεις, ότι αυτό ισχύει και για το δημόσιο τομέα.

● Λογιστική σε δεδουλευμένη βάση (ατοτέλεια των χρήσεων) βελτιώνει την ποιότητα της χρηματοοικονομικής πληροφόρησης. Η χρηματοπιστωτική κρίση υπογράμμισε την τεράστια σημασία που έχει η διαθεσιμότητα έγκαιρων και αξιόπιστων οικονομικών, φορολογικών και άλλων πληροφοριών, και τόνισε τη σοβαρότητα των συνεπειών της ανεπαρκούς δημοσιονομικής διαχείρισης και υποβολής εκθέσεων στο δημόσιο τομέα. Οι κυβερνήσεις μερικές φορές αναγκάζονται να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στις προσπάθειες για την αποκατάσταση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας μέσω διασώσεων άνευ προηγουμένου, εξαγορών και διαφόρων ειδών εγγυήσεων, που είναι πιθανόν να οδηγήσουν σε νέα οικονομικά βάρη και άλλες υποχρεώσεις. Ως εκ τούτου, η τακτική διαθεσιμότητα δημόσιας έγκαιρης και ακριβούς χρηματοοικονομικής πληροφόρησης σχετικά με τις οικονομικές δραστηριότητες και την οικονομική θέση της κυβέρνησης είναι απαραίτητη ώστε να βοηθήσει τους χρήστες και τους επενδυτές σε κρατικά ομόλογα στην αποτελεσματική λήψη υγιών οικονομικών αποφάσεων. Το δημόσιο λογιστικό σε ταμειακή βάση εξακολουθεί να αποτελεί μια πρακτική ευρέως διαδεδομένη και τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης βρίσκονται σε διάφορα στάδια εφαρμογής της λογιστικής σε δεδουλευμένη βάση. Η προσπάθεια καθιέρωσης της λογιστικής σε δεδουλευμένη βάση θα παρείχε σταθερότερη βάση για την κατανόηση της οικονομικής δραστηριότητας της κυβέρνησης σε όλα τα επίπεδα. Αυτό θα υποστήριζε την καλύτερη λήψη αποφάσεων και τη βελτίωση των δημόσιων υπηρεσιών οι οποίες με τη σειρά τους θα είχαν ως αποτέλεσμα την ευρύτερη εμπιστοσύνη του δημοσίου και των επενδυτών.

● Η σημασία της επένδυσης σε κατάλληλες εσωτερικές δικλίδες. Η FEE τονίζει τη σημασία της ομαλής λειτουργίας του συστήματος εσωτερικών δικλίδων, το οποίο θα πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των κυβερνητικών υποδομών διαχείρισης, οικονομίας και διακυβέρνησης. Οι εσωτερικές δικλίδες πρέπει να ενισχυθούν, δεδομένου ότι διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην εφαρμογή κανόνων, στην ελαχιστοποίηση του κινδύνου σφαλμάτων στη δημόσια χρηματοοικονομική αναφορά, καθώς και στην ανίχνευση της απάτης.

● Σημασία της χρηματοοικονομικής πληροφόρησης που έχει υποβληθεί σε έλεγχο
Η ποιότητα της δημόσια διαθέσιμης χρηματοοικονομικής πληροφόρησης και των λογιστικών συστημάτων, συμπεριλαβανομένων των εσωτερικών δικλίδων, πρέπει να ενισχυθεί με τη συμμετοχή των ανεξάρτητων ελεγκτών (Ελεγκτικό Συνέδριο ή λογιστικές επιχειρήσεις). Παρέχοντας μια αντικειμενική εκτίμηση του κατά πόσον η διαχείριση των δημόσιων πόρων γίνεται με συνέπεια και αποτελεσματικότητα, ο ελεγκτής δημόσιου τομέα έχει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην επίτευξη της ακεραιότητας, εμπνέοντας παράλληλα εμπιστοσύνη μεταξύ των πολιτών και των επενδυτών σε τίτλους του δημοσίου. Οι γενικές προσδοκίες του κοινού είναι ότι οι οργανισμοί του δημόσιου τομέα εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον και ότι οι δημόσιες δαπάνες, τα εισοδήματα, τα περιουσιακά στοιχεία και οι υποχρεώσεις ελέγχονται και διαχειρίζονται επιδέξια. Στο πλαίσιο αυτό, οι ελεγκτές της κυβέρνησης θα πρέπει να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή στην αξιολόγηση των κυβερνητικών προγραμμάτων και της πολιτικής που ακολουθούνται, καθώς και της λειτουργίας και των αποτελεσμάτων αυτών, όχι μόνο με τη διεξαγωγή οικονομικών ελέγχων αλλά και με την απόδοση αξίας στους ταμειακούς ελέγχους και στις έρευνες. Οι ελεγμένες οικονομικές καταστάσεις θα πρέπει να είναι διαθέσιμες, όπως γίνεται εξάλλου και στον ιδιωτικό τομέα, μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, προκειμένου να αποδεικνύεται η λογοδοσία των οντοτήτων δημόσιου τομέα.

 

Τελικές παρατηρήσεις

Τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα, η σωστή διαδικασία λήψης αποφάσεων απαιτεί έγκαιρη, επαληθευμένη και αξιόπιστη πληροφόρηση. Περισσότερο από ποτέ σε μια κατάσταση κρίσης, οι αποφάσεις των διοικήσεων των οντοτήτων και των κυβερνήσεων θα πρέπει να υποστηρίζονται από πληροφορίες που να παρέχονται μέσω λογιστικών και άλλων συστημάτων πληροφοριών υψηλής ποιότητας, συμπεριλαμβανομένων των αποτελεσματικών και αποδοτικών εσωτερικών δικλίδων ποιότητας. Τα αξιόπιστα συστήματα λογιστικής δεν θα επιλύσουν την κρίση, αλλά θα δημιουργήσουν συνθήκες διαφάνειας για τον εντοπισμό σημαντικών θεμάτων, παρέχοντας έτσι τεκμήρια επί αυτών και βοηθώντας στην αντιμετώπισή τους. Η αρχή της διαφάνειας βρίσκεται στη βάση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων πολιτικής. Θα πρέπει να ισχύει εξίσου για τον ιδιωτικό και για τον δημόσιο τομέα.

 

Σχετικά με την FEE

Η FEE (Fédération des Experts comptables Européens) είναι ένας διεθνής μη κερδοσκοπικός οργανισμός με έδρα τις Βρυξέλλες, που αντιπροσωπεύει 45 ινστιτούτα επαγγελματιών λογιστών και ελεγκτών από 33 ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένων των 27 κρατών μελών της Ε.Ε. Η FEE έχει συνδυασμένη συμμετοχή περισσότερων από 700.000 επαγγελματιών λογιστών, που εργάζονται σε υπηρεσίες διαφορετικών ειδικοτήτων στη δημόσια άσκηση του επαγγέλματος, σε μικρές και σε μεγάλες λογιστικές επιχειρήσεις, σε επιχειρήσεις όλων των μεγεθών, σε κρατικούς και εκπαιδευτικούς οργανισμούς, συμβάλλοντας σε μια πιο αποτελεσματι- κή, διαφανή και αειφόρο ευρωπαϊκή οικονομία.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1 Η συμβολή του ελεγκτικού – λογιστικού επαγγέλματοςστηναντιμετώπισητηςκρίσης -Τρεις δηλώσεις πολιτικής της FEE (The Accountancy Profession’s Contribution to the Debate on the Crisis – Three FEE Policy Statements) http:// www.fee.be/publications/default.asp?library_ ref=4&content_ref=943

2 http://www.esma.europa.eu/index. php?page=groups&mac=0&id=13