Μπορεί το 2013 να αποτέλεσε ένα έτος οικονομικής σταθερότητας και χρηματιστηριακής ευφορίας, κυρίως για τις ανεπτυγμένες χώρες, ο όγκος ωστόσο των συναλλαγών, εξαγορών και συγχωνεύσεων σε παγκόσμιο επίπεδο παρέμεινε σε ρηχά νερά, παρουσιάζοντας μείωση 13% τους πρώτους εννιά μήνες του 2013, όπως προκύπτει από μελέτη της KPMG.
κρίστιαν τόμας
γενικός διευθυντής, επικεφαλής τομέα συναλλαγών και αναδιάρθρωσης, επικεφαλής forensic, kpmg
Το σκηνικό αναμένεται να αλλάξει ραγδαία εντός του 2014, κυρίως λόγω των σημαντικά αυξημένων ταμειακών διαθεσίμων, που διακρατούνται κυρίως από τα κεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχών (private equity funds), τις αναδυόμενες επενδυτικές ευκαιρίες, ειδικότερα σε αναπτυσσόμενες χώρες, καθώς και από την εύκολη πρόσβαση σε πηγές χρηματοδότησης με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους. Η εμφάνιση νέων επενδυτικών στόχων προς εξαγορά, η επέκταση της πελατειακής βάσης, η είσοδος σε νέες αγορές και η συμμετοχή σε διαφοροποιημένες επιχειρηματικές δραστηριότητες πρόκειται να είναι επίσης βασικοί λόγοι για την αύξηση του όγκου των συναλλαγών, εξαγορών και συγχωνεύσεων μέχρι το τέλος του 2014. Γίνεται ξεκάθαρο πλέον ότι το επενδυτικό κίνητρο είναι η αναπτυξιακή δυναμική και όχι ο εξορθολογισμός του κόστους.
Η αξία των περισσότερων συναλλαγών που θα πραγματοποιηθούν εκτιμάται ότι θα είναι χαμηλότερη των €200 εκατομμυρίων, καθώς είναι ευκολότερη η χρηματοδότησή τους και λιγότερο πολύπλοκη η δομή τους. Όμως για την επιτυχή ολοκλήρωση των συναλλαγών αυτών βασικές προϋποθέσεις αποτελούν η ορθή υλοποίηση του πλάνου ενοποίησης των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων/λειτουργιών, ο αντικειμενικός προσδιορισμός του τιμήματος αγοράς/πώλησης μέσω αξιόπιστων μεθόδων αποτίμησης (valuation), καθώς και ο αποτελεσματικός ειδικός οικονομικός έλεγχος (due diligence).
Οι περισσότερες εξαγορές και συγχωνεύσεις αναμένεται να πραγματοποιηθούν σε αγορές όπου συντελούνται δομικές αλλαγές και στις οποίες το κανονιστικό πλαίσιο οδηγεί σε συγκέντρωση δυνάμεων, όπως π.χ. οι εταιρείες τεχνολογίας, οι εταιρείες χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, οι φαρμακευτικές και οι εταιρείες ενέργειας.
Το 59% των συναλλαγών εξαγορών και συγχωνεύσεων προβλέπεται να πραγματοποιηθεί στις ΗΠΑ, καθώς αποτελούν έναν ελκυστικό επενδυτικό προορισμό, λόγω του ευνοϊκού μακροοικονομικού περιβάλλοντος, σε αντίθεση με την Ευρώπη, που συνεχίζει να κλυδωνίζεται από την κρίση χρέους. Παρόλα αυτά, σε χώρες όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα προσδοκάται ότι θα παρουσιαστεί αυξημένο επενδυτικό ενδιαφέρον, καθώς έχουν μπει εδώ και καιρό στο στόχαστρο των μεγάλων private equity funds/hedge funds, είτε στο πλαίσιο των ιδιωτικοποιήσεων ως αποτέλεσμα της απελευθέρωσης των αγορών είτε με τη μορφή των ιδιαίτερα χαμηλών από πλευράς αποτίμησης στόχων προς πώληση. Συγκεκριμένα, στη χώρα μας μεγάλη ώθηση στις εξαγορές και συγχωνεύσεις θα δώσει η συγκέντρωση υπερχρεωμένων κλάδων (π.χ. ακτοπλοΐα, υγεία, μέσα μαζικής ενημέρωσης, ιχθυοκαλλιέργειες, γαλακτοκομικά προϊόντα κ.ά.) που δρομολογείται τον τελευταίο καιρό, ύστερα από πρωτοβουλίες των τραπεζών, με βασικό στόχο την ανάδειξη ισχυρών εθνικών πρωταθλητών.
Καθοριστικό ρόλο στην επιτυχή ολοκλήρωση των συναλλαγών, εξαγορών και συγχωνεύσεων θα παίξει η βαρύτητα των χρηματοοικονομικών και φορολογικών θεμάτων που εντοπίζονται κατά τη διάρκεια της διαδικασίας due diligence. Οι κυριότερες προκλήσεις ανακύπτουν από την αξιολόγηση της μεταβλητότητας των μελλοντικών πηγών εσόδων, την ανάλυση της ποιότητας των κερδών και των περιουσιακών στοιχείων, την αξιολόγηση των συνεργειών σε επίπεδο κόστους και τις επιπτώσεις τόσο στη δομή της συναλλαγής όσο και στη μελλοντική κερδοφορία, που προκαλούνται από τις συνεχείς μεταβολές στη φορολογική νομοθεσία.
Τέλος, αναφορικά με τη βέλτιστη στρατηγική εξόδου από μια εξαγορά/συγχώνευση, εκτιμάται ότι οι εν δυνάμει πωλητές θα επιλέξουν κυρίως την πώληση σε κάποιον στρατηγικό επενδυτή που δραστηριοποιείται στην ίδια αγορά και δευτερευόντως θα προτιμήσουν την πώληση σε κάποιο θεσμικό επενδυτή ή την εισαγωγή σε κάποια χρηματιστηριακή αγορά μέσω της δημόσιας προσφοράς μετοχών.