Βασίλης Καπλάνης, Εxecutive Δirector ΕΥ Αssurance, Μέλος επιτροπής Διεθνών Σχέσεων ΣΟΕΛ
Έπειτα από μια δεκαετή και πλέον εφαρμογή των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ ή Πρότυπα), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε, στη βάση κυρίως του προγράμματος REFIT (Regulatory Fitness and Performance Programme), την αξιολόγηση: α) του κατά πόσον τα Πρότυπα πέτυχαν τους σκοπούς για τους οποίους εφαρμόστηκαν, β) του αν τα κριτήρια με τα οποία όλα τα νέα Πρότυπα αναγνωρίζονται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία ως κατάλληλα και η διαδικασία αναφορικά με την υιοθέτηση αυτών λειτουργεί αποτελεσματικά, γ) της καταλληλότητας της εταιρικής διακυβέρνησης των σωμάτων που αναπτύσσουν τα Πρότυπα και παράλληλα συμβουλεύουν την Ε.Ε. σε σχέση με αυτά.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πραγματοποίησε την αξιολόγηση λαμβάνοντας υπόψη τις απόψεις των ενδιαφερομένων μερών, στο πλαίσιο δημόσιας διαβούλευσης η οποία έλαβε χώρα μεταξύ Αυγούστου – Νοεμβρίου 2014, ξεπερνώντας τις 200 συμμετοχές. Στην αξιολόγηση συμμετείχαν επίσης 18 δημόσιοι και ιδιωτικοί οργανισμοί (δημιουργώντας μια άτυπη ομάδα ειδικών), καθώς και η ARC (Accounting Regularity Committee), η οποία στελεχώνεται από εκπροσώπους της πλειονότητας των χωρών μελών.
Η εφαρμογή των ΔΧΠΑ σχεδιάστηκε για να βελτιώσει την αποτελεσματικότητα των χρηματαγορών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αυξάνοντας τη διαφάνεια και τη συγκρισιμότητα των οικονομικών καταστάσεων. Τα ΔΧΠΑ έχουν υιοθετηθεί από εταιρείες που συντάσσουν οικονομικές καταστάσεις σε πάνω από 100 χώρες και υποστηρίζονται από διεθνείς οργανισμούς όπως οι G20, Financial Stability Board (FSB), World Bank, International Monetary Fund και Basel Committee on Banking Supervision.
Τα κύρια ευρήματα της εργασίας αυτής έδειξαν ότι τα ΔΠΧΑ πέτυχαν τη δημιουργία μιας κοινής λογιστικής γλώσσας στις χρηματαγορές. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, οι εταιρείες που ερωτήθηκαν αξιολόγησαν θετικά τόσο την εφαρμογή των ΔΠΧΑ όσο και τη σχέση ωφέλειας – κόστους, ενώ οι επενδυτές υποστηρίζουν ότι τα Πρότυπα συνέβαλαν στη βελτίωση της διαφάνειας και συγκρισιμότητας των οικονομικών καταστάσεων.
Επίσης, όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη θεωρούν ότι η διαδικασία με την οποία τα ΔΠΧΑ αποτέλεσαν μέρος της ευρωπαϊκής νομοθεσίας λειτούργησε διαχρονικά πολύ ικανοποιητικά. Σημαντικό είναι επίσης να αναφερθεί ότι η πρόσφατη μεταρρύθμιση στη λειτουργία της EFRAG (European Financial Reporting Advisory Group), η οποία λειτουργεί ως τεχνικός σύμβουλος της Ε.Ε., θα ενδυναμώσει τη φωνή της Ε.Ε. στη διαδικασία θέσπισης των Προτύπων διεθνώς.
Ωστόσο, μέσα από τη μελέτη της έκθεσης προκύπτει πως υπάρχουν περαιτέρω περιθώρια βελτίωσης, τα οποία εντοπίζονται κυρίως σε θέματα συνεργασίας μεταξύ των εμπλεκομένων μερών και επιτάχυνσης των χρόνων κατά τη διάρκεια της τελικής έγκρισης των νομοθετικών διατάξεων.
Υπήρξαν επίσης και ορισμένα σημεία κριτικής των Προτύπων, που τέθηκαν από τα ενδιαφερόμενα μέλη. Ενδεικτικά αναφέρουμε τα σημαντικότερα:
– Εκφράστηκε ανησυχία από αρκετές πλευρές για τον όγκο και το μέγεθος των γνωστοποιήσεων και την καταλληλότητα αυτής της αναλυτικής πληροφόρησης σε χρήστες οικονομικών καταστάσεων, όπως οι μακροπρόθεσμοι επενδυτές.
– Ευρέως συζητήθηκε η έκταση στην οποία η χρήση των Προτύπων ενδεχομένως επιδείνωσε τη συνεχιζόμενη οικονομική κρίση.
– Η επιμέτρηση των χρηματοοικονομικών εργαλείων σε εύλογη αξία (fair value).
– Η ανεπάρκεια των προβλέψεων αναφορικά με τα δάνεια των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (too little, too late provisioning).
Συμπερασματικά, τα ΔΠΧΑ εκπλήρωσαν τον σκοπό τους, ενώ ταυτόχρονα το μέλλον προδιαγράφεται εξαιρετικά αισιόδοξο σε σχέση με την περαιτέρω εφαρμογή τους στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (SME’s). Απώτερος στόχος θα πρέπει να είναι η ουσιαστική συνεισφορά, τόσο των Προτύπων όσο και των επαγγελματιών που τα εφαρμόζουν, σε ένα καθαρό, σταθερό και προβλέψιμο κανονιστικό πλαίσιο που να υποστηρίζει την ανάπτυξη και την εργασία.
masteraccounting.jpg
Τον Μάιο του 2014 εκδόθηκε από το Συμβούλιο Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (IASB) το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) 15 «Έσοδα από συμβάσεις µε πελάτες», το οποίο αναμένεται να υιοθετηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση εντός του πρώτου τριμήνου του 2016. Το νέο πρότυπο είναι το αποτέλεσμα της κοινής προσπάθειας του Συμβουλίου Διεθνών Λογιστικών Προτύπων και του αμερικανικού Συμβουλίου Χρηματοοικονομικών Λογιστικών Προτύπων (FASB) να αναπτύξουν κοινές απαιτήσεις σχετικά με τις αρχές αναγνώρισης εσόδων, ώστε να βελτιωθεί η συγκρισιμότητα μεταξύ εταιρειών που δραστηριοποιούνται είτε στον ίδιο είτε σε διαφορετικούς κλάδους, καθώς και μεταξύ εταιρειών που συντάσσουν οικονομικές καταστάσεις με διαφορετικά λογιστικά πρότυπα (ΔΠΧΑ, US GAAP).
Εισάγεται η έννοια ενός νέου μοντέλου αναγνώρισης εσόδων, βάσει πέντε βασικών βημάτων, τα οποία επιγραμματικά είναι τα εξής:
Βήμα 1: Προσδιορισμός της σύμβασης για την πώληση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών.
Βήμα 2: Προσδιορισμός των υποχρεώσεων (performance obligations) που απορρέουν από τη σύμβαση με τον πελάτη.
Βήμα 3: Καθορισμός του τιμήματος συναλλαγής.
Βήμα 4: Κατανομή του τιμήματος συναλλαγής στις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση.
Βήμα 5: Αναγνώριση εσόδου, καθώς η εταιρεία ικανοποιεί τις υποχρεώσεις της που απορρέουν από τη σύμβαση με τον πελάτη.
Το νέο πρότυπο, καθώς επιφέρει την κατάργηση όλων των προηγούμενων προτύπων και διερμηνειών σχετικά με την αναγνώριση των εσόδων, αναμένεται να έχει σημαντική επίδραση στις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της παραγωγής και εμπορίας τροφίμων, ποτών και καταναλωτικών προϊόντων.
Συγκεκριμένα, οι εταιρείες θα πρέπει να εκτιμήσουν πώς θα επηρεαστούν οι οικονομικές τους καταστάσεις, τα πληροφοριακά τους συστήματα και γενικότερα οι διαδικασίες τους από την εφαρμογή του νέου προτύπου και να ενημερώσουν έγκαιρα τα ενδιαφερόμενα μέρη (μετόχους, τράπεζες, προμηθευτές, πελάτες) στην περίπτωση που οι βασικοί χρηματοοικονομικοί δείκτες ή οι επιχειρηματικές τους πρακτικές αλλάξουν.
Ενδεικτικά, επίδραση από την εφαρμογή του προτύπου ενδέχεται να υπάρξει:
– Στον καθορισμό του τιμήματος της συναλλαγής για την πώληση προϊόντων από χορηγούμενες εκπτώσεις και παροχές προς τους πελάτες για την επίτευξη στόχων, οι οποίες μπορεί να είναι αξιακές ή να χορηγούνται με τη δωρεάν διάθεση προϊόντων. Οι παροχές αυτές αποτελούν εμπορικά κίνητρα (trade incentives) που, σύμφωνα με το νέο πρότυπο, θεωρούνται μεταβλητοί παράγοντες οι οποίοι θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στον προσδιορισμό του τιμήματος της συναλλαγής και να συμπεριληφθούν στα έσοδα, στο βαθμό που εκτιμάται πως η επίτευξη των στόχων του πελάτη είναι πολύ πιθανή.
– Στην αναγνώριση ως εξόδων, ή στοιχείων μειωτικών των εσόδων, των παροχών προς τους λιανοπωλητές για την τοποθέτηση προϊόντων της εταιρείας στα καταστήματά τους (slotting fees), καθώς και των παροχών για προωθητικές ενέργειες και δαπάνες συνδιαφήμισης. Σύμφωνα με το νέο πρότυπο, η εταιρεία θα πρέπει να εξετάζει κατά πόσον λαμβάνει μια διακριτή υπηρεσία από τον λιανοπωλητή και σε αυτήν την περίπτωση να αναγνωρίζει τις εν λόγω παροχές ως έξοδα κατά τον χρόνο πραγματοποίησής τους. Διαφορετικά, αυτές οι παροχές θα αναγνωρίζονται μειωτικά των εσόδων, καθώς θα αποτελούν κίνητρο πώλησης (sales incentive).
– Στον χρόνο αναγνώρισης των εσόδων από την κατά παραγγελία παραγωγή προϊόντων (contract manufacturing arrangements). Συγκεκριμένα, τα εν λόγω έσοδα δύνανται να αναγνωρίζονται κατά τον χρόνο που η εταιρεία εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση με τον πελάτη και όχι κατά την παράδοση των προϊόντων στον πελάτη.
– Στην αντιμετώπιση των εγγυήσεων που χορηγούνται σε πελάτες κατά την πώληση καταναλωτικών προϊόντων, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της εγγύησης.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι λιγότερο από ένα χρόνο μετά την έκδοση του προτύπου, τα ανωτέρω Συμβούλια αποφάσισαν να εκδώσουν τροποποιήσεις στο νέο πρότυπο σχετικά με την αναγνώριση εσόδων από τη χορήγηση αδειών (licenses) και τον προσδιορισμό των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη σύμβαση. Οι αλλαγές θα επιδιώξουν να ξεκαθαρίσουν κάποια θέματα εφαρμογής του νέου προτύπου σε ορισμένους κλάδους, όπως αυτός των μέσων μαζικής ενημέρωσης, των φαρμακευτικών προϊόντων, λογισμικού και τηλεπικοινωνιών. Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις θα αντιπροσωπεύουν διευκρινίσεις για το νέο πρότυπο και δεν θα έχουν ως στόχο να αλλάξουν τις βασικές αρχές του προτύπου.
Το νέο πρότυπο θα εφαρμόζεται υποχρεωτικά από τις εταιρείες στις ετήσιες λογιστικές περιόδους που ξεκινούν την ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2018, ωστόσο οι εταιρείες μπορούν να το εφαρμόσουν και νωρίτερα. Ενώ η ημερομηνία έναρξης ισχύος μπορεί να φαίνεται πολύ μακριά, οι αποφάσεις σχετικά με το πότε και πώς θα γίνει η μετάβαση στο νέο πρότυπο πρέπει να ληφθούν σύντομα. Μια γρήγορη απόφαση θα επιτρέψει στις εταιρείες να αναπτύξουν ένα αποτελεσματικό σχέδιο εφαρμογής και να ενημερώσουν έγκαιρα τα κύρια ενδιαφερόμενα μέρη τους.