• Σήμερα είναι: Δευτέρα, 16 Σεπτεμβρίου, 2024

Η λογιστική πρόκληση των ψηφιακών νομισμάτων

Η εκτεταμένη χρήση των digital currencies (κρυπτογραφημένα ψηφιακά νομίσματα) τα κατέστησε όλο και περισσότερο αποδεκτά ως μέθοδο πληρωμής για αγαθά και υπηρεσίες, ως ανταλλακτικό μέσο, ενώ θεωρούνται επίσης και επενδυτικά εργαλεία.

Ο όρος cryptocurrency αναφέρεται στην τεχνολογία που χρησιμοποιείται και βασίζεται σε κρυπτογράφηση ανοικτού κώδικα. Το πιο δημοφιλές ψηφιακό νόμισμα, το Bitcoin, εμφανίστηκε τον Ιανουάριο του 2009 και έκτοτε προέκυψαν επιπλέον νομίσματα, π.χ. Ethereum, Ripple, Litecoin.

Η ταχύτητα, η ευκολία και η εξοικονόμηση κόστους που σχετίζονται με τη χρήση των ψηφιακών νομισμάτων σημαίνει ότι έχουν τη δυνατότητα να αποτελέσουν μια δημοφιλή επιλογή για συναλλαγές. Εταιρείες όπως το EBay, η Dell, το PayPal, η PwC ή ακόμα και πανεπιστήμια αποδέχονται πληρωμές για τις υπηρεσίες τους σε Bitcoin.

Εν αρχή ην το mining

Η αρχική γένεση των κρυπτονομισμάτων και οι συναλλαγές τους γίνονται μέσα σε ένα δίκτυο υπολογιστών και προκύπτουν από τη διαδικασία του mining, δηλαδή «παράγονται» ή «εξορύσσονται» από τερματικά σε όλο τον κόσμο, κάνοντας χρήση ενός υπολογιστικού συστήματος που χρησιμοποιείται για την εξόρυξη (mining rig).

Το mining είναι ένα ανοιχτό σύστημα κοινής αποδοχής, το οποίο χρησιμοποιείται για να επιβεβαιωθούν οι συναλλαγές και να καταγραφούν σε ένα δημόσιο κατάλογο που λέγεται block. Κάθε block περιέχει έναν σύνδεσμο προς το προηγούμενο και το επόμενο block και δημιουργείται μια αλυσίδα, το λεγόμενο blockchain. Αυτή η αλυσίδα συναλλαγών έχει σχεδιαστεί ώστε να μην επιδέχεται αλλαγές στα δεδομένα της αναδρομικά.

Το mining είναι σαν μια γιγάντια λοταρία, όπου υπολογιστές σε όλο τον κόσμο συναγωνίζονται μεταξύ τους, κάνοντας πολύπλοκους υπολογισμούς, και ανταμείβονται σε κρυπτονομίσματα. Λόγω της ύπαρξης αμοιβής, όλο και περισσότεροι miners εμπλέκονται και τόσο πιο ασφαλές γίνεται το δίκτυο, αφού περισσότεροι χρήστες είναι διαθέσιμοι για την επιβεβαίωση κάθε συναλλαγής.

Initial Coin Offerings (ICO)

Ένα ICO αποτελεί μια ανοικτή διαδικασία κατά την οποία μια οντότητα παρουσιάζει ένα καινούργιο project και διαθέτει «μάρκες» (tokens) σε αυτούς που θα συμμετέχουν στη διαδικασία, πριν το κρυπτονόμισμα γίνει διαθέσιμο στην αγορά, σε αντάλλαγμα για πραγματικά ή ψηφιακά νομίσματα.

Τα ICOs δίνουν τη δυνατότητα άντλησης κεφαλαίων από επενδυτές, τα οποία είναι αναγκαία για να ολοκληρωθεί το project, οι οποίοι ευελπιστούν ότι ένα πετυχημένο πρόγραμμα θα αυξήσει σημαντικά την αξία των tokens που κατέχουν. Όταν ένα ICO τελειώσει, τότε το κρυπτονόμισμα (π.χ. Ethereum) εντάσσεται στα συναλλακτήρια και ανταγωνίζεται άλλα κρυπτονομίσματα της αγοράς, σύμφωνα με τους κανόνες προσφοράς και ζήτησης.

Λοιποί τρόποι

Ένας άλλος τρόπος για να αποκτήσει κανείς digital currencies, πέραν της προσφοράς κάποιου προϊόντος ή υπηρεσίας ως αντάλλαγμα, είναι η αγορά τους μέσω διαδικτυακών συναλλακτηρίων με χρήση συμβατικών μέσων συναλλαγής ή την ανταλλαγή με άλλα κρυπτονομίσματα μέσω χρήσης ηλεκτρονικών πορτοφολιών (digital wallets).

Η λογιστική πρόκληση

Αντίθετα με τα παραδοσιακά νομίσματα, το Bitcoin δεν έχει την ιδιότητα του νόμιμου χρήματος (legal tender) και δεν υποστηρίζεται –προς το παρόν τουλάχιστον– από οποιαδήποτε κυβέρνηση. Επιπρόσθετα, η κυκλοφορία του δεν διέπεται ή ρυθμίζεται από κάποια κεντρική τράπεζα, και όλες οι συναλλαγές εκτελούνται και επικυρώνονται από τους χρήστες του συστήματος χωρίς κάποιον μεσάζοντα (π.χ. τράπεζα) που να επιβλέπει τη διαδικασία.

Παρότι η λειτουργία των ψηφιακών νομισμάτων έχει σαν στόχο να βελτιώσει την ικανότητα των μερών να συναλλάσσονται ψηφιακά μεταξύ τους, υπάρχουν αρκετοί επενδυτές που επενδύουν σε Bitcoin με την ελπίδα να πραγματοποιήσουν κεφαλαιακά κέρδη.

Υπάρχει όμως ένα σημαντικό κενό, καθώς τα λογιστικά πρότυπα σήμερα δεν καλύπτουν τις συγκεκριμένες συναλλαγές.

Η πλειονότητα του χρηματοοικονομικού κόσμου θα συμφωνούσε ότι η καλύτερη αποτύπωση στις οικονομικές καταστάσεις ενός ψηφιακού νομίσματος θα ήταν σε εύλογη αξία (fair value). Εξάλλου, αυτή είναι η αξία στην οποία οι επενδυτές είτε θα ρευστοποιήσουν την επένδυσή τους είτε θα μπορούν να συναλλάσσονται για αγαθά και υπηρεσίες.

Α. Ορισμός στοιχείου ενεργητικού (Asset)

Το εννοιολογικό πλαίσιο (conceptual framework) ορίζει ως στοιχείο ενεργητικού έναν πόρο που ελέγχεται από την οντότητα ως αποτέλεσμα παρελθόντων γεγονότων και από το οποίο αναμένεται να προκύψουν μελλοντικά οικονομικά οφέλη στην οικονομική οντότητα.

Η κατοχή ψηφιακού νομίσματος πληροί τον ορισμό, δεδομένου ότι μια οικονομική οντότητα είτε θα επενδύσει είτε θα λάβει ένα ψηφιακό νόμισμα σε αντάλλαγμα για υπηρεσίες/αγαθά (παρελθοντικό γεγονός) και θα είναι σε θέση να αποφασίσει πότε θα το πωλήσει ή θα το χρησιμοποιήσει ως μέσο ανταλλαγής (πόρος που ελέγχεται). Όταν το ψηφιακό νόμισμα πωληθεί ή ανταλλαχθεί, τα οικονομικά οφέλη θα εισρεύσουν στην οντότητα.

Β. Μετρητά και ισοδύναμα μετρητών

Τα μετρητά υπάρχουν με τη μορφή χαρτονομίσματος ή μεταλλικού νομίσματος (fiat-backed currency, η αξία τους δεν αποτελεί ισοδύναμο κάποιου ευγενούς μετάλλου), ενώ εκδίδονται και υποστηρίζονται από μια κυβέρνηση ως νόμιμο μέσο συναλλαγών (legal tender).

Αν και τα ψηφιακά νομίσματα δεν αντιπροσωπεύουν την αξία τους σε χρυσό, δεν εκδίδονται από μια κεντρική τράπεζα, ούτε υποστηρίζονται από κάποια κυβέρνηση. Κατά συνέπεια, δεν φαίνεται να αποτελούν μετρητά σύμφωνα με τα ΔΛΠ. Εδώ αξίζει να αναφέρουμε ότι, προς το παρόν, δεν υπάρχει ορισμός για μετρητά στα ΔΛΠ.

Τα ισοδύναμα μετρητών είναι βραχυπρόθεσμες επενδύσεις υψηλής ρευστότητας, οι οποίες είναι άμεσα μετατρέψιμες σε γνωστά ποσά μετρητών και οι οποίες υπόκεινται σε ασήμαντο κίνδυνο αλλαγής της αξίας τους.

Τα ψηφιακά νομίσματα δεν έχουν ημερομηνία λήξης και υπόκεινται πράγματι σε σημαντικό κίνδυνο αλλαγής της αξίας τους. Κατά συνέπεια, δεν φαίνεται να πληρούν τον ορισμό των ισοδύναμων μετρητών.

Γ. Υλικά στοιχεία ενεργητικού

Οι Ενσώματες Ακινητοποιήσεις (ΔΛΠ 16), τα Επενδυτικά Ακίνητα (ΔΛΠ 40) και τα Αποθέματα (ΔΛΠ 2) αναφέρονται σε στοιχεία ενεργητικού με φυσική υπόσταση. Οι Ενσώματες Ακινητοποιήσεις αποτελούν ιδιοχρησιμοποιούμενους πόρους, τα Επενδυτικά Ακίνητα κατέχονται για την επενδυτική τους προοπτική και τα Αποθέματα κατέχονται προς πώληση κατά τον συνήθη κύκλο εργασιών μιας οντότητας.

Τα ψηφιακά νομίσματα δεν έχουν φυσική υπόσταση, έτσι δεν πληρούν τον ορισμό των Ενσώματων Ακινητοποιήσεων ή των Επενδυτικών Ακινήτων. Οι χρηματιστές-έμποροι (Commodity broker-traders) ψηφιακών νομισμάτων θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν την εξαίρεση μέτρησης των αποθεμάτων σε δίκαιη αξία μέσω αποτελεσμάτων (FVTPL), ωστόσο για εκείνους που η εμπορία δεν είναι η κύρια δραστηριότητα, ο ορισμός του αποθέματος δεν πληρούται επίσης.

Δ. Άυλα στοιχεία ενεργητικού

Χρηματοοικονομικά εργαλεία (Financial instruments) Τα χρηματοοικονομικά εργαλεία (ΔΛΠ 32) είναι συμβάσεις που δημιουργούν ένα χρηματοοικονομικό στοιχείο ενεργητικού σε μια οικονομική οντότητα και μια χρηματοοικονομική υποχρέωση ή ένα συμμετοχικό τίτλο σε κάποια άλλη οικονομική οντότητα.

Καθώς δεν υφίσταται συμβατική σχέση μεταξύ δύο αντισυμβαλλομένων (υπάρχει μόνο ένα μέρος, ο κάτοχος του ψηφιακού νομίσματος), τα cryptocurrencies δεν πληρούν τον ορισμό των χρηματοοικονομικών εργαλείων.

Άυλα στοιχεία ενεργητικού Τα άυλα στοιχεία ενεργητικού (ΔΛΠ 38) είναι προσδιορίσιμα (διαχωρίσιμα και προκύπτουν από συμβατικά ή νομικά δικαιώματα) μη νομισματικά στοιχεία χωρίς φυσική υπόσταση. Τα νομισματικά στοιχεία είναι μετρητά που κατέχονται και στοιχεία που θα εισπραχθούν σε καθορισμένα ποσά κάποιου νομίσματος.

Τα ψηφιακά νομίσματα στερούνται φυσικής υπόστασης και είναι διαχωρίσιμα, δεδομένου ότι θα μπορούσαν να πωληθούν επιμέρους σε κάποια αγορά. Επίσης, πρόκειται για μη νομισματικά στοιχεία, επειδή δεν πληρούν τον ορισμό του χρήματος/μετρητών. Άρα, συνολικά, φαίνεται ότι πληρούν τον ορισμό των άυλων στοιχείων ενεργητικού.

Τα άυλα στοιχεία ενεργητικού αναγνωρίζονται αρχικά στο κόστος. Στη συνέχεια, μια οικονομική οντότητα θα μπορούσε να επιλέξει να τα επιμετρήσει σε κόστος ή σε δίκαιη αξία, μείον αποσβέσεις, με την επιλογή αναπροσαρμογής να είναι διαθέσιμη μόνο σε εκείνα τα περιουσιακά στοιχεία που διαπραγματεύονται σε ενεργές αγορές. Τα κέρδη από την εύλογη αξία θα πρέπει να αναγνωρίζονται στα Ίδια Κεφάλαια μέσω των Λοιπών Εισοδημάτων (OCI) και οι ζημίες θα πρέπει να αναγνωρίζονται στην Κατάσταση Αποτελεσμάτων.

Τα ψηφιακά νομίσματα έχουν απροσδιόριστη ωφέλιμη ζωή και δεν πρέπει να αποσβένονται. Διαπραγματεύονται σε ενεργές αγορές και θα μπορούσαν να αποτιμηθούν σε δίκαιη αξία, ωστόσο απευθείας στα Ίδια Κεφάλαια.

Τι θα μπορούσε να γίνει στο μέλλον;

Ο σκοπός της κατοχής ενός άυλου στοιχείου ενεργητικού ή ενός αποθέματος διαφέρει κατά πολύ από την κατοχή ψηφιακών νομισμάτων.

Το Bitcoin χρησιμοποιείται ως συναλλακτικό μέσο ή ως επενδυτικό μέσο και ως τέτοιο προσιδιάζει σε ένα χρηματοοικονομικό στοιχείο ενεργητικού, όπου η βάση αποτίμησης πρέπει να είναι η δίκαιη αξία μέσω αποτελεσμάτων (όπως τα ξένα νομίσματα ή οι επενδύσεις του εμπορικού χαρτοφυλακίου) και όχι μέσω των Ιδίων Κεφαλαίων.

Επιλογή 1: Νέα καθοδήγηση

Θα μπορούσε να υπάρξει μια καθολική αντιμετώπιση για τα στοιχεία ενεργητικού που κατέχονται για το επενδυτικό δυναμικό τους και για τα οποία η δίκαιη αξία είναι άμεσα διαθέσιμη (άυλα στοιχεία, εμπορεύματα που διαπραγματεύονται σε ενεργή αγορά, ψηφιακά νομίσματα, έργα τέχνης) και δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των υφιστάμενων προτύπων.

Η κατοχή ενός στοιχείου για επενδυτικούς σκοπούς μπορεί να περιλαμβάνει τα βραχυπρόθεσμα κέρδη (εμπορικό χαρτοφυλάκιο), τις μακροπρόθεσμες αποδόσεις (επενδυτικά ακίνητα, ευγενή μέταλλα) ή για χρήση ως μέσο ανταλλαγής.

Παραδείγματα άυλων στοιχείων τα οποία κατέχονται για επενδυτικούς σκοπούς ενδέχεται να περιλαμβάνουν τα δικαιώματα εκπομπής CO2, τα ψηφιακά νομίσματα και τα έργα τέχνης. Στα εμπορεύματα που χρησιμοποιούνται συχνά για επενδυτικούς σκοπούς περιλαμβάνονται ο χρυσός και λοιπά πολύτιμα μέταλλα.

Επιλογή 2: Ενδιάμεσες λύσεις

Νέος ορισμός Θα μπορούσε να εισαχθεί ένας ορισμός για τα μετρητά, προκειμένου να περιλαμβάνει και άλλες ευρέως αποδεκτές εναλλακτικές μεθόδους ανταλλαγής αγαθών και υπηρεσιών.

Practice statement Θα μπορούσε να εκδοθεί κάποια μη δεσμευτική οδηγία (practice statement), η οποία να καθορίζει την προσωρινή λογιστική αντιμετώπιση παρόμοιων θεμάτων, έως ότου διαμορφωθεί ένα οριστικό πλαίσιο για τη χρήση των ψηφιακών νομισμάτων.

Συμπέρασμα

Η λογιστική απεικόνιση των κρυπτονομισμάτων σε εύλογη αξία μέσω των αποτελεσμάτων θα παρείχε την πλέον χρήσιμη πληροφόρηση στους επενδυτές. Ωστόσο, τα υφιστάμενα ΔΛΠ/ΔΠΧΑ δεν φαίνεται να το επιτρέπουν, ούτε περιλαμβάνεται στο πλάνο αλλαγών του Συμβουλίου των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (ΣΔΛΠ).

Οι εφαρμογές που βασίζονται στην τεχνολογία του blockchain θα πρέπει να λειτουργούν μέσα σε κάποιο αποδεκτό ρυθμιστικό πλαίσιο, αλλά αυτό σημαίνει ότι οι ρυθμιστικές αρχές και οι διαφορετικοί επαγγελματικοί κλάδοι θα πρέπει να κατανοήσουν τη σχετική τεχνολογία και τον αντίκτυπό της στις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές.

Λαμβάνοντας υπόψη και την πρόσφατη γνωμοδότησή του ΣΛΟΤ (104/27.02.2018) και μέχρι να θεσπιστούν λογιστικοί κανόνες αντιμετώπισης, τα κρυπτονομίσματα μπορούν να αντιμετωπιστούν λογιστικά:

α) είτε ως απόθεμα, εφόσον προορίζονται για πώληση στη συνήθη δραστηριότητα της οντότητας,

β) είτε ως άυλο περιουσιακό στοιχείο, εφόσον κατέχονται ως επένδυση. Στην περίπτωση αυτή:

i. στο πλαίσιο των ΔΠΧΑ θα επιμετρώνται είτε στο κόστος κτήσεως μείον συσσωρευμένες αποσβέσεις και ζημίες απομείωσης είτε σε δίκαιη αξία και

ii. στο πλαίσιο των ΕΛΠ θα επιμετρώνται στο κόστος κτήσεως μείον συσσωρευμένες αποσβέσεις και ζημίες απομείωσης.

Στέλιος Ντότσιας

Technical Director, BDO Greece