Τίνα Πασσαλάρη
Επικεφαλής Τμήματος Παροχής Υπηρεσιών Βιώσιμης Ανάπτυξης, KPMG
Οι νέες και μεταβαλλόμενες χρηματοοικονομικές συνθήκες οδηγούν τους επενδυτές σε αναθεώρηση των εφαρμοζόμενων μεθοδολογιών λήψης αποφάσεων. Στην αναζήτησή τους για αποδοτικότερες και ασφαλέστερες επενδύσεις, οι επενδυτές στρέφονται στην αξιοποίηση μη οικονομικών πληροφοριών.
Oι αναταράξεις στις διεθνείς αγορές απέδειξαν για πολλοστή φορά την αδυναμία των επενδυτών να προβλέψουν τις επικεί- μενες περιόδους οικονομικής κρίσης, ώστε να προστατέψουν τα κεφάλαια που διαχειρίζονται. Δεκαετίες μετά την υιοθέτηση κριτηρίων αξιολόγησης της διαχείρισης θεμάτων περιβάλλοντος, κοινωνίας και εταιρικής διακυβέρνησης (Environmental, Social and Governance, ESG), ενός οργανισμού στο πλαίσιο των κοινωνικά υπεύθυνων επενδύσεων (Social Responsible Investment, SRI), το σύνολο των επενδυτών αναγνωρίζει σταδιακά τη χρησιμότητα στοιχείων ESG στην αποτίμηση εταιρειών και στη λήψη επενδυτικών αποφάσεων.
Σε πρόσφατη σχετική έκδοσή της, η KPMG αναγνωρίζει την παραπάνω τάση, ταυτόχρονα όμως παρουσιάζονται στοι- χεία που δείχνουν ότι οι επενδυτικές εταιρείες δυσκολεύονται να ενσωματώσουν κριτήρια ESG στις διαδικασίες αξιολόγη- σής τους, οδηγώντας μέχρι στιγμής στην υπερτίμηση ή υποτίμηση εταιρειών. Την ίδια στιγμή, η δημοσιοποίηση μη οικονο- μικών στοιχείων μεταξύ επιχειρήσεων και επενδυτών χρήζει βελτίωσης. Τα εταιρικά τμήματα σχέσεων με επενδυτές (Investor Relations, IR) υποστηρίζουν ότι οι επενδυτές δεν ζητούν στοιχεία ESG, ενώ οι επενδυτές παραπονιούνται ότι οι εταιρεί- ες δεν μπορούν να μεταδώσουν ξεκάθαρα τις ουσιαστικές χρηματοοικονομικές διαστάσεις των ζητημάτων ESG. Αυτό το επικοινωνιακό χάσμα πρέπει να καλυφθεί, δεδομένης της τάσης του επενδυτι- κού κόσμου να εγείρει τις απαιτήσεις του για δημοσίευση μη χρηματοοικονομικών στοιχείων, τα οποία θα συνεκτιμά στις αποφάσεις του.
Οι εταιρείες είναι ανάγκη να ενισχύσουν τη συνεργασία της μονάδας εταιρικής υπευθυνότητας, που συνήθως είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση και επικοινωνία θεμάτων βιώσιμης ανάπτυξης, και της μονάδας IR. Η συνεργασία αυτή θα βοηθήσει τα στελέχη που ασχολούνται με θέματα εταιρικής υπευθυνότητας να κατανοήσουν καλύτερα τις ανάγκες των επενδυτών, οι οποίοι αποτελούν βασικη ομάδα εξωτερικών ενδιαφερομένων μερών, και τα στελέχη IR να αντιληφθούν τις ουσιαστικές επιπτώσεις των ζητημάτων ESG. Επίσης, οι εταιρείες πρέπει να δείξουν ότι έχουν ενσωματώσει τις αρχές εταιρικής υπευθυνότητας στην επιχει- ρηματική τους στρατηγική, ώστε να μεγιστοποιήσουν τα επιχειρηματικά τους οφέλη και να παρουσιάζουν τα στοιχεία τους με τρόπο που να μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τους επενδυτές. Η σύνδεση χρηματοοικονομικών και μη στοι- χείων θεωρείται απαραίτητη. Προς αυτήν την κατεύθυνση δημιουργήθηκε το 2010 η Διεθνής Επιτροπή Έκδοσης Ενιαίων Απολογισμών (International Integrated Reporting Committee, IIRC), η οποία επιχειρεί να αναπτύξει τις αρχές για τη δημοσίευση χρηματοοικονομικών και ESG στοιχείων με ξεκάθαρο, συνοπτικό, αξιό-πιστο και συγκρίσιμο τρόπο.
Αντίστοιχα, οι επενδυτές οφείλουν να ενισχύσουν τη γνώση τους σε θέματα βιώσιμης ανάπτυξης, για να κατανοήσουν τις επιπτώσεις τους στην οικονομική επίδοση των οργανισμών και να αναπτύξουν τους απαιτούμενους μηχανισμούς και κριτήρια για την αξιολόγησή τους. Σε αυτήν την προσπάθεια προτείνεται στους επενδυτές να συνεργαστούν με τις επιχειρήσεις. Η απαίτηση των επενδυτών για περισσότερα ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία ESG ζητημάτων με ουσιαστική οικονομική επίδραση θα παρακινήσει τις επιχειρήσεις να δημιουργήσουν ταχύτερα τις απαιτούμενες δομές εταιρικής βιωσιμότητας. Παράλληλα, οι επενδυτές πρέπει να παρακολουθούν συνεχώς τη νομοθεσία περί ESG, διότι το ρυθμιστικό τοπίο μεταβάλλεται συνεχώς, επηρεάζοντας τη λειτουργία των οργανισμών.
Επί του παρόντος, οι Έλληνες επενδυτές δεν αξιολογούν τις υπάρχουσες διαθέσιμες πληροφορίες εταιρικής υπευθυνότητας και δεν ζητούν πληροφορίες ESG από τις εταιρείες, καθώς δεν φαίνεται να αντιλαμβάνονται την κρισιμότητά τους. Εντούτοις, τα σημάδια από τον επιχει- ρηματικό κόσμο είναι πιο ενθαρρυντικά. Όλο και περισσότερες εταιρείες προχωρούν στη δημοσίευση απολογισμών εταιρικής υπευθυνότητας, ακολουθώντας τις οδηγίες του Global Reporting Initiative (GRI) ή και προχωρώντας στη διασφάλιση του περιεχομένου τους, αυξάνοντας με τον τρόπο αυτό τόσο τις διαθέσιμες πληροφορίες ESG όσο και την αξιοπιστία τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι αρκετές ελληνικές επιχειρήσεις έχουν ήδη κληθεί να ανταποκριθούν σε απαιτήσεις ξένων επενδυτών για πληροφόρηση ESG, γεγονός που –σύμφωνα με τις ίδιες τις εταιρείες– έχει συμβάλει στην περαιτέρω δραστηριοποίησή τους σε θέματα βιώσιμης ανάπτυξης.