• Σήμερα είναι: Τρίτη, 21 Ιανουαρίου, 2025

Πολιτική ελέγχου: διδάγματα που αντλήθηκαν από την κρίση

Πράσινη βίβλος – θέσεις ΣΟΕΛ

Τα μέτρα που θεσπίστηκαν στην Ευρώπη και αλλού αμέσως μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση εστιάστηκαν στην επείγουσα ανάγκη σταθεροποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Ο ρόλος που διαδραμάτισαν οι τράπεζες, τα αμοιβαία κεφάλαια υψηλού κινδύνου και οι κεντρικές τράπεζες, αμφισβητήθηκε και αναλύθηκε σε βάθος.

 

Παρόλα αυτά ελάχιστος λόγος έγινε μέχρι τώρα για το πώς θα βελτιωθεί η λειτουργία του ελέγχου ώστε να συμβάλει στην ενίσχυση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.

Χαιρετίζουμε την Πράσινη Βίβλο, καθώς πιστεύουμε ότι αποτελεί μια επίκαιρη και σημαντική ευκαιρία για διαρθρωτικές αλλαγές στη δομή της ελεγκτικής αγοράς και το ρόλο του ελεγκτή.

Το γεγονός ότι πολλές τράπεζες αποκάλυψαν τεράστιες ζημιές κατά τα έτη 2007 έως και 2009 προκαλεί το ερώτημα πώς οι ελεγκτές μπόρεσαν να καταρτίσουν εκθέσεις ελέγχου των πελατών τους χωρίς επιφυλάξεις γι’ αυτές τις περιόδους, αλλά και κατά πόσον είναι κατάλληλο και επαρκές το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο. Ο έλεγχος, παράλληλα με την εποπτεία και την εταιρική διακυβέρνηση, θα πρέπει να συμβάλλει ουσιαστικά στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, δεδομένου ότι διασφαλίζει το αληθές της χρηματοοικονομικής ευρωστίας όλων των επιχειρήσεων.

Θα πρέπει να τονιστεί ότι οι ελεγκτές διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο και είναι επιφορτισμένοι από το νόμο να διεξάγουν νόμιμους ελέγχους. Η αποστολή αυτή αντιστοιχεί με την εκπλήρωση κοινωνικού ρόλου με τη διατύπωση γνώμης σχετικά με την ακρίβεια και την αξιοπιστία των οικονομικών καταστάσεων των ελεγχόμενων οντοτήτων. Η ανεξαρτησία των ελεγκτών θα πρέπει επομένως να αποτελεί το θεμέλιο του ελεγκτικού περιβάλλοντος.

Ένα άλλο σημαντικό θέμα προς εξέταση είναι αν πρέπει να επιτραπεί σε οποιοδήποτε ελεγκτικό γραφείο να καταστεί τόσο σημαντικό ώστε η εξαφάνισή του να διαταράξει την αγορά. Αν και οι μεγάλες εταιρείες κατέβαλαν προσπάθειες να ελαχιστοποιήσουν τον κίνδυνο αποτυχίας, η ανησυχία συνδέεται με το ερώτημα αν οι «πολύ μεγάλες για να χρεοκοπήσουν» εταιρείες θα μπορούσαν δυνητικά να δημιουργήσουν ενδεχόμενο ηθικών κινδύνων.

Σε αυτό το πλαίσιο η Ε.Ε. επιθυμεί να συζητηθούν και να εξεταστούν ο ρόλος του ελεγκτή, η διακυβέρνηση και η ανεξαρτησία των ελεγκτικών γραφείων, η εποπτεία των ελεγκτών, η δημιουργία ενιαίας αγοράς για την παροχή υπηρεσιών ελέγχου,

Η απλούστευση των κανόνων για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) και τους μικρομεσαίους επαγγελματίες (ΜΜΕπ), καθώς και σχετικά με τη διεθνή συνεργασία για την εποπτεία των διεθνών δικτύων ελέγχου. Στόχος της Πράσινης Βίβλου είναι να καλύψει με σφαιρικό τρόπο τα ζητήματα του ελέγχου, γι’ αυτό και επεκτείνεται πέραν από τα θέματα της εταιρικής διακυβέρνησης.

Η Πράσινη Βίβλος εκδόθηκε από την Ε.Ε. στις 13 Οκτωβρίου 2010 και τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση μέχρι τις 8 Δεκεμβρίου 2010.

Η ευρεία διαβούλευση θα επιτρέψει στην Επιτροπή να αξιολογήσει την αλληλεπίδραση των διαφόρων πολιτικών επιλογών, διατηρώντας συγχρόνως το στόχο της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Η διαβούλευση αυτή θα βοηθήσει επίσης την Επιτροπή να προσαρμόσει την ένταση ενδεχόμενων μελλοντικών μέτρων ανάλογα με το μέγεθος και τη φύση των σχετικών οντοτήτων.

Επίσης, η Επιτροπή θα αρχίσει εξωτερική μελέτη για την αξιολόγηση της εφαρμογής και του αντίκτυπου των ισχυόντων κανόνων, καθώς και για τη συγκέντρωση συμπληρωματικών στοιχείων σχετικά με τη διάρθρωση της αγοράς ελέγχου.

Τα αποτελέσματα της μελέτης θα είναι διαθέσιμα το 2011. Τα θέματα τα οποία πραγματεύεται η Πράσινη Βίβλος επιγραμματικά είναι τα ακόλουθα:

– Ο ρόλος του ελεγκτή

– Πληροφορίες που παρέχουν οι ελεγκτές στα ενδιαφερόμενα μέρη

– Διεθνή Ελεγκτικά Πρότυπα (ISA)

– διακυβέρνηση και ανεξαρτησία των ελεγκτικών γραφείων

– εποπτεία ελεγκτών

– συγκέντρωση και διάρθρωση της αγοράς

– δημιουργία ευρωπαϊκής αγοράς

– απλούστευση

– μικρομεσαίες επιχειρήσεις και επαγγελματίες

– MME

– MMEπ

– διεθνής συνεργασία

Οι ομόφωνες θέσεις του Ινστιτούτου Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών Ελλάδος επτων ερωτημάτων της Πράσινης Βίβλου είναι αυτές που περιγράφονται παρακάτω στις τριάντα οκτώ ερωτήσεις οι οποίες αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της Πράσινης Βίβλου.

 

Θέσεις Σώματος Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών Ελλάδος επί των ερωτημάτων της Πράσινης Βίβλου

1. Έχετε να διατυπώσετε γενικές παρατηρήσεις σχετικά με την προσέγγιση και τους σκοπούς της παρούσας Πράσινης Βίβλου;

Κρίνουμε ότι μια διαδικασία ανοικτής και ειλικρινούς διαβούλευσης είναι αναγκαία για την ουσιαστική προσέγγιση των θεμάτων της Πράσινης Βίβλου. Στο πλαίσιο αυτό θέλουμε να συμβάλουμε δημιουργικά στις προσπάθειες διαμόρφωσης της βέλτιστης ρυθμιστικής διευθέτησης των σχετικών θεμάτων από την Επιτροπή.

 

2. Πιστεύετε ότι πρέπει να καθοριστεί καλύτερα ο κοινωνικός ρόλος του ελέγχου όσον αφορά την αλήθεια των οικονομικών καταστάσεων;

Η αποσαφήνιση του κοινωνικού ρόλου των ελεγκτών θα συμβάλει στην κάλυψη της απόκλισης που παρατηρείται στις προσδοκίες των ενδιαφερόμενων μερών σχετικά με την αποστολή και την αποτελεσματικότητα του ελέγχου, όπως επισημαίνεται από την Επιτροπή.

 

3. Πιστεύετε ότι θα μπορούσε να βελτιωθεί περαιτέρω το γενικό επίπεδο της «ποιότητας του ελέγχου»;

Το επίπεδο της «ποιότητας του ελέγχου» αποτελεί για εμάς αντικείμενο διαρκούς βελτίωσης. Η δημόσια εποπτεία, η απο- τελεσματική επιθεώρηση του ασκούμενου ελεγκτικού έργου από την ανεξάρτητη ρυθμιστική αρχή που έχει συσταθεί και λειτουργεί στη χώρα μας, όπως και η δημοσιοποίηση των σχετικών ευρημάτων με διαφάνεια θα συμβάλει στην επιδιωκόμενη βελτίωση της «ποιότητας του ελέγχου».

 

4. Πιστεύετε ότι οι έλεγχοι θα πρέπει να εγγυώνται τη χρηματοοικονομική ευρωστία των επιχειρήσεων; Είναι οι έλεγχοι κατάλληλοι για το σκοπό αυτόν;

Υπό τις παρούσες συνθήκες οικονομικής κρίσης είναι αναγκαία η βελτίωση της παρεχόμενης χρηματοοικονομικής πληροφόρησης από τις εταιρείες σχετικά με το επίπεδο της ευρωστίας τους, τις γνωστοποιήσεις που περιλαμβάνονται στις ελεγχόμενες οικονομικές καταστάσεις για τη συνέχιση των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων και την αντιμετώπιση των διαγραφόμενων κινδύνων. Αποσαφηνίζοντας τα παραπάνω θέματα, ο έλεγχος πρέπει να παρέχει εύλογη διασφάλιση για την εγκυρότητα των σχετικών γνωστοποιήσεων, αλλά δεν μπορεί να «εγγυάται» τη χρηματοοικονομική ευρωστία των επιχειρήσεων.

 

5. Για να μειωθεί η απόκλιση από τις προσδοκίες και να αποσαφηνιστεί ο ρόλος των ελεγκτών, θα πρέπει η μέ- θοδος ελέγχου που χρησιμοποιήθηκε να εξηγηθεί καλύτερα στους χρήστες;

Η ουσιαστική επικοινωνία των ελεγκτών τόσο με τις Επιτροπές Ελέγχου των εταιρειών όσο και με τις ανεξάρτητες ρυθμιστικές αρχές θα συμβάλλει στη μείωση της παρατηρούμενης απόκλισης των προσδοκιών που έχουν τα ενδιαφερόμενα μέρη από τον έλεγχο. Η καθολική εφαρμογή των Διεθνών Προτύπων Ελέγχου αποτελεί για τους χρήστες θετικό παράγοντα, που διευκολύνει την κατανόηση της χρησιμοποιούμενης μεθοδολογίας ελέγχου.

 

6. Θα πρέπει να ενισχυθεί ο «επαγγελματικός σκεπτικισμός»; Πώς θα μπορούσε να επιτευχθεί αυτό;

Η επίδειξη «επαγγελματικού σκεπτικισμού» κατά την άσκηση των ελεγκτικών καθηκόντων αποτελεί βασική απαίτηση των εφαρμοζόμενων στη χώρα μας Διεθνών Προτύπων Ελέγχου. Αν και η πρακτική εφαρμογή της προαναφερόμενης αρχής επηρεάζεται από την προσωπική συμπεριφορά, την εμπειρία και την επαγγελματική κρίση αξιολόγησης των περιστάσεων, πιστεύουμε ότι η υιοθέτηση ή/ και η ενδυνάμωση των υφιστάμενων συστημάτων και εσωτερικών διαδικασιών ποιοτικής αξιολόγησης των ελεγκτικών έργων και διαβούλευσης στις ελεγκτικές εταιρείες, όπως και η εκπαίδευση και η διατήρηση έμπειρου ελεγκτικού προσωπικού, αποτελούν το μέσο διασφάλισης της επίδειξης «επαγγελματικού σκεπτικισμού» στην πράξη. Τα πρόσφατα εκδοθέντα «Διευκρινισμένα Διεθνή Πρότυπα Ελέγχου» περιλαμβάνουν πολλές αναθεωρήσεις που δίνουν έμφαση στη σπουδαιότητα του «επαγγελματικού σκεπτικισμού» σε περιοχές-κλειδιά του ελέγχου, όπως ο κίνδυνος της δυνατότητας της δικοίκησης να υπερκεράσει τις εσωτερικές δικλίδες ασφαλείας, τις συναλλαγές με τα συνδεδεμένα μέρη, τις επιβεβαιωτικές επιστολές, τις εκτιμήσεις των εύλογων αξιών.

 

7. Θα πρέπει να αναθεωρηθεί η αρνητική αντίληψη όσον αφορά τις επιφυλάξεις σε έκθεση ελέγχου; Εάν ναι, πώς;

Η διατύπωση επιφυλάξεων στη γνώμη του ελεγκτή αποτελεί όντως σοβαρό ζήτημα, αλλά θα πρέπει να διασφαλίζεται η ανεξαρτησία του ελεγκτή σαν θεμέλιο για τη διατύπωση ακριβοδίκαιης ελεγκτικής γνώμης. Εντούτοις θα ήταν εξαιρετικά δυσχερές να διατυπωθούν από τους ελεγκτές δημοσίως γνωμοδοτήσεις για τη συγκριτική αξιολόγηση της σχετικής επίδοσης των εταιρειών και τη διαβάθμιση της ποιότητας των οικονομικών τους καταστάσεων σε σχέση με άλλες εταιρείες ή τον κλάδο στον οποίο δραστηριοποιούνται. Αποτελεί ανοικτό θέμα προς περαιτέρω διερεύνηση η ουσιαστική αξιολόγηση των υφιστάμενων επιχειρηματικών κινδύνων, εντούτοις θα πρέπει να επισημανθούν οι εγγενείς περιορισμοί στην επίτευξη διαφορετικών στόχων, όπως είναι η διασφάλιση της εγκυρότητας της πληροφόρησης που παρέχει η διοίκηση μέσω των οικονομικών καταστάσεων και η ταυτόχρονη αξιολόγηση των σχετικών επιδόσεων.

 

8. Ποιες άλλες πληροφορίες θα πρέπει να παρέχονται στα εξωτερικά ενδιαφερόμενα μέρη και πώς;

Με βάση τα ισχύοντα στη χώρα μας Διεθνή Πρότυπα Ελέγχου και την Οδηγία της Ε.Ε. περί υποχρεωτικού ελέγχου, όπως έχει νομοθετηθεί στην Ελλάδα με το Ν. 3693/2008, οι ελεγκτές αναφέρουν στην Επιτροπή Ελέγχου των εταιρειών κάθε σημαντικό θέμα που περιέρχεται στην αντίληψή τους κατά την άσκηση του υποχρεωτικού ελέγχου και αφορά το σύστημα και το περιεχόμενο χρηματοοικονομικής πληροφόρησης. Θα ήταν χρήσιμη η δημοσιοποίηση των ανωτέρω αναφορών μέσω των σχετικών γνωστο- ποιήσεων των Επιτροπών Ελέγχου προς τους μετόχους και τα εξωτερικά ενδιαφερόμενα μέρη. Από την άλλη πλευρά, η αξιολόγηση των διαδικασιών εσωτερικού ελέγχου αποτελεί ζήτημα που πρέπει να διερευνηθεί περαιτέρω, ενώ η καταρχήν εκτίμηση των διαγραφόμενων κινδύνων δεν μπορεί να ξεκινά από την Έκθεση Ελέγχου.

 

9. Υπάρχει κατάλληλος και τακτικός διάλογος μεταξύ των εξωτερικών ελεγκτών, των εσωτερικών ελεγκτών και της Επιτροπής Ελέγχου; Αν όχι, με ποιο τρόπο μπορεί να βελτιωθεί η επικοινωνία;

Το επίπεδο επικοινωνίας και διαλόγου μεταξύ των εξωτερικών και εσωτερικών ελεγκτών και των Επιτροπών Ελέγχου στη χώρα μας πρέπει να αναβαθμιστεί. Για την επίτευξη αυτού του στόχου οι εξωτερικοί ελεγκτές εφαρμόζοντας τα ΔΠΕ θα πρέπει να καταρτίζουν πρόγραμμα επικοινωνίας με τα αρμόδια τμήματα εσωτερικού ελέγχου και τις Επιτροπές Ελέγχου, εξασφαλίζοντας επαρκή τεκμηρίωση των σχετικών παραδοτέων και αναφορών. Από την άλλη πλευρά θα πρέπει να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίζεται ο ουσιαστικός ρόλος της Ελεγκτικής Επιτροπής στις επιχειρήσεις, ώστε αυτός να μην περιορίζεται στην τυπική ικανοποίηση των κατά νόμο προβλεπόμενων απαιτήσεων

 

10. Πιστεύετε ότι οι ελεγκτές θα πρέπει να συμβάλουν στην εξασφάλιση της αξιοπιστίας των πληροφοριών που παρέχουν οι εταιρείες στο πλαίσιο της κοινωνικής και περιβαλλοντικής ευθύνης των επιχειρήσεων;

Σε επίπεδο εφαρμογής αρχών οι ελεγκτές θα πρέπει να διαδραματίζουν ρόλο στην πληροφόρηση που παρέχουν οι εταιρείες για την κοινωνική και περιβαλλοντική τους ευθύνη, συνεκτιμώντας το επίπεδο ανάπτυξης των θεμάτων της αειφορίας στις οικονομικές καταστάσεις. Για την κάλυψη των υφιστάμενων κενών θα ήταν χρήσιμη η υιοθέτηση και εφαρμογή διεθνών προτύπων πληροφόρησης επί του προκειμένου θέματος.

 

11. Ο ελεγκτής θα πρέπει να επικοινωνεί σε τακτική βάση με τα ενδιαφερόμενα μέρη; Επίσης, θα πρέπει να μειωθεί το χρονικό διάστημα μεταξύ του τέλους του έτους και της ημερομηνίας της ελεγκτικής γνώμης;

Σύμφωνα με τις απαιτήσεις της κεφαλαιαγοράς, η ενδιάμεση χρηματοοικονομικη πληροφόρηση των εισηγμένων εταιρειών στην Ελλάδα υπόκειται υποχρεωτικά στην επισκόπηση των ελεγκτών. Η καθολική εφαρμογή του μέτρου αυτού δεν κρίνεται σκόπιμη για τις λοιπές εταιρείες. Η επισκόπηση της ενδιάμεσης χρηματοοικονομικής πληροφόρησης των μη εισηγμένων εταιρειών καθορίζεται από τις μητρικές τους εταιρείες εφόσον είναι εισηγμένες ή από τις ίδιες ανάλογα με τις ανάγκες τους. Το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ του τέλους χρήσεως και της ημερομηνίας έκδοσης της Έκθεσης Ελέγχου κρίνεται ως επαρκές, όπως καθορίζεται από τις απαιτήσεις της κεφαλαιαγοράς και της υφιστάμενης εμπορικής νομοθεσίας. Δεδομένης της ανάγκης της διαβούλευσης σχετικά με τα δύσκολα θέματα που ανακύπτουν από τον έλεγχο, τα επιταχυνόμενα χρονοδιαγράμματα υποβολής των οικονομικών καταστάσεων μπορεί να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στην ποιότητα και στο κόστος του ελέγχου.

 

12. Ποια άλλα μέτρα θα μπορούσαν να προβλεφθούν για να αυξηθεί η αξία των ελέγχων;

Βασική προϋπόθεση για την επαύξηση της αξίας των ελέγχων είναι η βελτίωση της επικοινωνίας ελεγκτών, ελεγχομένων και ρυθμιστικών αρχών. Η επικοινωνία αυτή θα διευκολύνονταν με διμερείς ή τριμερείς συσκέψεις των εμπλεκόμενων μερών (ελεγκτές, ελεγχόμενοι, ρυθμιστικές αρχές) με σκοπό τη διαβούλευση για την υιοθέτηση της βέλτιστης ελεγκτικής προσέγγισης. Στο πλαίσιο αυτό η διεύρυνση του εύρους του ελέγχου σε θέματα κινδύνων, εσωτερικού ελέγχου και εταιρικής διακυβέρνησης θα ήταν ουσιαστικότερη εξέλιξη από την απλή προσθήκη όποιων επιπλέον εκθέσεων θα έπρεπε να συνοδεύουν τις ελεγχόμενες οικονομικές καταστάσεις.

 

13. Ποια είναι η γνώμη σας σχετικά με τη θέσπιση των ISA στην Ε.Ε.;

Τα Διεθνή Πρότυπα Ελέγχου ήδη εφαρμόζονται στη χώρα μας για τους υποχρεωτικούς ελέγχους των οικονομικών καταστάσεων της διαχειριστικής χρήσης 2009. Η καθολική εφαρμογή τους θα εξυπηρετούσε τη συνέπεια των όρων διενέργειας των υποχρεωτικών ελέγχων σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ

 

14. Θα πρέπει η εφαρμογή των προτύπων ISA να είναι υποχρεωτική από το νόμο σε όλη την Ε.Ε.; Εάν ναι, θα πρέπει να επιλεγεί προσέγγιση έγκρισης των προτύπων ανάλογη με εκείνη που ισχύει για τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ); Διαφορετικά, δεδομένου ότι τα πρότυπα ISA χρησιμοποιούνται ευρέως στην Ε.Ε., θα πρέπει η χρήση των ISA να ευνοηθεί περαιτέρω μέσω μη δεσμευτικών νομοθετικών πράξεων (σύστασης, κώδικα δεοντολογίας);

Η υιοθέτηση των Διεθνών Προτύπων Ελέγχου πρέπει να είναι συνολική και θα ήταν προτιμότερο να υλοποιηθεί μέσω δεσμευτικών νομοθετικών πράξεων, κατόπιν σχετικής διαβούλευσης μεταξύ Ε.Ε. και ΙΑASΒ.

 

15. Θα πρέπει τα πρότυπα ISA να υποστούν περαιτέρω προσαρμογές, ανάλογα με τις ανάγκες των ΜΜΕ και των ΜΜΕπ;

Θεωρούμε ότι τα Διεθνή Πρότυπα Ελέγχου είναι επιδεκτικά εφαρμογής στις Μικρές και Μεσαίες Επιχειρήσεις (ΜΜΕ), γι’ αυτό το σκοπό η IAASB έχει ήδη δημοσιεύσει οδηγίες εφαρμογής των προτύπων ανάλογα με το μέγεθος της ελεγχόμενης εταιρείας. Εντούτοις είναι αναγκαία η περαιτέρω επεξεργασία και εξειδίκευση των προτύπων για την πληρέστερη ικανοποίηση των αναγκών ελέγχου των ΜΜΕ.

 

16. Υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων όταν ο ελεγκτής διορίζεται και αμείβεται από την ελεγχόμενη οντότητα; Ποιες άλλες λύσεις θα συνιστούσατε σε αυτό το πλαίσιο;

Κατά τη γνώμη μας η ορθή λειτουργία που προβλέπει το εταιρικό δίκαιο, δηλαδή διακριτοί ρόλοι μεταξύ μετόχων, διοίκησης, Επιτροπής Ελέγχου και εξωτερικών ελεγκτών, καθώς και η απόλυτη προσήλωση στους κανόνες της εταιρικής διακυβέρνησης, θα ελαχιστοποιήσουν τον κίνδυνο σύγκρουσης συμφερόντων όταν ο ελεγκτής διορίζεται και αμείβεται από την ελεγχόμενη οντότητα.

17. Θα ήταν δικαιολογημένος ο διορισμός από τρίτο μέρος σε ορισμένες περιπτώσεις;

Θεωρούμε ότι, αν λειτουργούν τα όργανα της εταιρείας σύμφωνα με τους κανόνες του εταιρικού δικαίου, δεν γεννάται θέμα διορισμού από τρίτο μέρος των ελεγκτών.

 

18. Ο διαρκής διορισμός των ελεγκτικών γραφείων θα πρέπει να περιοριστεί χρονικά; Εάν ναι, ποια θα πρέπει να είναι η μέγιστη διάρκεια διορισμού ενός ελεγκτικού γραφείου;

Τα τελευταία χρόνια, μεμονωμένες αλλά μεγάλης δημοσιότητας αποτυχίες στην παροχή χρηματοοικονομικής πληροφόρησης παρακίνησαν κάποιους να απαιτήσουν ενίσχυση της ανεξαρτησίας των ελεγκτών μέσω της υποχρεωτικής εναλλαγής των ελεγκτικών εταιρειών. Στην πράξη αυτή η μεταρρύθμιση, που αντιτίθεται στους κανόνες της αγοράς, θα εξαλείφει, σε περιοδική βάση, συσσωρευμένη εμπειρία που αποκτούν οι ελεγκτές από παγκοσμιοποιημένες επιχειρήσεις, με επιζήμιες συνέπειες στην ποιότητα των ελέγχων. Και η Ε.Ε. και οι ΗΠΑ έχουν ήδη θεσμοθετήσει πιο αποτελεσματικά μέτρα προστασίας της ανεξαρτησίας των ελεγκτών.

Είμαστε αντίθετοι στην υποχρεωτική εναλλαγή των ελεγκτικών εταιρειών, διότι οποιαδήποτε πιθανή συνεισφορά στην υπόθεση της ανεξαρτησίας του ελεγκτή θα προκύπτει με υψηλό κόστος και εις βάρος της ποιότητας των ελέγχων, που δεν είναι αποδεκτό. Επιπλέον, η υποχρεωτική εναλλαγή θα υποβαθμίσει την αξιοπιστία της οικονομικής πληροφόρησης και θα υπονομεύσει το κύρος των ελεγκτών.

Πιστεύουμε ότι η υποχρεωτική εναλλαγή μειώνει την αποτελεσματικότητα του ελέγχου. Με την πάροδο των ετών, πα- γκοσμιοποιημένες επιχειρήσεις γίνονται με αυξανόμενο ρυθμό περισσότερο πολύπλοκες, όπως και ο έλεγχος των αντίστοιχων οικονομικών καταστάσεών τους.

Οι ελεγκτικές εταιρείες συνεπώς υποχρεώνονται να επενδύουν σημαντικό χρόνο και κόστη ώστε να δημιουργούν πλήρη αντίληψη των πολυσύνθετων λειτουργιών των ελεγχόμενων εταιρειών, καθώς και των σύγχρονων απαιτήσεων χρηματοοικονομικής πληροφόρησης.

Πιστεύουμε ότι η απώλεια της γνώσης των δεδομένων της ελεγχόμενης εταιρείας κάθε λίγα χρόνια, στην πραγματικότητα, θα υποβαθμίσει την ποιότητα του ελέγχου. Είναι θεμελιώδες οι ελεγκτές να έχουν βαθιά αντίληψη των λειτουργιών και διαδικασιών των εταιρειών που ελέγχουν και ταυτόχρονα να διατηρούν την ανεξαρτησία και αντικειμενικότητά τους. Η υποχρεωτική εναλλαγή επίσης αυξάνει το κόστος και την απασχόληση των επιχειρήσεων, καθώς οι νεοεισερχόμενοι ελεγκτές πρέπει να εκπαιδευτούν και να ενημερωθούν σχετικά με τις εργασίες των επιχειρήσεων που θα ελέγξουν.

Η εκ του νόμου ανάληψη της συνολικής ευθύνης του ελέγχου από τον προεξάρχοντα ελεγκτή σε όμιλο εταιρειών επιδεινώνει ακόμη περισσότερο το κόστος και αυξάνει τον κίνδυνο να μην εντοπιστούν σημαντικά προβλήματα λόγω του κατακερματισμού του ελεγκτικού έργου και των διαφοροποιήσεων στις ελεγκτικές μεθοδολογίες διαφορετικών ελεγκτικών εταιρειών απ’ ότι διαφαίνεται θα ακολουθήσει σύντομα και τα υπόλοιπα κράτη. Δεν είναι τυχαίο ότι μεγάλοι διεθνείς οργανισμοί, όπως το Διεθνές Εμπορικό Επιμελητήριο (ICC), το Ευρωπαϊκό – Αμερικανικό Επιχειρηματικό Συμβούλιο (EABC), η UNICE και άλλοι οργανισμοί, τέθηκαν κατηγορηματικά κατά της υποχρεωτικής εναλλαγής των ελεγκτικών εταιρειών όταν κλήθηκαν να εκφράσουν την άπο- ψή τους κατά τη διάρκεια της συζήτησης της Oδηγίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, επικαλούμενοι τους λόγους και προ- βάλλοντας ακριβώς τα ίδια επιχειρήματα που αναπτύχθηκαν πιο πάνω.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ειδική μελέτη ενός από τα καλύτερα και σπουδαιότερα πανεπιστήμια μεταπτυχιακών επιχειρηματικών σπουδών (Business Schools) στον κόσμο, το Πανεπιστήμιο Bocconi του Μιλάνου (Bocconi School of Management), που δημοσιεύθηκε στους Financial Times, σύμφωνα με την οποία αμφισβητείται σφόδρα η αποτελεσματικότητα και ως εκ τούτου η χρησιμότητα του μέτρου της υποχρεωτικής εναλλαγής των ελεγκτικών εταιρειών. Σύμφωνα με τη μελέτη αυτή, η οποία εστιάζει την προσοχή της στην Ιταλία, τη μοναδική χώρα στην Ευρώπη που υιοθέτησε το μέτρο αλλά δεν απέφυγε τα σκάνδαλα (περισσότερα από οποιαδήποτε άλλη χώρα), η υποχρεωτική εναλλαγή των ελεγκτικών εταιρειών απέτυχε να δώσει στις μικρότερες ελεγκτικές εταιρείες σημαντικότερο ρολό στον έλεγχο μεγαλύτερων εταιρειών και είχε αρνητικές μάλιστα επιπτώσεις.

Αφορμή για τη μελέτη αποτέλεσε η συζήτηση της αναθεώρησης της 8ης Οδηγίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε συνδυασμό με τα σκάνδαλα της Enron και της Parmalat. Σύμφωνα με τη μελέτη, τα υποτιθέμενα επιδιωκόμενα οφέλη του μέτρου αυτού, μετά από τη μακρόχρονή εφαρμογή του, δεν ήρθαν ποτέ. Αντίθετα, με δεδομένο ότι οι έλεγχοι των μεγάλων εταιρειών είναι συγκεντρωμένοι στα χέρια των μεγάλων ελεγκτικών εταιρειών, παρατηρήθηκε ότι τα περισσότερα ελεγκτικά λάθη τα οποία συμβαίνουν στα δύο πρώτα χρόνια του έλεγχου οφείλονταν σε έλλειψη γνώσης της λειτουργίας των ελεγχόμενων οικονομικών μονάδων και κατά συνέπεια η ωφέλεια που αναμενόταν να προκύψει από «μια καινούργια ματιά» δεν επήλθε.

Ειδικότερα, η μελέτη αναφέρει: «The artificial attractions of a policy that would seem to make auditors more independent of their clients are more than offset by the increased costs and effect on audit quality». Η μελέτη κάνει εκτενή αναφορά σε εναλλακτικούς τρόπους διασφάλισης της ανεξαρτησίας των ελεγκτών, όπως ο διαχωρισμός των ελεγκτικών και συμβουλευτικών υπηρεσιών, η εναλλαγή του κύριου ελεγκτή, η λειτουργία των επιτροπών έλεγχου και η ενίσχυση της εταιρικής διακυβέρνησης. Τελειώνοντας, θεωρούμε ιδιαίτερα επικίνδυνη και άσκοπη την υιοθέτηση ενός μέτρου που έχει αποδειχθεί ότι όχι μόνο δεν είναι αποτελεσματικό αλλά θα οδηγήσει σε πληθώρα προβλημάτων, θα μειώσει την ποιότητα και αποτελεσματικότητα του ελέγχου, θα ενισχύσει τυχόν προσπάθειες των διοικήσεων να υιοθετήσουν πρακτικές που δεν εξυπηρετούν τους μετόχους και τους χρήστες εν γένει των οικονομικών καταστάσεων και σίγουρα θα αποθαρρύνει τις ξένες επενδύσεις.

 

19. Θα πρέπει να απαγορεύεται η παροχή μη ελεγκτικών υπηρεσιών από ελεγκτικά γραφεία; μια τέτοια απα- γόρευση θα πρέπει να εφαρμόζεται σε όλα τα ελεγκτικά γραφεία και τους πελάτες τους ή μόνο σε ορισμένα είδη οργανισμών, όπως οι συστημικοί χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί;

Η παροχή μη ελεγκτικών υπηρεσιών από τις ελεγκτικές εταιρείες δεν δημιουργεί σύγκρουση συμφερόντων, καθώς πολλές από αυτές τις υπηρεσίες βασίζονται στη γνώση που αποκτούν οι ελεγκτές από τον έλεγχο, προσφέροντας λοιπές υπηρεσίες διασφάλισης που αναφέρονται σε ειδικές ή κλαδικές ρυθμιστικές αρχές. Επιπλέον, η παροχή ενός ευρέος φάσματος υπηρεσιών ενισχύει τις ελεγκτικές εταιρείες να προσελκύουν και να διατηρούν υψηλού επιπέδου επαγγελματίες ανάλογων δεξιοτήτων, που είναι απαραίτητες για τη διενέργεια υψηλής ποιότητας ελέγχων. Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, οι υπηρεσίες αυτές επιθεωρούνται από τις Ελεγκτικές Επιτροπές των εταιρειών, ενώ οι περιορισμοί που επιβάλλονται τόσο από τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες όσο και από τον κώδικα δεοντολογίας της IFAC θέτουν κανόνες που διασφαλίζουν την αντικειμενικότητα και ανεξαρτησία των ελεγκτών. Η εφαρμογή των εν λόγω περιοριστικών μέτρων θα πρέπει να υπόκειται σε αυστηρή δημόσια εποπτεία και καταλογισμό. Ο περιορισμός της παροχής των επιτρεπόμενων, από τους ισχύοντες κανόνες ανεξαρτησίας, μη ελεγκτικών υπηρεσιών θα μειώσει τη διαθεσιμότητα εξειδικευμένου προσωπικού στις ελεγκτικές εταιρείες και θα αυξήσει την εξάρτησή τους από επαγγελματίες εμπειρογνώμονες, με επιβάρυνση του κόστους διενέργειας των ελέγχων.

 

20. Θα πρέπει να προβλέπεται νομοθετική ρύθμιση σχετικά με το ανώτατο επίπεδο αμοιβών που μπορεί να λάβει ένα ελεγκτικό γραφείο από ένα και μόνο πελάτη;

Το θέμα αυτό έχει ικανοποιητικά διευθετηθεί από το νέο κανόνα δεοντολογίας της IFAC, σύμφωνα με τον οποίο εάν οι συνολικές αμοιβές από μία ελεγχόμενη οντότητα και μόνον ανέρχονται στο 15% των συνολικών αμοιβών για δύο συνεχόμενα έτη, απαιτείται η ειδική επισκόπηση του ελέγχου της δεύτερης χρήσης, συνεπώς δεν υφίσταται ανάγκη ειδικής νομοθέτησης επί του θέματος αυτού, εφόσον υιοθετηθεί η εφαρμογή των ΔΠΕ και του νέου κανόνα δεοντολογίας της IFAC.

 

21. Θα πρέπει να θεσπιστούν νέοι κανόνες σχετικά με τη διαφάνεια των οικονομικών καταστάσεων των ελεγκτικών γραφείων;

Τα μέτρα που θα ληφθούν πρέπει να εξασφαλίζουν την ποιότητα του ελεγκτικού έργου, ενώ οι ρυθμίσεις που αφορούν τη συγκρότηση των ελεγκτικών εταιρειών και τη δημοσίευση των οικονομικών τους καταστάσεων καθορίζεται από τις διατάξεις της εταιρικής νομοθεσίας που ισχύουν σε κάθε χώρα. Στην Ελλάδα, συγκεκριμένα, οι οικονομικές καταστάσεις των ελεγκτικών εταιρειών υπόκεινται στους ίδιους κανόνες δημοσιότητας και ελέγχου που ισχύουν για όλες τις εταιρείες. Επιπλέον, σύμφωνα με τον ισχύοντα νόμο, οι ελεγκτικές εταιρείες δημοσιοποιούν από το διαδικτυακό τους τόπο και υποβάλλουν προς την αρμόδια ρυθμιστική αρχή ετήσια έκθεση διαφάνειας στην οποία υποχρεωτικά περιλαμβάνονται αναλυτικές πληροφορίες για τα θέματα διάρθρωσης έννομων σχέσεων, εταιρικής διακυβέρνησης, εσωτερικού συστήματος διασφάλισης ποιότητας, εξασφάλισης της ανεξαρτησίας, συνεχούς εκπαίδευσης, διενέργειας ποιοτικών ελέγχων, όπως και χρηματοοικονομικές πληροφορίες εσόδων και καταβαλλόμενων αμοιβών στους νόμιμους ελεγκτές και στους μετόχους.

 

22. Ποια άλλα μέτρα θα μπορούσαν να προβλεφθούν στη διακυβέρνηση των ελεγκτικών γραφείων ώστε να αυξη- θεί η ανεξαρτησία των ελεγκτών;

Οι όροι διακυβέρνησης των ελεγκτικών γραφείων πρέπει να ικανοποιούν ευρύτερους στόχους ουσιαστικότερης επικοινωνίας με τις ελεγχόμενες εταιρείες, διαφάνειας και εποπτείας από τις δημόσιες αρχές.

 

23. Θα πρέπει να διερευνηθούν άλλες δομές, ώστε τα ελεγκτικά γραφεία να μπορούν να αντλούν κεφάλαια από άλλες πηγές;

Εφόσον εξασφαλίζεται πλήρως η ανεξαρτησία των ελεγκτών, το θέμα αυτό μπορεί να διερευνηθεί περαιτέρω. Εντούτοις η εφαρμογή μεθόδων χρηματοδότησης από εξωτερικούς επενδυτές στις ελεγκτικές εταιρείες θα αύξανε τις πιέσεις για βραχυπρόθεσμες αποδόσεις, που δεν ευθυγραμμίζονται με τις αρχές της αντικειμενικότητας και της ανεξαρτησίας και τη στρατηγική ανάγκη για βελτίωση της ποιότητας των ελέγχων.

Από την άλλη πλευρά, η καθιέρωση ενός σημαντικού ορίου αστικής ευθύνης και ασφαλιστικής κάλυψης των ελεγκτικών γραφείων προωθεί την αειφορία τους, αποσαφηνίζοντας το επίπεδο των προσδοκιών των ενδιαφερόμενων που δύνανται να εγείρουν αξιώσεις για την κάλυψη ζημιών από θετική ενέργεια ή παράλειψη των ελεγκτών.

 

24. Συμφωνείτε με τις προτάσεις σχετικά με τους ελεγκτές ομίλων; Έχετε άλλες ιδέες σχετικά με το θέμα αυτό;

Με την ανάπτυξη της συνεργασίας των εποπτικών αρχών σε διακρατικό επίπεδο και τη διευθέτηση, με τις κατάλληλες νομικές ρυθμίσεις σε εθνικό επίπεδο, των κωλυμάτων που έχουν προκύψει σχετικά με την προστασία προσωπικών δεδομένων, θα πρέπει να αρθούν τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι ελεγκτές ομίλων, που σύμφωνα με τα ΔΕΠ φέρουν πλήρη ευθύνη για τον έλεγχο των ενοποιημέ- νων οικονομικών καταστάσεων.

 

25. Ποια μέτρα θα πρέπει να προβλεφθούν ώστε να βελτιωθεί περαιτέρω η ολοκλήρωση και η συνεργασία για την εποπτεία των ελεγκτικών γραφείων σε επίπεδο Ε.Ε.;

Στο πλαίσιο των διαδικασιών Lamfalussy υποστηρίζουμε τη μετατροπή του European Group of Auditors Oversight Bodies σε Επιτροπή Επιπέδου 3, για την εναρμόνιση των διαδικασιών εποπτείας, εντούτοις οι διαδικασίες επιθεώρησης πρέπει να συνεχίσουν να ασκούνται σε εθνικό επίπεδο. Επιπλέον, αποτελεί κρίσιμο παράγοντα η διάθεση εξειδικευμένων πόρων για την ανάπτυξη της δημόσιας εποπτείας του έργου των ελεγκτών στην Ευρώπη και τη διεθνή συνεργασία με τρίτες χώρες.

 

26. Πώς θα μπορούσε να αυξηθεί η διαβούλευση και η επικοινωνία μεταξύ του ελεγκτή μεγάλων εισηγμένων εταιρειών και των ρυθμιστικών αρχών;

Η συνεργασία των ελεγκτών μεγάλων εισηγμένων εταιρειών με τις εποπτικές αρχές του ελέγχου και τις ρυθμιστικές αρχές της κεφαλαιαγοράς πρέπει να ενισχυθεί μέσω τακτικής επικοινωνίας, με θέματα αναφοράς την εταιρική διακυβέρνηση, την αντιμετώπιση του κινδύνου της απάτης και άλλα.

 

27. Ενδέχεται να εγκυμονεί συστημικό κίνδυνο η τρέχουσα συγκρότηση της αγοράς ελεγκτικών υπηρεσιών;

Χρειάζεται, κατά τη γνώμη μας, περισσότερη μελέτη και έρευνα για να αποφανθεί κάποιος αν υφίσταται συστημικός κίνδυνος. Είμαστε πρόθυμοι ως Ινστιτούτο Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών Ελλάδος να συμβάλουμε στη διαδικασία αυτη.

 

28. Πιστεύετε ότι η υποχρεωτική σύσταση κοινοπραξίας ελεγκτικών γραφείων, στην οποία θα συμμετέχει οπωσδήποτε τουλάχιστον ένα μικρότερο και μη συστημικής σημασίας ελεγκτικό γραφείο, θα μπορούσε να λειτουργήσει ως καταλύτης για την αναζωογόνηση της αγοράς ελεγκτικών υπηρεσιών και την παροχή της δυνατότητας σε εταιρείες μικρού ή μεσαίου μεγέθους να συμμετάσχουν σε μεγαλύτερο βαθμό στο τμήμα της αγοράς που καλύπτει τους ελέγχους μεγαλύτερου μεγέθους;

Θα επιδιώξουμε να καθιερώσει η πολιτεία τον έλεγχο των δημοσίου συμφέροντος επιχειρήσεων και εταιρειών από δύο ελεγκτικές εταιρείες, εφόσον αυτό δεν δημιουργεί προβλήματα ανεξαρτησίας σχετικά με την παροχή άλλων υπηρεσιών.

 

29. Από την άποψη της αναβάθμισης της δομής των αγορών ελεγκτικών υπηρεσιών, συμφωνείτε με την υποχρεωτική εναλλαγή και τη διεξαγωγή διαγωνισμού βάσει προσφορών έπειτα από ένα προκαθορισμένο χρονικό διάστημα; Ποια θα πρέπει να είναι η διάρκεια αυτού του χρονικού διαστήματος;

Σχετικά με την υποχρεωτική εναλλαγή και τη διεξαγωγή διαγωνισμού βάσει προσφορών δεν συμφωνούμε. Αναλυτικά η θέση μας περιγράφεται στην απάντηση της ερώτησης 18. Εντούτοις θεωρούμε ότι για τις εταιρείες του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου συμφέροντος (ΔΕΚΟ, ΟΤΑ, Νοσοκομεία, ΝΠΔΔ, ΝΠΙΔ) η ανάθεση του ελέγχου θα πρέπει να γίνεται τουλάχιστον για μια τριετία.

 

30. Πώς θα πρέπει να αντιμετωπιστεί η «προκατάληψη» υπέρ των Big Four; Η ποιότητα του ελεγκτικού έργου πρέ- πει να αποτελεί τη βασική αρχή επιλογής των ελεγκτών. Η δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων της δημόσιας επιθεώρησης των ελεγκτών μπορεί να αναδείξει και να ενδυναμώσει αυτή την αρχή. Είμαστε αντίθετοι με οποιοδήποτε θεσμικό, συμβατικό ή εξωσυμβατικό όρο ή οποιαδήποτε ρήτρα εμφανίζεται να ευνοεί τα τέσσερα μεγάλα δίκτυα ελεγκτικών εταιρειών.

Λαμβάνοντας υπόψη τις υπάρχουσες εθνικές ιδιαιτερότητες, η υιοθέτηση ευρωπαϊκής πιστοποίησης της ποιότητας των ελεγκτικών γραφείων δεν κρίνεται αναγκαία.

 

31. Συμφωνείτε ότι τα σχέδια έκτακτης ανάγκης, περιλαμβανομένων των «διατάξεων τελευταίας βούλησης», θα μπορούσαν να συμβάλουν καθοριστικά στην αντιμετώπιση των συστημικών κινδύνων και των κινδύνων που συνδέονται με τη χρεοκοπία εταιρειών;

Τα μέτρα που περιγράφονται στην προκειμένη ερώτηση αφορούν τα συμπτώματα και δεν αντιμετωπίζουν τους ενυπάρχοντες συστημικούς κινδύνους για την αποτροπή του κινδύνου χρεοκοπίας των ελεγκτικών εταιρειών. Εντούτοις, το ενδεχόμενο κατάρρευσης ενός διεθνούς δικτύου ελεγκτικών εταιρειών μπορεί αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά με σχέδια αντιμετώπισης καταστάσεων έκτακτης ανάγκης σε διακρατικό και εθνικό επίπεδο, για τον περιορισμό των δυσμενών συνεπειών.

 

32. Εξακολουθεί να ισχύει το ευρύτερο σκεπτικό της ενοποίησης των μεγάλων ελεγκτικών γραφείων κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες (ήτοι η παγκόσμια προσφορά υπηρεσιών και η επίτευξη συνεργειών); Υπό ποιες προϋποθέσεις θα μπορούσε να εξετασθεί η σκοπιμότητα μιας αντιστροφής αυτής της τάσης;

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δώσει την έγκρισή της για τη σημειωθείσα ενοποίηση των μεγάλων ελεγκτικών εταιρειών, ώστε αυτές, με αυξημένο δυναμικό, εξειδίκευση και γεωγραφική διασπορά, να καλύπτουν με κλίμακες οικονομίας τις ανάγκες των επιχειρήσεων σε διεθνές επίπεδο. Οι λόγοι της σημειωθείσας ενοποίησης δεν έχουν εκλείψει, ως εκ τούτου η υποχρεωτική αντιστροφή της θα είχε δυσμενείς επιπτώσεις στις αγορές χρήματος, κεφαλαίου και προϊόντων. Η υπάρχουσα δομή στην αγορά ελεγκτικών υπηρεσιών με μεγαλύτερα και μικρότερα ελεγκτικά γραφεία σε εθνικό επίπεδο και δίκτυα εταιρειών σε διεθνές επίπεδο προσιδιάζει στην κάλυψη των αναγκών των ελεγχόμενων επιχειρήσεων, ευνοώντας ταυτόχρονα και τον υγιή ανταγωνισμό.

 

33. Ποιος είναι, κατά τη γνώμη σας, ο καλύτερος τρόπος για να προωθηθεί η διασυνοριακή κινητικότητα των επαγγελματιών ελεγκτών;

Ενισχύουμε τη διασυνοριακή κινητικότητα των επαγγελματιών ελεγκτών επιδοκιμάζοντας το ευρωπαϊκό διαβατήριο για τους ελεγκτές, όπως αναφέρεται στην Πράσινο Βίβλο. Η απλοποίηση των διαδικασιών αμοιβαίας αναγνώρισης και η υιοθέτηση ενιαίων προγραμμάτων σπουδών και ομοιόμορφων εξετάσεων πιστοποίησης των απαιτούμενων δεξιοτήτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα διευκόλυνε την επιδιωκόμενη διασυνοριακή κινητικότητα των επαγγελματιών ελεγκτών.

 

34. Συμφωνείτε με τη «μέγιστη εναρμόνιση», σε συνδυασμό με την καθιέρωση ενιαίου ευρωπαϊκού διαβατηρίου για τους ελεγκτές και τα ελεγκτικά γραφεία; Πιστεύετε ότι μια τέτοια ρύθμιση θα πρέπει επίσης να ισχύει και για τις μικρότερες εταιρείες;

Λαμβάνοντας σαν δεδομένο ότι η «μέγιστη εναρμόνιση» και το ενιαίο ευρωπαϊκό διαβατήριο για τους ελεγκτές υποστηρίζουν το υψηλό επίπεδο ποιότητας του ελεγκτικού έργου, υποστηρίζουμε αυτές τις πρωτοβουλίες, στις οποίες μπορούν επιτυχώς να συμμετάσχουν και τα μεγαλύτερα και τα μικρότερα ελεγκτικά γραφεία, εφόσον αυτά ικανοποιούν τα αποδεκτά κριτήρια ποιότητας.

 

35. Θα υποστηρίζατε μια υπηρεσία χαμηλότερου επιπέδου σε σύγκριση με τον έλεγχο, δηλαδή μια υπηρεσία του τύπου «περιορισμένος έλεγχος» ή «εκ του νόμου επαλήθευση» για τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις των ΜΜΕ αντί των ελέγχων που επιβάλλονται από τη νομοθεσία;Θα πρέπει η υπηρεσία αυτή να εξαρτάται από το κατά πόσον οι λογαριασμοί καταρτίστηκαν από δεόντως κατηρτισμένο (εσωτερικό ή εξωτερικό) λογιστή;

Είμαστε ανοικτοί στο διάλογο που πρέπει να γίνει επί του θέματος αυτού, συνυπολογίζοντας τις παραμέτρους κόστους και ωφέλειας τόσο για τις ελεγχόμενες εταιρείες όσο και για τους ελεγκτές. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι μια «υπηρεσία χαμηλότερου επιπέδου» δεν αναφέρεται στην υποβάθμιση της ποιότητας αλλα σε μια «υπηρεσία περιορισμένου ελεγκτικού εύρους», που παρέχει το επιθυμητό επίπεδο διασφάλισης στα ενδιαφερόμενα μέρη.

 

36. Πιστεύετε ότι θα πρέπει να προβλεφθεί ένας «ασφαλής λιμήν» αναφορικά με την πιθανή μελλοντική απαγό- ρευση των μη ελεγκτικών υπηρεσιών στο πλαίσιο της παροχής υπηρεσιών σε πελάτες που είναι μικρομεσαίες επιχειρήσεις;

Η δυνατότητα αυτή θα μπορούσε να διερευνηθεί σε συνδυασμό με τον «περιορισμένο έλεγχο» ή την «εκ του νόμου προβλεπόμενη επαλήθευση» στη βάση της πλήρους διάκρισης από το συνήθη έλεγχο, η διενέργεια του οποίου θα πρέπει να υπόκειται πλήρως στις απαιτήσεις της ανεξαρτησίας των ελεγκτών.

 

37. Θα πρέπει οι «περιορισμένοι έλεγχοι» ή οι «εκ του νόμου επαληθεύσεις» να συνοδεύονται από λιγότερο επαχθείς εσωτερικούς κανόνες ελέγχου της ποιότητας και από την εποπτεία από εποπτικό όργανο; θα μπορούσατε να παραθέσετε παραδείγματα για το πώς κάτι τέτοιο θα μπορούσε να επιτευχθεί στην πράξη;

Πιστεύουμε ότι και αυτού του είδους οι ελεγκτικές εργασίες, που διενεργούνται στο πλαίσιο του ελεγκτικού επαγγέλματος, πρέπει να συνεχίσουν να εκτελούνται σύμφωνα με τα κατάλληλα διαμορφωμένα γι’ αυτό το σκοπό επαγγελματικά πρότυπα και να υπόκεινται σε δημόσια εποπτεία.

 

38. Ποια μέτρα θα ενίσχυαν, κατά τη γνώμη σας, την ποιοτική στάθμη της εποπτείας των παγκόσμιων παραγόντων ελέγχου μέσω της διεθνούς συνεργασίας;

Υποστηρίζουμε τα μέτρα διακρατικής συνεργασίας που ενδυναμώνουν την αμοιβαία εμπιστοσύνη των εποπτικών αρχών των κρατών-μελών και τρίτων χωρών, στο πλαίσιο δράσης του International Forum of Independent Audit Regulators, με στόχο να βελτιωθεί η συνοχή και η ποιότητα της εποπτείας με την απαραίτητη ανταλλαγή πληροφοριών και την υιοθέτηση κοινά αποδεκτών μηχανισμών επιθεώρησης και αναφοράς.