ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ Α.Ε.. ΚΑΙ ΔΙΕΥΘΥΝΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑ Α.Ε.
Το μέλλον επιτάσσει συνεργείες με άλλα χρηματιστήρια
O πρόεδρος του Χρηματιστηρίου Αθηνών Α.Ε. και διευθύνων σύμβουλος της Ελληνικά Χρηματιστήρια Α.Ε. κ. Σωκράτης Λαζαρίδης μιλάει για το ρόλο του ΧΑΑ στη σημερινή κρίση, εκφράζει την αισιοδοξία για τη συνεισφορά στην ανάπτυξη της χώρας, ενώ υπογραμμίζει τις δυνατότητές του στην ευρύτερη αγορά της ΝΑ Ευρώπης. Επίσης διευκρινίζει τις θέσεις του για τη συγχώνευση των χρηματιστηρίων και τις προοπτικές προσέλκυσης της ποντοπόρου ναυτιλίας στην ελληνική χρηματιστηριακή αγορά.
Συνέντευξη στον Γ.Ν. Μπασκόζο
Κύριε Λαζαρίδη, ο πυρηνικός φόβος στην Ιαπωνία και οι εξελίξεις στη Λιβύη και τον αραβικό κόσμο φαντάζομαι ότι εντείνουν την αστάθεια των αγορών. Εκτιμάτε ότι θα επηρεαστεί η δική μας αγορά και πώς;
Και τα δύο γεγονότα που αναφέρετε είναι ιδιαίτερα σημαντικά, επηρεάζουν και μπορεί να έχουν και αρνητικές συνέπειες στον παραγωγικό ιστό, κάτι το οποίο αντικατοπτρίζεται στην πορεία και τη νευρικότητα των αγορών. Βλέπουμε επίσης πως έχει δημιουργηθεί και μια έντονη κινητικότητα των κεφαλαίων διεθνώς. Πέραν της γενικότερης αστάθειας που προκαλείται όμως, η συγκυρία αυτή για την Ελλάδα, που είναι υποχρεωμένη, ούτως ή άλλως, να προσελκύσει επενδυτικά κεφάλαια στο επόμενο χρονικό διάστημα, μπορεί να θεωρηθεί και θετική, καθώς η αύξηση της κινητικότητας και η πιθανή αποε- πένδυση από άλλες αγορές είναι πιθανό να οδηγήσει μέρος των κεφαλαίων αυτών στη χώρα μας.
Η κυβέρνηση και ο ελληνικός λαός έχουν στηρίξει τις προσδοκίες τους σε μια ανάπτυξη που προς το παρόν δεν φαίνεται να έρχεται γρήγορα. Μπορεί να βοηθήσει το Χρηματιστήριο Αθηνών σε αυτήν την κατεύθυνση;
Η χρονική περίοδος που διανύουμε είναι, πράγματι, εξαιρετικά δύσκολη, τόσο για τη διεθνή οικονομία αλλά πολύ περισσότερο για την οικονομία της χώρας μας και την ελληνική κεφαλαιαγορά. Και έχετε δίκιο στο ότι το ζητούμενο είναι, από τη μία, να επιτύχουμε δημοσιονομική σταθερότητα και, από την άλλη, να μπούμε σε μια αναπτυξιακή πορεία, έτσι ώστε να καταφέρουμε να μειώσουμε το δημόσιο χρέος και να γίνουμε ανταγωνιστικοί.
Στο περιβάλλον αυτό, το Χρηματιστήριο Αθηνών, που τα τελευταία χρόνια επιτελεί με συνέπεια τον βασικό ρόλο που έχουν οι κεφαλαιαγορές, δηλαδή την πρωτογενή και δευτερογενή άντληση κεφαλαίων από τις εισηγμένες εταιρείες, στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων. Το 2010 και τους πρώτους μήνες του 2011 αντλήθηκαν από αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου από τις εισηγμένες εταιρείες € 6 δισ., ενώ συνολικά τα κεφάλαια που έχουν αντληθεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων έξι ετών προσεγγίζουν τα € 32 δισ.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι τα κεφάλαια που αντλήθηκαν στο Χρηματιστήριο Αθηνών κατά τη διάρκεια του 2010 αποτελούν το 8% της συνολικής κεφαλαιοποίησης της ελληνικής αγοράς, ενώ τα κεφάλαια που αντλήθηκαν σε όλα τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια αποτελούν μόλις το 2% της συνολικής κεφαλαιοποίησης των ευρωπαϊκών αγορών.
Έχουμε ένα ενεργό δίκτυο πρόσβασης στην επενδυτική κοινότητα, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, που διαθέτει τη ρευστότητα και είναι ικανό να υποστηρίξει τις ανάγκες χρηματοδότησης των επιχειρήσεων. Πιστεύουμε λοιπόν ότι μπορεί να βοηθήσει και στην υλοποίηση του προγράμματος μετοχοποιήσεων και αποκρατικοποιήσεων της περιουσίας του Δημοσίου, είτε μέσω της διάθεσης επιπλέον πακέτων μετοχών των εταιρειών του ευρύτερου δημόσιου τομέα που είναι ήδη εισηγμένες είτε με την πρωτογενή εισαγωγή εταιρειών του δημοσίου. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια τα κεφάλαια που έχει αντλήσει το Ελληνικό Δημόσιο από αποκρατικοποιήσεις μέσω του Χρηματιστηρίου Αθηνών προσεγγίζουντα€8δισ.
Είμαι πεπεισμένος λοιπόν ότι το Χρηματιστήριο μπορεί και σήμερα να βοηθήσει στην κατεύθυνση της εξεύρεσης κεφαλαίων και έμμεσα της ανάπτυξης, αφού με το σωστό σχεδιασμό τα διεθνή θεσμικά χαρτοφυλάκια είναι σε θέση θα διαθέσουν τα απαραίτητα κεφάλαια για τις αποκρατικοποιήσεις που θα επιλεγει να δρομολογηθούν μέσω της χρηματιστηριακής αγοράς.
Το Χρηματιστήριο Αθηνών εδώ και καιρό σημειώνει μικρό όγκο συναλλαγών. Εκτιμάτε ότι μπορεί να προσελκύσει επενδυτικό ενδιαφέρον και ποιες είναι οι προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο;
Η αγορά μας βρέθηκε, πράγματι, στο τέλος του Δεκεμβρίου, σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα αποτίμησης, αλλά ο όγκος έχει παραμείνει αμετάβλητος έως και αυξημένος. Κάτι τέτοιο όμως πιστεύω ότι αποτελεί επενδυτική ευκαιρία και μπορεί να προκαλέσει το ενδιαφέρον των ξένων θεσμικών επενδυτών, γεγονός που άλλωστε διαπιστώνουμε στα ταξίδια μας, όταν έχουμε συνομιλίες μαζί τους. Θεωρώ ότι είναι μύθος το ότι θα πρέπει να κοιτάει κανείς την κατάσταση του Γενικού Δείκτη ή τις τιμές για να αποφασίσει το σωστό timing για την άντληση κεφαλαίων. Η ιστορία μάς έχει αποδείξει ότι οι εταιρείες που έχουν καλά επενδυτικά σχέδια έχουν επιτυχία ακόμη και σε αυτή τη συγκυρία. Θα πρέπει άλλωστε να σημειώσω ότι η κεφαλαιοποίηση του Χρηματιστηρίου Αθηνών ως ποσοστό του ΑΕΠ της Ελλάδας ήταν στο τέλος του 2010 στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων δεκαετιών, στο 22%, τη στιγμή που ο μέσος όρος για τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια ξεπερνά το 70%. Θεωρώ ότι αυτό σημα- τοδοτεί ότι η αγορά μας είναι ελκυστική και το στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί είναι να διαμορφωθεί το κατάλληλο περιβάλλον ώστε οι συντελεστές της αγοράς να μπορέσουν να εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες που υπάρχουν.
Μπορούμε να παίξουμε ένα ρόλο στην ευρύτερη περιοχή μας; Και πώς;
Αυτό που βλέπουμε σαν συνέπεια της αύξησης της κινητικότητας των παγκόσμιων επενδυτικών κεφαλαίων είναι ότι έχει καταστεί επιτακτική η ανάγκη να δημιουργηθεί ένα σημείο πρόσβασης για όλες τις αγορές της περιοχής μας. Φαίνεται δηλαδή ότι, στον υπό σχεδιασμό παγκόσμιο χρηματιστηριακό χάρτη, η ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου αποτελεί μια ανεξάρτητη περιοχή, η οποία αυτή την εποχή «αναζητά» τον χρηματιστηριακό πόλο που θα την «σερβίρει» προς τον υπόλοιπο κόσμο. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι οι αγορές μας είναι τόσο μικρές που θα πρέπει οπωσδήποτε να συγκεντρωθούν για να «πλασαριστούν» στο παγκόσμιο χρηματιστηριακό χάρτη.
Το πλεονέκτημα που έχουμε εμείς ως Χρηματιστήριο Αθηνών είναι ότι είμαστε η μόνη χώρα της περιοχής που έχει καταφέρει, μέσω της επέκτασης του τραπεζικού κυρίως δικτύου, να αποκτήσει άμεση πρόσβαση στις περισσότερες από τις γειτονικές χώρες.
Από την άλλη πλευρά, η εμπειρία έχει δείξει ότι όσο τίθεται θέμα ανάδειξης ενός χρηματοοικονομικού κέντρου στην περιοχή τόσο διεγείρεται ο εγωισμός των τοπικών παραγόντων, με αποτέλεσμα να απομακρύνεται η δυνατότητα δημιουργίας κάποιου ενιαίου χώρου. Πιστεύω λοιπόν πως αυτή τη στιγμή, προκειμένου να ξεπεραστούν οι εγωισμοί που προκύπτουν από ιστορικές εξελίξεις, είναι πιο σημαντική η δημιουργία ενός δικτύου τέτοιου που να καλύπτει τις ανάγκες και να προσφέρει πρόσβαση στις αγορές με μειωμένο κόστος. Για να καλύψουμε τις ανάγκες αυτές σχεδιάσαμε και υλοποιήσαμε την πλατφόρμα XNET.
Πρόσφατα ολοκληρώθηκε ο πρώτος πλήρης κύκλος εκτέλεσης συναλλαγών σε αλλοδαπές χρηματιστηριακές αγορές μέσω του Δικτύου ΧΝΕΤ.
Ποια είναι τα οφέλη της αγοράς από αυτό;
Το βασικότερο πλεονέκτημα του ΧΝΕΤ είναι το γεγονός ότι οι ξένοι τίτλοι δεν καταχωρούνται σε κάποιον θεματοφύλακα αλλά στο Σύστημα Άυλων Τίτλων του Ομίλου ΕΧΑΕ. Καλύπτονται έτσι οι κανόνες διαφάνειας και ασφάλειας, αλλά επιπλέον παρέχονται υπηρεσίες που υπάρχουν και για τις ελληνικές μετοχές, όπως, για παράδειγμα, η εξυπηρέτηση εταιρικών πράξεων.
Ένα άλλο σημαντικό πλεονέκτημα του ΧΝΕΤ είναι ότι δεν απαιτείται καμία πρόσθετη επένδυση για τη ενεργοποίηση των μελών, καθώς αυτή γίνεται με την ίδια ακριβώς τεχνολογική υποδομή που ήδη διαθέτουν για τις συναλλαγές τους στην ελληνική αγορά. Το ΧΝΕΤ λοιπόν είναι πολύτιμο εργαλείο για τις συναλλαγές στο εξωτερικό, καθώς αφενός οι χρεώσεις του Ομίλου είναι ανταγωνιστικές και αφετέρου υπάρχει η δυνατότητα καταχώρησης των τίτλων στο ΣΑΤ. Χαρακτηριστικό της επιτυχίας του μοντέλου του ΧΝΕΤ είναι το γεγονός ότι τόσο το γειτονικό χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης όσο και ο Όμιλος των Σκανδιναβικών Χρηματιστηρίων (OMX) ανακοίνωσαν πρόσφατα ότι επενδύουν στην ανάπτυξη αντίστοιχων δικτύων. Από την άλλη πλευρά, με δεδομένη την παγκοσμιοποίηση της επενδυτικής δραστηριότητας και την πίεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για μείωση του κόστους των διασυνοριακών συναλλαγών, η γνώμη μου είναι ότι το ΧΝΕΤ αποκτά ιδιαίτερη εθνική σημασία, καθώς επιτρέπει, στο συγκεκριμένο περιβάλλον, τη δημιουργία προστιθέμενης αξίας για τις ελληνικές εταιρείες παροχής επενδυ- τικών υπηρεσιών. Πιστεύω λοιπόν ότι είναι πολύ σημαντικό να εκμεταλλευτεί η αγορά το χρονικό πλεονέκτημα που έχουμε αυτή τη στιγμή, ώστε η διεθνής επενδυτική κοινότητα να αξιοποιήσει το δικό μας δίκτυο για πρόσβαση στις γειτονικές αγορές. Θεωρώ λοιπόν ότι οι συντελεστές της αγοράς θα πρέπει να αγκαλιάσουν γρήγορα την προσπάθεια αυτή.
Έχετε τονίσει ότι δεν είστε αντίθετος στο ζήτημα της συγχώνευσης χρηματιστηρίων. Βλέπετε κάποια τέτοια προοπτική για το Χρηματιστήριο Αθηνών;
Είναι σαφές πια σε ό,τι αφορά τις κεφαλαιαγορές ότι υπάρχει ανάγκη για συγκέντρωση δυνάμεων. Βλέπουμε να ανακοινώνονται συνεχώς συμφωνίες, με πιο πρόσφατη αυτή του Deutsche Borse με το NYSE Euronext. Πράγματι, δεν είμαι αντίθετος στο ζήτημα συγχώνευσης των χρηματιστήριων. Θα πρέπει όμως, για να μπορέσουμε να εκτιμήσουμε τα πραγματικά οφέλη, να δούμε, αφενός, τα άμεσα οφέλη που προκύπτουν για τη λειτουργία της εταιρείας, όπως είναι οι συνέργειες σε επίπεδο εσόδων και σε επίπεδο κόστους –χωρίς βέβαια να παραβλέπουμε το μέρος του κόστους που είναι «κρυμμένο», όπως π.χ. η με- τατροπή των συστημάτων– και, αφετέρου, τα οφέλη για τους συμμετέχοντες στην αγορά, όπως για παράδειγμα τις εκδότριες και τη δυνατότητά τους για άντληση κεφαλαίων, τα μέλη μας και τους επενδυτές μας.
Στο περιβάλλον που βρισκόμαστε λοιπόν κανείς δεν μπορεί να απορρίψει προτάσεις για συνεργασίες. Η σοβαρότητα των προτάσεων κάθε φορά προσδιορίζεται από το πώς αξιολογείται το μέλλον της αγοράς για τους συμμετέχοντες, αλλά και τα πλεονεκτήματα και τα οφέλη που προκύπτουν για τους μετόχους, ανάλογα με την εκτίμηση που έχουμε για το πώς διαμορφώνεται η σκακιέρα στην παγκόσμια κεφαλαιαγορά. Πιστεύω πάντως ότι για εμάς και 2-3 άλλα χρηματιστήρια της περιοχής εξέλιξη στο μέλλον δεν θα υπάρξει εύκολα χωρίς να μπούμε σε συζητήσεις τόσο στην κοντινή όσο και στην ευρύτερη γε- ωγραφική περιοχή.
Κύριε Λαζαρίδη, τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει αρκετές προσπάθειες απο το Χρηματιστήριο Αθηνών για την προσέλκυση της ποντοπόρου ναυτιλίας. Μέχρι στιγμής τα αποτελέσματα δεν ήταν τα αναμενόμενα. Τι σκοπεύετε να κάνετε γι’ αυτό;
Είναι αλήθεια ότι το θεσμικό πλαίσιο κατά το παρελθόν υπήρξε απαγορευτικό για την προσέλκυση της ναυτιλίας στην ελληνική χρηματιστηριακή αγορά. Γι’ αυτό και οι έλληνες εφοπλιστές στράφηκαν στις αγορές του Λονδίνου και της Νέας Υόρκης προκειμένου να αντλήσουν κεφάλαια.
Τα τελευταία χρόνια όμως το θεσμικό πλαίσιο άλλαξε και τα κριτήρια εισαγωγής των ναυτιλιακών εταιρειών στην ελληνική αγορά εναρμονίστηκαν με αυτά των υπολοίπων αναπτυγμένων χρηματιστηρίων. Επιπλέον, αυτό που διαπιστώσαμε είναι ότι το κόστος άντλησης κεφαλαίων στην ελληνική αγορά, αλλά και το κόστος παραμονής μιας εταιρείας στο Χρηματιστήριο Αθηνών, είναι σημαντικά χαμηλότερο από τα αντίστοιχα κόστη των αγορών της Δυτικής Ευρώπης και της Αμερικής. Ειδικά στον τομέα της άντλησης κεφαλαίων, η αγορά μας διαθέτει και την πρωτιά που ανέφερα προηγουμένως. Ότι δηλαδή τα κεφάλαια που αντλήθη- καν στο Χρηματιστήριο Αθηνών κατά τη διάρκεια του 2010 αποτελούν το 8% της συνολικής κεφαλαιοποίησης της ελληνικής αγοράς, ενώ τα κεφάλαια που αντλήθηκαν σε όλα τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια αποτελούν μόλις το 2% της συνολικής κεφαλαιοποίησης των ευρωπαϊκών αγορών.
Έχει αποδειχθεί ότι ο Όμιλος ΕΧΑΕ διαθέτει το δίκτυο για να καλύψει οποιαδήποτε εταιρεία, οποιουδήποτε μεγέθους. Εξάλλου, διαθέτει μια σειρά από πλεονεκτήματα ως προς την εισαγωγή ναυτιλιακών εταιρειών, όπως αναγνωρισιμότητα, ρευστότητα, ανταγωνιστικό κόστος εισαγωγής και ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς.
Τέλος, σημαντικός είναι ο παράγοντας της έδρας του Χρηματιστηρίου Αθηνών, αφού από την Ελλάδα διοικείται ο μεγαλύτερος στόλος του κόσμου και απασχολούνται πάνω από 250.0000 άτομα σε περίπου 700 ναυτιλιακές εταρείες. Ο μέσος ιδιώτης έλληνας επενδυτής είναι ιδιαίτερα εξοικειωμένος με τη ναυτιλία και προφανώς θα έδειχνε ενδιαφέρον να επενδύσει σε αυτήν, σε αντίθεση με το μέσο αμερικανό ιδιώτη επενδυτή, για τον οποίο ο κλάδος της ναυτιλίας είναι κάτι άγνωστο.
Επειδή λοιπόν από όλα τα παραπάνω στοιχεία είμαστε πεπεισμένοι ότι το Χ.Α. αποτελεί τον καταλληλότερο τόπο διαπραγμάτευσης μετοχών εταιρειών της ναυτιλίας και ουσιαστικά αυτό που πρέπει να σπάσουμε είναι οι προκαταλήψεις που υπήρχαν τα προηγούμενα χρόνια, αποφασίστηκε η έναρξη μιας επιθετικής πολιτικής κινήτρων για την προσέλκυση της ναυτιλίας στο Χρηματιστήριο Αθηνών, είτε με τη μορφή μειωμένων χρεώσεων για κάποιο διάστημα για τις ναυτιλιακές εταιρείες που θα επιλέξουν την εισαγωγή στο Χ.Α. είτε με τη μορφή «παραχώρησης» εσόδων προς τους αναδόχους/φορείς που θα φέρουν ναυτιλιακές εταιρείες στην ελληνική αγορά.
Σας ευχαριστώ πολύ.