Ανθεκτικότητα παρά τους κινδύνους
Η ευρωπαϊκή οικονομία, συνεχίζοντας την οικονομική της ανάκαμψη μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, έρχεται αντιμέτωπη με πολλούς πιθανούς κινδύνους. Αν και οι τελευταίοι ποικίλλουν, εμπίπτουν σε δύο μεγάλες κατηγορίες. Η πρώτη αφορά ένα σύνολο κοινωνικών και πολιτικών πιέσεων που μονοπωλούν τα πρωτοσέλιδα των μέσων ενημέρωσης: ένα πιθανό «Brexit», η μεταναστευτική κρίση και η συνεχιζόμενη άνοδος των εθνικιστικών συναισθημάτων. Η δεύτερη αφορά τα οικονομικά ζητήματα που κάνουν έντονη την παρουσία τους εδώ και κάποια χρόνια: υψηλή ανεργία, χαμηλός πληθωρισμός και επίμονα χαμηλή οικονομική ανάπτυξη.
Οι επιχειρηματίες παραμένουν αισιόδοξοι ενόψει των απειλών
Παρά τους κινδύνους που απειλούν να αποσταθεροποιήσουν την οικονομία, υπάρχει αξιοσημείωτη συνέπεια με τα προηγούμενα τρίμηνα: καθαρό ποσοστό εμπιστοσύνης 38% στο 3ο και 4ο τρίμηνο του 2015, το οποίο είναι υψηλότερο από το 26% που είχε καταγραφεί σε παγκόσμιο επίπεδο το 1ο τρίμηνο και αντίστοιχο με εκείνο που σημειώθηκε πριν την οικονομική κρίση.
Οι προσδοκίες για αύξηση της απασχόλησης μεταξύ των επιχειρήσεων της Ε.Ε. έχουν, επίσης, παραμείνει σε μεγάλο βαθμό σταθερές κατά τη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων τριμήνων (25%, 30%, 26% και 22% αντίστοιχα).
Η ανθεκτικότητα που παρατηρείται βασίζεται στην άνοδο του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) σε οικονομίες που έχουν πληγεί περισσότερο από την οικονομική κρίση, οι οποίες τώρα επιστρέφουν στην ανάπτυξη. Το Intelligence Unit του Economist κάνει εκτίμηση για αύξηση του ΑΕΠ στην Ιταλία (0,9%), στην Ισπανία (2,8%) και στην Ελλάδα (1,4%) το 2016.
Τα δεδομένα της έρευνας αποκαλύπτουν, επίσης, ότι επτά στους δέκα επιχειρηματίες της Ευρωζώνης θεωρούν ότι τα μέτρα τόνωσης της οικονομίας από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), συμπεριλαμβανομένης της ποσοτικής χαλάρωσης, είχαν θετικό αντίκτυπο.
Παρόλα αυτά, το επίπεδο εμπιστοσύνης δεν είναι το ίδιο σε όλες τις χώρες. Το καθαρό ποσοστό αισιοδοξίας των επιχειρηματιών της Ανατολικής Ευρώπης ανέρχεται σε -11% το 1ο τρίμηνο του 2016, σε σύγκριση με το 34% στην Ε.Ε.. Εν τω μεταξύ, στο Ηνωμένο Βασίλειο, το ποσοστό αισιοδοξίας μειώθηκε από 73% σε μόλις 44% το 1ο τρίμηνο, καθώς το δημοψήφισμα για την παραμονή ή όχι στην Ε.Ε. έρχεται στο προσκήνιο.
Οι επιχειρήσεις είναι αισιόδοξες ότι οι οικονομικές και πολιτικές προκλήσεις μπορούν, προς το παρόν, να αντιμετωπιστούν
Η μεγαλύτερη ανησυχία των επιχειρηματιών της Ευρωζώνης, σύμφωνα με το 25% των ερωτηθέντων, είναι ο χαμηλός ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης, κάτι που αντανακλάται και στις πρόσφατες ανησυχίες του ΔΝΤ. Ενώ η ανάπτυξη έχει επιστρέψει σε πολλές οικονομίες, ο ρυθμός συνολικά παραμένει χαμηλός. Η δεύτερη μεγαλύτερη ανησυχία, σύμφωνα με το 20% των επιχειρηματιών της Ευρωζώνης, είναι τα υψηλά ποσοστά ανεργίας.
Ωστόσο, σύμφωνα με τους επιχειρηματίες της Ευρωζώνης, ο αποπληθωρισμός (13%), η μετανάστευση προς την Ε.Ε. (10%) και η άνοδος των εθνικιστικών κομμάτων (12%) θεωρούνται λιγότερο ανησυχητικά ζητήματα, παρόλο που μονοπωλούν τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων. Οι επιχειρηματίες θεωρούν τα προαναφερθέντα ζητήματα ως προσωρινές προκλήσεις, όμοιες με τις προκλήσεις που η Ευρώπη έχει ξαναδεί στο παρελθόν. Οι θεμελιώδεις και μακροχρόνιες μακροοικονομικές προκλήσεις αποτελούν ζητήματα που απασχολούν τις επιχειρήσεις περισσότερο.
Παρά τις ανησυχίες που σχετίζονται με το ρυθμό ανάπτυξης και την ανεργία, οι επιχειρήσεις στην Ευρώπη εμφανίζονται βέβαιες ότι οι υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής έχουν τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις. Για παράδειγμα, τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι η ανταπόκριση στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ υπήρξε εξαιρετικά θετική.
Με το βλέμμα στους επόμενους μήνες, είναι σαφές ότι τα ποσοστά εμπιστοσύνης και ανθεκτικότητας που παρουσιάζει η επιχειρηματική κοινότητα, δεν μπορούν να θεωρηθούν δεδομένα. Το καλοκαίρι θα μπορούσε να συνοδευτεί από αυξημένη ροή μεταναστών προς την Ε.Ε., το οποίο θα αποτελέσει μια δοκιμασία για τις αντοχές των επιχειρήσεων. Επιπρόσθετα, δεσπόζουσας σημασίας είναι το δημοψήφισμα για την παραμονή του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ε.Ε.. Με τις τρέχουσες δημοσκοπήσεις να υποδηλώνουν ότι το αποτέλεσμα είναι αμφίρροπο, το Brexit αποτελεί, όντως, πιθανό ενδεχόμενο. Οι επιχειρήσεις αναγνωρίζουν ότι πιθανή έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε., θα έχει οικονομικές επιπτώσεις. Σχεδόν οκτώ στους δέκα επιχειρηματίες της Ευρωζώνης με τους οποίους μιλήσαμε, αναγνωρίζουν ότι η Ε.Ε. θα μπορούσε να επηρεαστεί αρνητικά από την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου.
Η Janet Yellen, πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, έχει υπαινιχθεί ότι εξαιτίας ενός πιθανού Brexit, οι αυξήσεις των επιτοκίων στις ΗΠΑ θα μπορούσαν να επιβραδυνθούν ή και να καθυστερήσουν περαιτέρω, γεγονός που θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στην αποτελεσματικότητα της υπάρχουσας πολιτικής της ΕΚΤ για την αποδυνάμωση του ευρώ έναντι των άλλων νομισμάτων, σε μια προσπάθεια να εκκινήσει την ανάπτυξη της οικονομίας.
Η άποψη των Ελλήνων επιχειρηματιών
Στο πλαίσιο της διεθνούς έρευνας IBR, οι ελληνικές επιχειρήσεις ανέφεραν τον χαμηλό ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης (28%) και την υψηλή ανεργία (26%) ως τις κυριότερες απειλές για τη σταθερότητα της οικονομίας στην Ε.Ε.. Επιπλέον, χαρακτηριστική είναι η δυσχέρεια που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες επιχειρηματίες στη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων τους, με το 60% των ερωτηθέντων να αναφέρει ότι η πρόσβαση σε πηγές χρηματοδότησης έγινε ακόμα πιο δύσκολη κατά τους 12 τελευταίους μήνες.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι απαντήσεις των Ελλήνων επιχειρηματιών όσον αφορά τον αντίκτυπο που θα είχε ενδεχόμενη αποχώρηση της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Το ποσοστό των Ελλήνων ερωτηθέντων που θεωρούν ότι η έξοδος της Ελλάδας από την Ε.Ε. θα είχε αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομία της ευρωζώνης ανήλθε σε 58%, ποσοστό μεγαλύτερο από το μέσο όρο των επιχειρηματιών της Ευρωζώνης (55%) και μικρότερο από εκείνο των γερμανών ομολόγων τους (66%). Τέλος, η πλειοψηφία των ελλήνων επιχειρηματιών (38%) συμφωνεί με εκείνους της Ευρωζώνης (33%), θεωρώντας πως η πολιτική επενδύσεων της Ε.Ε. θα έπρεπε να επικεντρωθεί στη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες έχουν τη δυνατότητα να παρουσιάσουν ισχυρές προοπτικές ανάπτυξης.
Προτάσεις για τις επιχειρήσεις
Ωστόσο, οι επιχειρήσεις αναγνωρίζουν ότι ο συνεχώς χαμηλός ρυθμός ανάπτυξης, η υψηλή ανεργία και το σοκ ενός Brexit θα μπορούσαν να αποτελέσουν παράγοντες αποσταθεροποίησης στο εγγύς μέλλον, σε περίπτωση που δεν αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά. Στο παρελθόν έχουν παρατηρηθεί μεταστροφές του κλίματος αισιοδοξίας υπό το πρίσμα οικονομικών πιέσεων, για παράδειγμα στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού το περασμένο έτος, καθώς οι ανησυχίες για την επιβράδυνση της ανάπτυξης στην Κίνα ήταν έκδηλες.
Τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν ότι οι παράγοντες που θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν την ευρωπαϊκή οικονομία – χαμηλός ρυθμός ανάπτυξης, υψηλή ανεργία, αποπληθωρισμός και επίπεδο εθνικού χρέους – αποτελούν παράγοντες εκτός του ελέγχου των επιχειρήσεων. Η λήψη μέτρων από τις επιχειρήσεις θα τους επιτρέψει να διασφαλίσουν την προστασία τους από ενδεχόμενη επιδείνωση των παραπάνω εξωτερικών παραγόντων.
Η λήψη μέτρων από τις επιχειρήσεις περιλαμβάνει την επανεξέταση των σχεδίων έκτακτης ανάγκης ώστε να επιβεβαιωθεί ότι αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά οι παράγοντες οι οποίοι αποτελούν τις σημαντικότερες απειλές για τις επιχειρήσεις. Στο πλαίσιο της επανεξέτασης των σχεδίων έκτακτης ανάγκης, οι επιχειρήσεις μπορούν να προχωρήσουν στην αξιολόγηση των αλυσίδων εφοδιασμού για τον εντοπισμό τυχόν σημείων που μπορεί να είναι ιδιαίτερα ευάλωτα σε ενδεχόμενη επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, οι προσδοκίες των επιχειρήσεων για επενδύσεις σε νέες εγκαταστάσεις και εξοπλισμό, καθώς και τα σχέδιά τους για εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, έχουν παραμείνει σχετικά σταθερές, παρά την περίοδο αβεβαιότητας που διανύουμε. Η σταθερότητα αποτελεί ενθαρρυντικό σημάδι, αλλά με το ενδεχόμενο της αύξησης των οικονομικών πιέσεων, η επανεξέταση των υφισταμένων λειτουργιών της επιχείρησης και η λήψη μέτρων ώστε η ανθεκτικότητά της να οικοδομηθεί σε σταθερές βάσεις, θα μπορούσε να εξασφαλίσει τη βιωσιμότητα των προσδοκιών αυτών κατά τους επόμενους μήνες.
Ποια είναι η μεγαλύτερη απειλή για την οικονομική σταθερότητα της ΕΕ;
Πηγή: Έρευνα IBR Grant Thornton 2016
Καθαρό ποσοστό αισιοδοξίας – Ομαδοποιήσεις ευρωπαΙκών χωρών
Πηγή: Έρευνα IBR Grant Thornton 2016
Σε μια περίοδο όπου η χρηματοδότηση της ανάπτυξης των επιχειρήσεων παρουσιάζει σημαντικές δυσκολίες, η αξιοποίηση όλων των σχετικών διαθέσιμων πηγών είναι ιδιαίτερα σημαντική.
Από αυτή την άποψη, ιδιαίτερη σημασία αποκτά η πρόσφατη ανακοίνωση της πρώτης στην Ελλάδα συμφωνίας χρηματοδότησης με € 25 εκ. της εταιρείας Pharmaten A.E. από το πρόγραμμα «InnovFin MidCAP Growth Finance» της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ). Η χρηματοδότηση θα χρησιμοποιηθεί για την ανάπτυξη και παραγωγή υψηλής ποιότητας φαρμακευτικών προϊόντων προοριζόμενων για εξαγωγές. Η είδηση αυτή είναι ενδεικτική των εναλλακτικών δυνατοτήτων χρηματοδότησης για δυναμικές και καινοτόμες μικρομεσαίες –σύμφωνα με τα κριτήρια που ισχύουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση– επιχειρήσεις.
Πρόγραμμα «InnovFin MidCAP Growth Finance» της ΕΤΕπ
Το πρόγραμμα «InnovFin MidCAP Growth Finance» είναι μια κοινή πρωτοβουλία της ΕΤΕπ και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στo πλαίσιo του Horizon 2020, το οποίο είναι το ευρωπαϊκό πλαίσιο για την έρευνα και ανάπτυξη. Δίνει τη δυνατότητα στην ΕΤΕπ να χορηγεί δάνεια μεταξύ € 7,5 εκ. – € 25 εκ. σε καινοτόμες επιχειρήσεις για να ενισχύσουν την αύξηση των επενδύσεών τους σε έρευνα και καινοτομία. Το πρόγραμμα αυτό απευθύνεται σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και σε συνδυασμό με το γεγονός ότι προσανατολίζεται στη χρηματοδότηση επενδυτικών προγραμμάτων με σημαντικό ρίσκο, για τα οποία δεν είναι εύκολη η εξεύρεση χρηματοδότησης κάτω από τις παρούσες συνθήκες, το κάνει να παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Ελλάδα.
Χαρακτηριστικά και όροι δανεισμού
Ο δανεισμός από την ΕΤΕπ καλύπτει, κατά κανόνα, το 50% του συνολικού ποσού της επένδυσης, με το υπόλοιπο ποσό να πρέπει να καλυφθεί από την εταιρεία. Κατά περίπτωση και κάτω από αυστηρές προϋποθέσεις μπορεί να εξεταστεί η αύξηση του ποσοστού συμμετοχής του δανεισμού της ΕΤΕπ στο επενδυτικό πρόγραμμα, η οποία μπορεί να φτάσει μέχρι την κάλυψη του 75% – 80% της αξίας της επένδυσης. Σημαντικό στοιχείο αποτελεί το γεγονός ότι η κάλυψη του εναπομένοντος ποσού δεν απαιτείται να γίνει με ίδια κεφάλαια της εταιρείας, αλλά μπορούν να χρησιμοποιηθούν και δάνεια από άλλες πηγές, κάτι που μπορεί να γίνει πιο εύκολο εφόσον έχει διασφαλιστεί η χρηματοδότηση από την ΕΤΕπ.
Μέσω του προγράμματος αυτού μπορούν να χρηματοδοτηθούν επενδύσεις σε έρευνα και καινοτομία, αλλά και ευρύτερα επενδύσεις κεφαλαίου, όπως, για παράδειγμα, μια νέα γραμμή παραγωγής ή η κατασκευή ενός σύγχρονου αποθηκευτικού χώρου. Θα πρέπει όμως να τονιστεί ότι δεν χορηγείται η χρηματοδότηση αυτή προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως κεφάλαιο κίνησης.
Το ελάχιστο συνολικό ποσό που θα πρέπει να επενδύσει μια εταιρεία εντός των επομένων τριών ετών ανέρχεται σε € 15 εκ. Η διάρκεια του δανείου της ΕΤΕπ είναι μεταξύ 5-7 ετών. Δεν είναι καταρχήν αναγκαία η παροχή εμπράγματων εγγυήσεων, αλλά αυτό εξετάζεται κατά περίπτωση. Η παροχή όμως τέτοιου είδους εγγυήσεων μπορεί να μειώσει το κόστος του δανείου. Επίσης επενδύσεις ή οιονεί επενδύσεις στο μετοχικό κεφάλαιο των εταιρειών μπορούν να εξεταστούν από την ΕΤΕπ.
Πλεονεκτήματα
Πλεονεκτήματα του συγκεκριμένου προγράμματος, ειδικότερα για την Ελλάδα, είναι:
– η παροχή μακροπρόθεσμου δανεισμού σε περίοδο που αυτός δεν είναι εύκολα διαθέσιμος από άλλες πηγές,
– η μη ύπαρξη καταρχήν απαίτησης για τη χορήγηση εμπράγματων εξασφαλίσεων,
– η μη πώληση των δανείων αυτών σε τρίτους από την ΕΤΕπ,
– οιονεί επενδύσεις στο μετοχικό κεφάλαιο των εταιρειών, που όμως δεν οδηγούν σε dilution τους παλαιούς μετόχους,
– το θετικό μήνυμα που δίνεται προς τις εγχώριες πηγές δανεισμού και
– το ανταγωνιστικό κόστος των συγκεκριμένων δανείων.
Ειδικότερα, όσον αφορά το κόστος του δανεισμού, αυτό εξαρτάται από μια σειρά από παράγοντες, όπως το είδος του δανείου (senior, subordinate, mezzanine), η παροχή εξασφαλίσεων, το προφίλ κινδύνου του επενδυτικού σχεδίου, τον εξαγωγικό προσανατολισμό της εταιρείας καθώς και τον κίνδυνο της χώρας. Γενικότερα η πολιτική της ΕΤΕπ στο θέμα αυτό στοχεύει στην ενίσχυση της προσπάθειάς της για τη δημιουργία στην Ελλάδα μιας επιπλέον πηγής χρηματοδότησης για επενδυτικά προγράμματα και όχι στον ανταγωνισμό των εγχώριων τραπεζών.
Επιλέξιμοι δικαιούχοι
Επιλέξιμες για το «InnovFin MidCAP Growth Finance» είναι εταιρείες οι οποίες πληρούν τουλάχιστον ένα από τα ακόλουθα κριτήρια:
– Πρόκειται να χρησιμοποιήσουν τη χρηματοδότηση της ΕΤΕπ για την ανάπτυξη ή παραγωγή καινοτομικών προϊόντων.
– Παρουσιάζουν σημαντική ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια, είτε από άποψη κύκλου εργασιών (10% αύξηση το χρόνο τα τελευταία τρία χρόνια) είτε από άποψη απασχολούμενου προσωπικού.
– Είναι προσανατολισμένες προς την καινοτομία. Η εταιρεία θα πρέπει, προκειμένου να τεκμηριώσει τον προσανατολισμό αυτό, να πληροί ένα τουλάχιστον από μια σειρά κριτηρίων που θέτει η ΕΤΕπ, όπως, ενδεικτικά, να έχει λάβει βραβείο καινοτομίας τους τελευταίους 24 μήνες, να δαπανά το 5% του κύκλου εργασιών της σε έρευνα και ανάπτυξή, να έχει κατοχυρώσει τουλάχιστον μία πατέντα τους τελευταίους 24 μήνες, να έχει λάβει δάνεια, επιχορηγήσεις ή εγγυήσεις από ευρωπαϊκούς θεσμούς για την ενίσχυση της έρευνας και ανάπτυξης, όπως το Horizon 2020 ή το FP7, ή από αντίστοιχους εθνικούς θεσμούς κ.λπ.
Δεν είναι επιλέξιμες προβληματικές εταιρείες, καθώς και αυτές που δραστηριοποιούνται σε τομείς που δεν χρηματοδοτούνται από την ΕΤΕπ, όπως, ενδεικτικά, η παραγωγή όπλων και πυρομαχικών, η παραγωγή προϊόντων που αποσκοπούν στον περιορισμό των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών (π.χ. φυλακές), η παραγωγή και εμπορία προϊόντων καπνού, τυχερών παιχνιδιών, οι επενδύσεις σε ακίνητα, δραστηριότητες που θεωρούνται ηθικά αμφιλεγόμενες, όπως η ανθρώπινη κλωνοποίηση, δραστηριότητες με δυσμενείς περιβαλλοντικές επιπτώσεις, οι οποίες δεν αντισταθμίζονται από άλλα μέτρα κ.λπ.
Απαιτούμενα στοιχεία
Στοιχεία που θα πρέπει να ετοιμάσει η ενδιαφερόμενη εταιρεία περιλαμβάνουν παρουσίαση και ετήσια αναφορά (annual report), business plan, από τα οποία να δίνεται μια εικόνα για το επενδυτικό της πρόγραμμα, την πορεία της τα τελευταία χρόνια, τα προϊόντα και τις αγορές στις οποίες απευθύνεται.
Μετά την επικοινωνία με την ΕΤΕπ, εντός τριών εβδομάδων η εταιρεία ενημερώνεται για το αν θα ξεκινήσει η διαδικασία εξέτασης της αίτησής της. Η ίδια η διαδικασία διαρκεί συνήθως μεταξύ 3-5 μήνες.
Επίλογος
Το πρόγραμμα «InnovFin MidCAP Growth Finance» της ΕΤΕπ αποτελεί μια αξιόλογη εναλλακτική δυνατότητα χρηματοδότησης, η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με τις παραδοσιακές πηγές χρηματοδότησης από ελληνικές επιχειρήσεις που σκοπεύουν να πραγματοποιήσουν σημαντικού ύψους επενδύσεις.
Η μελέτη των δυνατοτήτων που παρέχονται από το πρόγραμμα αυτό της ΕΤΕπ και η προετοιμασία των παραπάνω στοιχείων που απαιτούνται, η οποία μπορεί να γίνει είτε από την ίδια την εταιρεία ή με τη βοήθεια εξωτερικού συμβούλου, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την πλήρη αξιοποίησή του από τις ελληνικές επιχειρήσεις, με ευεργετικές συνέπειες τόσο για τις ίδιες όσο και για την ελληνική οικονομία γενικότερα.