Της Μαρίας Ακριβού
Η Ελλάδα, έστω και καθυστερημένα, έχει αρχίσει να βρίσκει τα «πατήματά» της, διεκδικώντας εκ νέου τη θέση της στη διεθνή οικονομική σκηνή. Το πολιτικο-οικονομικό σκηνικό χαρακτηρίζεται από σταθερότητα, γεγονός που κάνει πολλούς να πιστεύουν ότι σύντομα θα ξεκινήσει η προσέλκυση κεφαλαίων, εγχώριων και μη, που θα οδηγήσουν στην πολυπόθητη ανάπτυξη. Πώς όμως θα αποφευχθούν τα λάθη του παρελθόντος και ποια στρατηγική θα πρέπει να ακολουθηθεί, ώστε να ανακτηθεί η χαμένη ανταγωνιστικότητα;
Ισχυρά ονόματα του παγκόσμιου οικονομικού «jet set», πολιτικοί, ακαδημαϊκοί, γνωστά think tanks και επιχειρηματίες, έδωσαν το παρών στο Delphi Economic Forum 2018, το σημαντικότερο οικονομικό φόρουμ της χρονιάς, και κάθισαν στο ίδιο τραπέζι προσπαθώντας να δώσουν λύση στα προβλήματα που ταλανίζουν τη χώρα. Ειδικότερα, περισσότεροι από 400 ομιλητές από όλο τον κόσμο έθεσαν επί τάπητος 60 καίρια θέματα, με στόχο τη χάραξη μακροπρόθεσμης στρατηγικής της χώρας και τη διαμόρφωση μιας βιώσιμης και κοινωνικά δίκαιης ανάπτυξης.
Ένα δισ. ευρώ για τη στήριξη των ΜμΕ
Κοινή παραδοχή όλων ήταν ότι η υπέρμετρη φορολογία και η γραφειοκρατία «σκοτώνουν» την επιχειρηματικότητα και πως το υψηλό ποσοστό ανεργίας ενισχύει το φαινόμενο του «brain drain» που οδηγεί τα λαμπρά μυαλά της χώρας σε οικονομική μετανάστευση. Όπως μάλιστα τόνισε και ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς Χρήστος Μεγάλου, κρίνεται επιτακτική η ανάγκη δημιουργίας κατάλληλων υποδομών και επιχειρηματικού περιβάλλοντος που θα συγκρατούν τους νέους και μορφωμένους ανθρώπους στη χώρα. Ο ίδιος υπενθύμισε τον καταλυτικό ρόλο που παίζουν στην οικονομική ζωή του τόπου οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, καθώς αντιπροσωπεύουν το 99% των θέσεων εργασίας και παράγουν το 85% της προστιθέμενης αξίας στην ελληνική οικονομία.
«Πρέπει να συνδέσουμε περισσότερο τις επιχειρήσεις με τα πανεπιστήμια και να παράσχουμε τη δυνατότητα σε αποφοίτους πανεπιστημίων να εργαστούν σε τομείς της τράπεζας» ανέφερε χαρακτηριστικά και πρότεινε να έρθουν άμεσα σε επαφή εκπρόσωποι από την ακαδημαϊκή κοινότητα και τα συνδικάτα για έναν γόνιμο και εποικοδομητικό διάλογο με στελέχη του τραπεζικού κλάδου και των επιχειρήσεων.
Απαντώντας στο ερώτημα πόσο κοντά βρίσκεται η χώρα στην ανάπτυξη, ο ισχυρός άνδρας της Τράπεζας Πειραιώς τόνισε πως το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, το οποίο διοικεί, έχει αναπροσαρμόσει τη στρατηγική του, μειώνοντας τα επίπεδα μη εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς επίσης και τη χρηματοδότησή του από τον έκτακτο μηχανισμό ρευστότητας ELA, που επιβαρύνει σημαντικά το παθητικό της τράπεζας. Τα καλά νέα είναι πως, εντός της τρέχουσας χρονιάς, περί τα 3,1 δισ. ευρώ θα εισρεύσουν στην αγορά με τη μορφή δανείων, 1 δισ. ευρώ εκ των οποίων αναμένεται να απορροφηθεί από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Private equity funds αναζητούν επενδυτικές ευκαιρίες
Αισιόδοξος εμφανίστηκε και ο επικεφαλής της BC Partners Νίκος Σταθόπουλος, λέγοντας πως η Ελλάδα, με τις κατάλληλες κινήσεις, έχει, τη δεδομένη χρονική στιγμή, την ευκαιρία, να μπει και πάλι στο «στόχαστρο» επενδυτών και να διεκδικήσει τμήμα της ρευστότητας των 1,7 τρισ. δολαρίων που έχουν στα χέρια τους private equity funds του εξωτερικού.
Η εξήγηση που δίνει είναι πως οι αποτιμήσεις είναι ελκυστικές στην Ελλάδα, καθώς υπάρχουν εξαιρετικής ποιότητας, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, διοικητικές ομάδες και πως η συγκυρία για υλοποίηση επενδύσεων είναι ευνοϊκή. «Ωστόσο, για να προσελκυστούν οι ξένοι επενδυτές απαιτείται να υπάρξει πραγματική σταθερότητα, όπως και ένα φιλικό επιχειρηματικό περιβάλλον» διευκρίνισε.
Την ίδια ώρα, ο Απόστολος Ταμβακάκης, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του fund EOS Capital Partners, σε μια προσπάθεια να σκιαγραφήσει την κατάσταση που βιώνει το ελληνικό επιχειρείν, υπογράμμισε ότι από το 2008 μέχρι και σήμερα η χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων από τις τράπεζες έχει συρρικνωθεί κατά 12 φορές, μέγεθος που υπογραμμίζει τον βαθμό δυσκολίας που αντιμετωπίζουν για τη βιωσιμότητά τους.
Αξιοποιώντας την πολυετή εμπειρία του στον τραπεζικό κλάδο, το fund, στο οποίο έχει τεθεί επικεφαλής, επικεντρώνεται στην υλοποίηση επενδύσεων σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, καθώς περίπου το ήμισυ των κεφαλαίων προέρχεται από το Ευρωπαϊκό Επενδυτικό Ταμείο (EIF) και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (EIB). Επιλογή διόλου τυχαία, αφού το 99,5% των ελληνικών επιχειρήσεων είναι μικρομεσαίες που διαθέτουν κύκλο εργασιών έως 50 εκατ. ευρώ και απασχολούν έως και 200 άτομα προσωπικό.
Στο μεταξύ, συμβόλαια της τάξης των 20.000 έως 30.000 ευρώ θα παρέχει η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (ΕBRD) στην Ελλάδα, προκειμένου 70-80 εταιρείες ακινήτων και τουρισμού να αποκτήσουν πρόσβαση σε υπηρεσίες συμβουλευτικής, ώστε να καταστούν πιο ανταγωνιστικές, όπως αποκάλυψε η Sabina Dziurman, διευθύντρια της EBRD για την Ελλάδα.
Να σταλεί ένα ξεκάθαρο μήνυμα στις αγορές
Σε μια κατάμεστη αίθουσα, που δεν έπεφτε «καρφίτσα», τα βλέμματα των παρευρισκομένων ήταν στραμμένα στον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) Γιάννη Στουρνάρα και στα όσα είπε για την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Ο έλληνας κεντρικός τραπεζίτης έκανε λόγο για «διολίσθηση», στο θέμα της ανεξαρτησίας των θεσμών και του κράτους δικαίου, τονίζοντας πως ένα τέτοιο γεγονός συμβάλλει στο να δημιουργείται κλίμα αβεβαιότητας που πλήττει τις προοπτικές ανάκαμψης της οικονομίας. Μία εξαίρεση, ωστόσο, όπως είπε, αποτελεί η φορολογική διοίκηση, η ανεξαρτητοποίηση της οποίας από την πολιτική διαδικασία είχε ως αποτέλεσμα «να μην έχουμε πια πρόβλημα συλλογής των φόρων».
Πεποίθησή του είναι πως το πολιτικό σύστημα έχει λάβει το «μάθημά» του και δεν θα επιστρέψει στα κακώς κείμενα του παρελθόντος. Παράλληλα, εξέφρασε την ανησυχία του αναφορικά με την αύξηση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων που παρατηρείται τις τελευταίες εβδομάδες, στοιχείο που υποδηλώνει «έναν σαφή κίνδυνο» για τη δυναμική του χρέους.
Στάθηκε στην ανάγκη για «κοινωνική και πολιτική συναίνεση», ξένες άμεσες επενδύσεις, «εκτεταμένη χρήση συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα», «δραστική αναμόρφωση της δημόσιας διοίκησης», διεύρυνση των ηλεκτρονικών συναλλαγών για τον περιορισμό της άτυπης οικονομίας, ενίσχυση του τριγώνου της γνώσης και επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και της αξιοποίησης της δημόσιας ακίνητης περιουσίας.
Μεταξύ άλλων, δήλωσε ότι μία προληπτική γραμμή στήριξης δεν υπονομεύει την απόπειρα ανάκτησης της δημοσιονομικής κυριαρχίας της χώρας και πως πρέπει να γίνει μια ρύθμιση για το χρέος που να στέλνει ένα ξεκάθαρο μήνυμα στις αγορές για τις προθέσεις και τη δυναμική της Ελλάδας.
Τέλος, ο διευθύνων σύμβουλος του Χρηματιστηρίου Αθηνών Σωκράτης Λαζαρίδης αναφέρθηκε στις επενδυτικές ευκαιρίες που γεννήθηκαν στα χρόνια της κρίσης, όταν ο εν λόγω θεσμός, μετά τα αλλεπάλληλα χτυπήματα που δέχτηκε, κατάφερε να επαναπροσδιορίσει τον ρόλο του. Σύμφωνα με τον κ. Λαζαρίδη, οι δείκτες εκτός τραπεζών κατέγραψαν σημαντικές αυξήσεις, με την πλειονότητα των εταιρειών του μη χρηματοπιστωτικού τομέα στον δείκτη μεγάλης και μεσαίας κεφαλαιοποίησης να έχουν αποδόσεις που αγγίζουν το 10% ετησίως.
Το 2017 το χαρακτήρισε ως μια ανέλπιστα καλή χρονιά, δεδομένου ότι οι εταιρικές εκδόσεις ομολόγων ύψους 600-650 εκατ. ευρώ «σήκωσαν» κεφάλαια άνω του ενός δισ. ευρώ. Κατέληξε δε πως, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, επιδιώκεται να ενισχυθεί ο ρόλος της κεφαλαιαγοράς, ως εργαλείου άντλησης κεφαλαίων για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Αναμφίβολα, η αθρόα προσέλευση και τα «πηγαδάκια» που σχηματίζονταν στο Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών και στο ξενοδοχείο Αμαλία, όπου φιλοξενούνταν τα πάνελ διακεκριμένων ομιλητών, είναι η πιο τρανή απόδειξη ότι, έπειτα από σχεδόν μια δεκαετία ύφεσης, είναι πιο έκδηλη από ποτέ η ανάγκη σύμπραξης δυνάμεων για έξοδο της χώρας από την κρίση. Σκοπός βέβαια είναι τα όσα ειπώθηκαν επισήμως, αλλά και εκείνα που συζητήθηκαν στους διαδρόμους, να βρουν ευήκοα ώτα και να τεθούν άμεσα σε εφαρμογή. Η χώρα έχει χάσει αρκετό χρόνο και δεν έχει περιθώρια λάθους.