Ο Κανονισμός 648/2012 (γνωστός ως European Markets Infrastructure Regulation ή EMIR)1 εισήγαγε στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) απαιτήσεις όσον αφορά την εκκαθάριση και τη διαχείριση του κινδύνου σχετικά με τις εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές επί παραγώγων (OTC derivatives transactions). Ειδικότερα, το πλαίσιο EMIR εισήγαγε υποχρεώσεις εκκαθάρισης μέσω κεντρικού αντισυμβαλλομένου (central clearing obligation), μείωσης του κινδύνου (risk mitigation) και υποβολής αναφορών (trade reporting requirements) ως προς τις εν λόγω συναλλαγές. Οι συγκεκριμένες απαιτήσεις αποτελούν μέρος των δεσμεύσεων τις οποίες συμφώνησαν οι αρχηγοί των κρατών G20 στην Σύνοδο Κορυφής η οποία έλαβε χώρα στο Πίτσμπουργκ το 20092. Παρότι το πλαίσιο EMIR έχει τεθεί σε εφαρμογή από το 2012, οι δυσκολίες συμμόρφωσης των, κατά κύριο λόγο, μικρότερων αντισυμβαλλομένων ώθησαν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να επανεκτιμήσει το πλαίσιο, προβαίνοντας σε στοχευμένες τροποποιητικές παρεμβάσεις προκειμένου να μειώσει το βάρος συμμόρφωσης για ορισμένους συμμετέχοντες στην αγορά (τόσο χρηματοοικονομικούς όσο και μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους).
Ως εκ τούτου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2017 πρότεινε δέσμη μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο EMIR (το μεταρρυθμιστικό πλαίσιο είναι γνωστό ως EMIR Refit)3. Έπειτα από σχεδόν δύο έτη διαβουλεύσεων μεταξύ της Επιτροπής, του Συμβουλίου της Ε.Ε. και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το πλαίσιο EMIR Refit οριστικοποιήθηκε και δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ε.Ε. στις 28 Μαΐου 20194.
Σε ό,τι αφορά τους νομοθετικούς του στόχους, το πλαίσιο EMIR Refit αποσκοπεί στη μείωση του βάρους συμμόρφωσης για τους μικρότερους και λιγότερο εξειδικευμένους αντισυμβαλλομένους. Ωστόσο, ορισμένες από τις πρόσφατα αναθεωρημένες διατάξεις ενδέχεται στην πράξη να οδηγήσουν σε αυξημένο κόστος συμμόρφωσης για τους αντισυμβαλλομένους που εμπίπτουν στο νέο πλαίσιο, θέτοντας έτσι σε μερική τουλάχιστον διακινδύνευση την επίτευξη των νομοθετικών του στόχων, όπως διατυπώνονται στο Προοίμιό του5.
Οι κατωτέρω παράγραφοι επικεντρώνονται στις ρυθμίσεις εκείνες που αυξάνουν το κόστος συμμόρφωσης για τα καλυπτόμενα πρόσωπα και αναλύουν τα βήματα που οι αντισυμβαλλόμενοι πρέπει να λάβουν για να επιτύχουν συμμόρφωση με τους κανόνες.
Διευρυμένος σκοπός
Το πλαίσιο EMIR Refit επεκτείνει τον ορισμό του «χρηματοοικονομικού αντισυμβαλλομένου» ώστε να συμπεριλάβει οντότητες που είχαν κατηγοριοποιηθεί ως μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι υπό το προηγούμενο καθεστώς και ως εκ τούτου τύγχαναν ευνοϊκότερης ρυθμιστικής μεταχείρισης. Συγκεκριμένα, στην έννοια του «χρηματοοικονομικού αντισυμβαλλομένου» συμπεριλαμβάνονται πλέον ορισμένες επιπρόσθετες κατηγορίες Οργανισμών Εναλλακτικών Επενδύσεων (ΟΕΕ, Alternative Investment Funds, AIFs), (π.χ. οι οργανισμοί που είναι εγκατεστημένοι στην Ε.Ε. αλλά των οποίων η διαχείριση λαμβάνει χώρα από Διαχειριστές Οργανισμών Εναλλακτικών Επενδύσεων (ΔΟΕΕ, Alternative Investment Fund Managers, AIFMs) που έχουν την έδρα τους εκτός Ε.Ε. ή εμπίπτουν σε εξαιρέσεις της Οδηγίας για τους Διαχειριστές Οργανισμών Εναλλακτικών Επενδύσεων (ΔΟΕΕ, Alternative Investment Fund Managers Directive, AIFMD)6. Το νέο πλαίσιο, επίσης, επεκτείνει την έννοια του «χρηματοοικονομικού αντισυμβαλλομένου» και στα Κεντρικά Αποθετήρια Τίτλων (ΚΑΤ, Central Securities Depositories, CSDs). Συνεπώς, ο νέος ορισμός συνεπάγεται ότι σημαντικός αριθμός οντοτήτων αντιμετωπίζονται για πρώτη φορά ως «χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι». Ως εκ τούτου, οι εν λόγω οντότητες υπόκεινται πλέον σε αυστηρότερες κανονιστικές απαιτήσεις, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων μείωσης του κινδύνου και της υποχρέωσης εκκαθάρισης. Από πλευράς κανονιστικής συμμόρφωσης, οι νέες ρυθμίσεις «πυροδοτούν» σειρά δράσεων συμμόρφωσης σε επίπεδο διαδικασιών, συστημάτων και υποδομών, την επαναδιαπραγμάτευση των εν ισχύι συμβάσεών τους με τους αντισυμβαλλομένους τους, καθώς και την εκπαίδευση του προσωπικού τους.
Υποχρέωση επικύρωσης μοντέλων για σκοπούς διαχείρισης κινδύνου
Το πλαίσιο EMIR Refit απαιτεί οι αρμόδιες αρχές του κάθε κράτους μέλους της Ε.Ε. να επικυρώνουν τις διαδικασίες διαχείρισης κινδύνων των αντισυμβαλλομένων (εφόσον οι αντισυμβαλλόμενοι χρησιμοποιούν ίδια μοντέλα για τον υπολογισμό της ασφάλειας, collateral) πριν από τη θέση τους σε εφαρμογή. Συνεπώς, οι αντισυμβαλλόμενοι που επιλέγουν να υπολογίζουν την ασφάλεια με βάση τα δικά τους εσωτερικά μοντέλα θα υπόκεινται πλέον σε αυστηρότερη εποπτική αξιολόγηση. Η υπό συζήτηση πρόβλεψη αναμένεται να αυξήσει το κόστος συμμόρφωσης για τις καλυπτόμενες οντότητες, καθώς θα πρέπει να εφαρμόσουν διαδικασίες για την επικύρωση των μέτρων μείωσης του κινδύνου και να εκτελέσουν εκ των προτέρων ασκήσεις δοκιμών (back-testing) των μοντέλων τους.
Ανάθεση υποχρέωσης υποβολής αναφορών
Ένας από τους στόχους της αναθεώρησης του πλαισίου EMIR αποτελεί η μείωση της κανονιστικής επιβάρυνσης που απορρέει από την υποχρέωση υποβολής αναφορών σχετικά με τις συναλλαγές επί εξωχρηματιστηριακών παραγώγων. Ειδικότερα, το πλαίσιο EMIR Refit αποβλέπει στην αναλογικότερη εφαρμογή της εν λόγω υποχρέωσης για τους μικρότερους σε μέγεθος αντισυμβαλλομένους, μεταθέτοντας την υποχρέωση υποβολής αναφορών από τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους στους χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους για τις μεταξύ τους συναλλαγές υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις7. Σε αυτό το πλαίσιο, ο χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος υπέχει υποχρέωση υποβολής αναφορών τόσο για τον ίδιο όσο και για τον μη χρηματοοικονομικό αντισυμβαλλόμενο, καθώς και ευθύνη για την ακρίβεια των πληροφοριών σχετικά με τη μεταξύ τους συναλλαγή. Μολονότι το πλαίσιο EMIR Refit καθιστά σαφές ότι ο μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος θα πρέπει να παράσχει στον χρηματοοικονομικό αντισυμβαλλόμενο όλες τις απαραίτητες πληροφορίες που δεν αναμένεται ο χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος να διαθέτει, ο χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος εξακολουθεί να είναι υπεύθυνος για τη διασφάλιση της ορθότητας των αναφερόμενων στοιχείων, ευθυνόμενος για οποιαδήποτε πλημμέλεια και ελλιπή πληροφορία κατά την υποβολή της αναφοράς. Η υπό συζήτηση ρύθμιση προσθέτει ένα επιπλέον επίπεδο πολυπλοκότητας για τους χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους, οι οποίοι θα πρέπει να αναθεωρήσουν τις διαδικασίες τους και να προσαρμόσουν τα συστήματά τους ώστε να συμμορφωθούν με τις νέες απαιτήσεις. Το κόστος συμμόρφωσης, συνεπώς, είναι και σε αυτή την περίπτωση αυξημένο.
Συμπεράσματα
Η εφαρμογή του πλαισίου EMIR Refit, νομοθετική στόχευση του οποίου αποτέλεσε η εισαγωγή απλούστερων και πιο αναλογικών ρυθμίσεων, συνεπάγεται αυξημένες απαιτήσεις τόσο για τους χρηματοοικονομικούς όσο και για τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους. Συνεπεία τούτου, οι οντότητες που υπάγονται στις νέες κανονιστικές απαιτήσεις θα πρέπει να προβούν σε μια σειρά δράσεων συμμόρφωσης εντός συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος, ο σχεδιασμός και η υλοποίηση των οποίων απαιτούν αυξημένο κόστος συμμόρφωσης.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Regulation 648/2012 on OTC derivatives, central counterparties and trade repositories [2012] OJ L201/1.
2. «Leaders’ Statement» (The Pittsburgh Summit, 24-25 September 2009).
3. Proposal for a Regulation amending Regulation 648/2012 as regards the clearing obligation, the suspension of the clearing obligation, the reporting requirements, the risk-mitigation techniques for OTC derivatives contracts not cleared by a central counterparty, the registration and supervision of trade repositories and the requirements for trade repositories COM(2017) 208 final.
4. Regulation (EU) 2019/834 of the European Parliament and of the Council of 20 May 2019 amending Regulation (EU) No 648/2012 as regards the clearing obligation, the suspension of the clearing obligation, the reporting requirements, the risk-mitigation techniques for OTC derivative contracts not cleared by a central counterparty, the registration and supervision of trade repositories and the requirements for trade repositories [2019] L 141/42.
5. Recitals 1 – 99, Regulation 648/2012 on OTC derivatives, central counterparties and trade repositories [2012] OJ L201/1.
6. Directive 2011/61 on Alternative Investment Fund Managers and amending Directives 2003/41 and 2009/65 and Regulations 1060/2009 and 1095/2010 [2011] OJ L174/1).
7. Ο συγκεκριμένος κανόνας εφαρμόζεται εφόσον ο μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος δεν υπάγεται στην υποχρέωση εκκαθάρισης μέσω κεντρικού αντισυμβαλλομένου (επειδή το χαρτοφυλάκιό του σε εξωχρηματιστηριακά παράγωγα δεν ξεπερνάει συγκεκριμένα όρια / thresholds).