ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΛΕΠΤΟΣ-ΜΠΟΥΡΤΖΗΣ
PARTNER, GLOBAL SHIPPING & PORTS LEADER, PWC ΕΛΛΑΔΑΣ
Σύμφωνα με τη νέα παγκόσμια μελέτη της PwC για τη ναυτιλία, οι κλάδοι οffshore και μεταφοράς ξηρού φορτίου είχαν την καλύτερη επίδοση το 2011, ενώ τα δεξαμενόπλοια τη χειρότερη. Όμως, λαμβάνοντας υπόψη την κυκλικότητα του κλάδου, η τρέχουσα συγκυρία μπορεί να αποτελέσει και ευκαιρία εισόδου επενδυτών στην αγορά.
Οι αδυναμίες και η αστάθεια της διεθνούς οικονομίας συνέβαλαν καταλυτικά ώστε το 2011 να αποδειχθεί μία από τις χειρότερες χρονιές για τη ναυτιλία –κατάσταση η οποία επιδεινώθηκε το 2012, σύμφωνα με τη νέα ανάλυση της PwC.
Για τέταρτη συνεχόμενη χρονιά, η PwC ανέλυσε τους βασικούς δείκτες απόδοσης (key performance indicators, KPIs) πάνω από 150 ναυτιλιακών εταιρειών σε όλο τον κόσμο, εκ των οποίων οι 25 είναι ελληνικές ή ελληνικών συμφερόντων. Τα αποτελέσματα βασίζονται στα οικονομικά στοιχεία των εταιρειών αυτών κατά τα τελευταία έξι χρόνια, περιλαμβανομένων και των ετήσιων εκθέσεών τους για το 2011. Η έρευνα αναλύει ποιοτικές και ποσοτικές πληροφορίες, παρουσιάζοντας μια συνολική εικόνα για το πώς αυτές οι ναυτιλιακές εταιρείες αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις της παρούσας οικονομικής συγκυρίας. Η πρόσφατη έρευνα της PwC ασχολήθηκε και με θέματα κοινωνικής ευθύνης και βιώσιμης ανάπτυξης στη ναυτιλία, τα οποία βρίσκονται πλέον υψηλά στις προτεραιότητες των θεσμικών οργάνων και των παραγόντων του κλάδου.
Η ανάλυση της PwC δείχνει ότι οι κλάδοι οffshore και μεταφοράς ξηρού φορτίου είχαν την καλύτερη επίδοση για το 2011, ενώ τα δεξαμενόπλοια τη χειρότερη. Για το σύνολο του ναυτιλιακού κλάδου οι επιδόσεις επιδεινώθηκαν για το 2011 σε σχέση με το 2010. Με εξαίρεση τον δείκτη κεφαλαίων κίνησης προς καθαρά έσοδα, όλοι οι χρηματοοικονομικοί δείκτες έμειναν αμετάβλητοι ή χειροτέρεψαν το 2011 σε σύγκριση με το 2010.
Η αβεβαιότητα παραμένει έντονα στο μακροοικονομικό περιβάλλον και, σε συνδυασμό με τις μαζικές παραδόσεις νεότευκτων πλοίων, προδιαγράφεται ένα ζοφερό μέλλον για τους περισσότερους ναυτιλιακούς κλάδους. Οι αποδόσεις των εταιρειών είναι εξαιρετικά χαμηλές και οι μέτοχοι έχουν υποστεί μεγάλες απώλειες στην αξία των επενδύσεών τους. Η έκταση και το βάθος αυτής της κρίσης είναι δύσκολο να προβλεφθεί. Ωστόσο, αν ληφθεί υπόψη η κυκλικότητα που χαρακτηρίζει τον κλάδο, πολλοί πιστεύουν ότι η παρούσα συγκυρία μπορεί να αποτελέσει και ευκαιρία εισόδου επενδυτών στην αγορά.
Ενώ η παγκόσμια οικονομία παραμένει εύθραυστη, οι προβλέψεις των τραπεζών για τη ναυτιλία είναι μάλλον απαισιόδοξες, με αποτέλεσμα ο τραπεζικός δανεισμός για τον κλάδο να γίνεται όλο και πιο δύσκολος. Οι τράπεζες εξακολουθούν να τηρούν αυστηρή στάση απέναντι στους νέους αλλά και στους υφιστάμενους πελάτες τους. Παραδοσιακές για την δραστηριοποίησή τους στη ναυτιλία τράπεζες έχουν επιλέξει την έξοδό τους από τον κλάδο, ενώ όσες παραμένουν προβαίνουν στην αξιολόγηση των δανειακών τους χαρτοφυλακίων προς ναυτιλιακούς πελάτες βασιζόμενες σε απαισιόδοξες προβλέψεις. Πολλές ναυτιλιακές εταιρείες παρουσίασαν αδυναμία τήρησης βασικών όρων των δανειακών τους συμβάσεων και αναγκάστηκαν να αναδιαρθρώσουν ή να αναχρηματοδοτήσουν το δανεισμό τους. Σχεδόν το 17% των εταιρειών που αναλύθηκαν δήλωσαν ότι αναδιάρθρωσαν τις δανειακές τους υποχρεώσεις το 2011. Το ποσοστό για τις εταιρείες με στόλους μεταφοράς ξηρού φορτίου και δεξαμενόπλοια ανήλθε σε 17% και 21% αντίστοιχα.
Οι αξίες τόσο των νεότευκτων όσο και των παλαιότερων πλοίων κυμάνθηκαν χαμηλά, αντικατοπτρίζοντας τόσο τον προβληματισμό για τη δυνατότητα απορρόφησης του αυξανόμενου νεότευκτου στόλου όσο και τη μεγάλη προσφορά στο υφιστάμενο τονάζ. Το 2011 σχεδόν 39% των εταιρειών που συμμετείχαν στην έρευνα ανέφερε ζημιές από απομείωση της αξίας του στόλου, έναντι 24% το 2010. Το ποσοστό όμως των εταιρειών που προέρχονταν από τον κλάδο μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων και ανάφερε ζημιές απομείωσης ανήλθε στο 67% έναντι 42% το 2010.
Σύμφωνα με την ανάλυση της PwC, ο δείκτης παραγγελιών νέων πλοίων σε ναυπηγεία (υπολογιζόμενος ως ο αριθμός των πλοίων υπό παραγγελία διά του αριθμού των πλοίων του υφιστάμενου στόλου των εταιρειών του δείγματος που αναλύθηκε) ανέρχεται σε 16% για τα πλοία μεταφοράς ξηρού φορτίου, 8% για τα δεξαμενόπλοια και μόνο 1% για τα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων. Ο δείκτης αυτός εμφανίζεται σημαντικά χαμηλότερος από αυτόν της αγοράς. Εκτιμάται ότι η πιθανότερη εξήγηση γι’ αυτό είναι ότι οι περισσότερες εταιρείες που αναλύθηκαν από την PwC είναι εισηγμένες και συνεπώς υπόλογες σε έναν μεγάλο αριθμό μετόχων, που τους ωθεί να ακολουθήσουν μια πιο συντηρητική στρατηγική, σε σχέση με τις ιδιωτικές εταιρείες που τείνουν να κινούνται πιο επιθετικά.
Η ανάλυση της PwC παρουσιάζει μία σαφή αύξηση ακυρώσεων παραγγελιών νεότευκτων πλοίων το 2011 σε σύγκριση με το 2010 και ειδικά στον κλάδο μεταφοράς ξηρού φορτίου, ο οποίος σημείωσε και τη σημαντικότερη μείωση κερδών. Η αύξηση ακυρώσεων νεότευκτων πλοίων συνοδεύτηκε και από σημαντική μείωση νέων παραγγελιών, οι οποίες έφθασαν στα επίπεδα του 2004. Το σημαντικότερο μερίδιο από τις επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν κατά το 2011 αφορούσε τον κλάδο offshore.
Στην ανάλυση της PwC συμπεριλήφθηκαν επίσης και οικονομικά στοιχεία εταιρειών για το πρώτο εξάμηνο του 2012. Με εξαίρεση τις εταιρείες που ανήκουν στον κλάδο offshore και οι οποίες έδειξαν πολύ θετικές τάσεις, υπήρξε μία ξεκάθαρη επιδείνωση στα αποτελέσματα των υπολοίπων συγκριτικά με την αντίστοιχη περίοδο του 2011. Τα πλοία μεταφοράς ξηρού φορτίου φαίνεται να επηρεάστηκαν περισσότερο από την οικονομική συγκυρία, αφού το 68% των εταιρειών του δείγματος παρουσίασε άνω του 15% μείωση των καθαρών τους κερδών.
Παρά το αυξανόμενο ενδιαφέρον για θέματα βιώσιμης ανάπτυξης και κοινωνικής ευθύνης στη ναυτιλία, η ανάλυσή της PwC έδειξε ότι οι περισσότερες ναυτιλιακές εταιρείες δεν προχώρησαν σε κατάρτιση σχετικού απολογισμού που να αναφέρεται στις ενέργειες που προβαίνουν γι’ αυτά τα θέματα. Η πίεση στο ναυτιλιακό κλάδο για τη σύνταξη απολογισμών κοινωνικής ευθύνης είναι πιθανό να αυξηθεί στο μέλλον, καθώς θεσμικά όργανα, παράγοντες της εφοδιαστικής αλυσίδας και καταναλωτές ευαισθητοποιούνται περισσότερο σε θέματα περιβαλλοντικής και κοινωνικής υπευθυνότητας. Οι εταιρείες που θα μπορέσουν πρώτες να ανταποκριθούν στις καινούργιες αυτές απαιτήσεις είναι πιθανό να κερδίσουν σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Σημειώσεις
1. Η έρευνα της PwC «Global Shipping Benchmarking Analysis 2012» βασίστηκε στις ετήσιες εκθέσεις του 2011 (οι οποίες δημοσιεύθηκαν το πρώτο εξάμηνο του 2012) περισσοτέρων από 150 ναυτιλιακών εταιρειών από διαφορετικούς τομείς της ναυτιλίας σε όλο τον κόσμο. Οι περισσότερες από τις εταιρείες αυτές είναι εισηγμένες σε χρηματιστήρια διαφόρων χωρών. Τα οικονομικά στοιχεία προήλθαν από τις οικονομικές καταστάσεις τους από το 2004 έως και του 2010.
2. Για αντίτυπο της έρευνας, παρακαλούμε επικοινωνήστε με τον κ. Σωκράτη Λεπτό-Bourgi, Partner, PwC Ελλάδας, τηλ. 210 6874630, email: socrates.leptos.-.bourgi@ gr.pwc.com