Αλέξανδρος Μακαρονίδης
Πρώην Προϊστάμενος Μονάδας Task Force EPSAS, Ευρωπαϊκή Επιτροπή – Eurostat
Μετάφραση: Μαρία Τυροβολά
Γραφείο Διεθνών Σχέσεων ΣΟΕΛ
Η απουσία ενός κοινού βασικού συνόλου λογιστικών προτύπων για τον δημόσιο τομέα αποτελεί δυνητική πηγή ελλείψεων, κατακερματισμού, ανομοιογένειας και μη συγκρισιμότητας χρηματοοικονομικών πληροφοριών σε επίπεδο οντότητας, οι οποίες, με τη σειρά τους, μπορεί να θέσουν σε σοβαρό κίνδυνο τη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών και την εμπιστοσύνη στη δημόσια χρηματοδότηση. Στο πλαίσιο αυτού του διδάγματος από την πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση, η Οδηγία για τα Δημοσιονομικά Πλαίσια (BFD)1 κάλεσε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αξιολογήσει την καταλληλότητα των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων Δημοσίου Τομέα (IPSAS) προκειμένου τα κράτη μέλη της Ε.Ε. να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις που τίθενται από την εν λόγω Οδηγία.
Οι βασικές παραδοχές των EPSAS
Στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, και πέραν αυτών, οι κυβερνήσεις είναι οι μεγαλύτεροι μεμονωμένοι εκδότες στις κεφαλαιαγορές και πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η χρηματοπιστωτική κρίση, η οποία έπληξε την Ευρώπη πριν από περίπου δέκα χρόνια, εκδηλώθηκε ως κρίση κρατικού χρέους. Τα δημόσια οικονομικά ασχολούνται τελικά με τη χρήση κυρίαρχης εξουσίας για την άντληση και τη δαπάνη των χρημάτων των φορολογουμένων. Οι οντότητες του δημόσιου τομέα, συμπεριλαμβανομένων του κράτους και των κρατικών φορέων, είναι οντότητες δημοσίου συμφέροντος και, κατά συνέπεια, πρέπει να γνωστοποιούν πλήρως την οικονομική τους θέση και τις οικονομικές τους επιδόσεις, τόσο για σκοπούς λογοδοσίας όσο και λήψης αποφάσεων.
Συγκεκριμένα, η BFD απαιτούσε τη συνοχή των λογιστικών κανόνων και διαδικασιών και την ακεραιότητα των υποκείμενων συστημάτων συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων των κρατών μελών της Ε.Ε. Η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με την καταλληλότητα των IPSAS2 συμπέρανε με ισχυρά επιχειρήματα την ανάγκη εναρμόνισης της λογιστικής του δημόσιου τομέα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και κατέληξε στο να προτείνει ότι τα IPSAS πρέπει να χρησιμοποιηθούν ως πλαίσιο αναφοράς για την ανάπτυξη Ευρωπαϊκών Λογιστικών Προτύπων για τον Δημόσιο Τομέα (EPSAS). Έτσι, τα EPSAS μπορούν να προσφέρουν μια κοινή ευρωπαϊκή ερμηνεία των IPSAS.
Κύρια εμπόδια στην υιοθέτηση των νέων λογιστικών προτύπων
Η διαδικασία μετάβασης από τη μέθοδο της λογιστικής ταμειακής βάσης στη μέθοδο της λογιστικής δεδουλευμένης βάσης είναι, από εμπειρία, ένα φιλόδοξο εγχείρημα. Ενέχει σημαντικό κόστος και συνεπάγεται μια πραγματική διαδικασία διαχείρισης αλλαγών, η οποία σχετίζεται με την ενσωμάτωση μιας πολιτιστικής αλλαγής, από την νοοτροπία μιας καθαρά ταμειακής διαχείρισης προς μια νοοτροπία διαχείρισης της αξίας.
Ακαμψίες που οφείλονται στην παράδοση, ιδίως στην τήρηση του τρόπου σκέψης μιας καθαρά ταμειακής διαχείρισης, και εφησυχασμός είναι σίγουρα μερικά από τα μεγαλύτερα εμπόδια στην υιοθέτηση των νέων λογιστικών προτύπων. Αυτά συνοδεύουν συνήθως τη δεδομένη τεχνική πολυπλοκότητα του θέματος, την έλλειψη πόρων, δεξιοτήτων και εμπειρογνωμοσύνης, τα οποία με τη σειρά τους μπορεί να ενισχυθούν από την έλλειψη πολιτικής στήριξης και από έλλειψη συναίνεσης μεταξύ των βασικών ενδιαφερομένων.
Η λογιστική σε δεδουλευμένη βάση περιλαμβάνει παρά καταργεί την ταμειακή πληροφόρηση
Το ζήτημα δεν ήταν ποτέ μια δεδουλευμένη αντί της ταμειακής βάσης, καθώς δεν υπάρχει σύστημα δεδουλευμένης βάσης που θα μπορούσε να λειτουργήσει χωρίς πληροφόρηση περί των ταμειακών δεδομένων. Οι πληροφόρηση περί των ταμειακών δεδομένων αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της λογιστικής σε δεδουλευμένη βάση, και δεν πρόκειται ούτε να εξαφανιστεί ούτε και να χάσει τη σημασία της. Το ζήτημα, επομένως, είναι μάλλον το πώς θα ενσωματωθούν οι ανάγκες πληροφόρησης επί των ταμειακών δεδομένων σε ένα πιο ολοκληρωμένο σύστημα αναφοράς, που θα παρέχει πολύ πιο χρήσιμες πληροφορίες σε σύγκριση με αυτό των ταμειακών δεδομένων μόνων. Ένα σύστημα ταμειακής βάσης παρέχει πληροφορίες μόνο για το ταμειακό απόθεμα και τις συναφείς ταμειακές κινήσεις. Το σύστημα βάσει δεδουλευμένων παρέχει με ολοκληρωμένο τρόπο πληροφορίες για τα αποθέματα περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων, την κατανάλωση πόρων και τη δημιουργία αξίας. Η χρηματοοικονομική αναφορά βάσει της λογιστικής σε δεδουλευμένη βάση είναι σαφώς ανώτερο πληροφοριακό σύστημα για τη λήψη αποφάσεων και την υποχρέωση λογοδοσίας, καθώς παρέχει τις απαραίτητες πληροφορίες για τη λήψη τεκμηριωμένων αποφάσεων σχετικά με τη δημιουργία αξίας και τη δυναμική εξυπηρέτησης, ρευστότητας, αλλά και ασφάλειας όσον αφορά τη διαχείριση και τον μετριασμό χρηματοοικονομικού κινδύνου.
Θέσεις εκτός ισολογισμού συνεπάγονται κινδύνους για την υγεία των δημόσιων οικονομικών
Η απουσία αυθεντικών προτύπων χρηματοοικονομικής αναφοράς για τον δημόσιο τομέα, που υποστηρίχθηκε και από την αντίληψη ότι το δημόσιο χρέος ήταν σχεδόν άνευ κινδύνου, οδήγησε σε μεγάλο αριθμό σημαντικών μη δηλωμένων και εκτός ισολογισμού κονδυλίων ή μη ανακοινωμένων υποχρεώσεων, πλήρως αποσυνδεδεμένων από την πιθανότητα να γίνουν ουσιώδη και απαιτητά. Ένα από τα διδάγματα που αντλήθηκαν μετά την πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση είναι ότι οι κεφαλαιαγορές και οι κάτοχοι κρατικών ομολόγων δεν ήταν σε θέση να εκτιμήσουν ορθά τους κινδύνους στους οποίους εισέρχονταν ή είχαν ήδη εισέλθει. Ούτε το σύστημα οικονομικής διακυβέρνησης ούτε και οι εκδότες δημόσιου χρέους διέθεταν όλα εκείνα τα στοιχεία που ήταν απαραίτητα για την ορθή εκτίμηση των ενδεχόμενων κινδύνων και των πιθανών επιπτώσεών τους που θα έπρεπε να αντιμετωπιστούν. Αυτό οφειλόταν κυρίως στην απουσία ενός συστήματος χρηματοοικονομικής αναφοράς του δημόσιου τομέα που να παρέχει την απαιτούμενη πραγματική και εύλογη εικόνα της οικονομικής θέσης και των οικονομικών επιδόσεων των εκδοτών του δημόσιου τομέα. Επομένως, για εύλογο λόγο, τα IPSAS απαιτούν την αναγνώριση προβλέψεων για ενδεχόμενες υποχρεώσεις και την πλήρη γνωστοποίηση των ενδεχόμενων υποχρεώσεων, ανάλογα με την πιθανότητα να καταστούν απαιτητές3. Με την εισαγωγή του μοντέλου Αναμενόμενης Πιστωτικής Απώλειας (Expected Credit Loss model), τα IPSAS απαιτούν, σε αναλογία με τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (IFRS)4 του ιδιωτικού τομέα, την αναγνώριση των ζημιών απομείωσης, για όλα τα χρηματοοικονομικά μέσα, από την πρώτη μέρα. Τα IPSAS προέβησαν σε ένα σημαντικό βήμα προς την παροχή στους χρήστες των οικονομικών καταστάσεων πληροφοριών σχετικών με την εκτίμηση και τον μετριασμό των χρηματοοικονομικών κινδύνων.
Οι ιδιαιτερότητες του δημόσιου τομέα απαιτούν ειδικές λύσεις γι’ αυτόν
Από την άποψη της βασικής ανάγκης των χρηστών των οικονομικών καταστάσεων, που πρέπει να έχουν μια πραγματική και εύλογη εικόνα της οικονομικής θέσης και των οικονομικών επιδόσεων των οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος, δεν υπάρχει σχεδόν καμία καταρχήν διαφορά μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Αυτός είναι πιθανότατα και ο λόγος για τον οποίο τα IPSAS ξεκίνησαν ως σχέδιο ευθυγράμμισης με τα IFRS. Ωστόσο, μετά την πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση, κατέστη σαφές ότι, παρόλο που τα οικονομικά γεγονότα και οι συναλλαγές που σχετίζονται με τον ιδιωτικό τομέα ήταν εξίσου σημαντικά για τον δημόσιο τομέα, υπήρχαν ιδιαιτερότητες του δημόσιου τομέα που δεν μπορούσαν να αντιμετωπιστούν ακολουθώντας απλώς τα πρότυπα χρηματοοικονομικής αναφοράς του ιδιωτικού τομέα. Η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με την καταλληλότητα των IPSAS κατέστησε σαφές το γεγονός ότι οι ιδιαιτερότητες του δημόσιου τομέα απαιτούσαν λύσεις ειδικά για τον δημόσιο τομέα. Η πρόσφατη κίνηση του IPSASB5 ως προς την προτεραιότητα των ιδιαιτεροτήτων του δημόσιου τομέα είναι ένα λογικό και πολύ ευπρόσδεκτο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, παρά την ανάγκη, μεταξύ άλλων, για συνοχή μεταξύ των IPSAS και των IFRS.
Οι δεδουλευμένοι λογαριασμοί συμβάλλουν στην καλύτερη κατανόηση μιας περίπλοκης πραγματικότητας
Συχνά υποστηρίζεται ότι τα ταμειακά στοιχεία είναι απλά και εύκολα να εννοηθούν, ενώ τα δεδουλευμένα είναι πολύπλοκα και δύσκολα στην κατανόησή τους. Γεγονός είναι ότι η πραγματικότητα που καλείται να απεικονίσει η χρηματοοικονομική αναφορά είναι πολύ περίπλοκη. Είναι η πολυπλοκότητα των σχετικών γεγονότων και συναλλαγών και των διαδικασιών διαχείρισης και λήψης αποφάσεων στον δημόσιο τομέα που βρίσκονται στο επίκεντρο του έργου αυτού. Δεν μπορεί να υπάρξουν απλοϊκές λύσεις για ένα σύστημα αναφοράς που να παρέχει μια αληθινή και εύλογη εικόνα μιας τόσο περίπλοκης πραγματικότητας και η λογιστική σε δεδουλευμένη βάση δεν μπορεί να μειώσει την πολυπλοκότητα αυτής της πραγματικότητας. Αυτό που μπορεί να κάνει είναι να εξαγάγει και να οργανώσει τις απαραίτητες πληροφορίες κατά τρόπο που βοηθά τους υπεύθυνους για τη λήψη αποφάσεων, τους παρόχους πόρων και τους αποδέκτες υπηρεσιών να κατανοούν καλύτερα και να ενεργούν επί της οικονομικής θέσης και των οικονομικών επιδόσεων των φορέων του δημόσιου τομέα.
Τα EPSAS μπορούν να ρίξουν φως στον κυκεώνα των συνταξιοδοτικών συστημάτων του δημόσιου τομέα
Η λογιστική σε δεδουλευμένη βάση παρέχει επίσης μια πιο μακροπρόθεσμη προοπτική στη χρηματοοικονομική αναφορά, η οποία είναι απαραίτητη για λόγους σταθερότητας και βιωσιμότητας όσον αφορά τη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών, συμπεριλαμβανομένης της δίκαιης μεταχείρισης μεταξύ των γενεών. Η απαίτηση, σύμφωνα με το IPSAS 39, για παροχή αξιόπιστων προβλέψεων επί καθορισμένων συστημάτων συνταξιοδοτικών παροχών αποτελεί καλό παράδειγμα για την απεικόνιση μιας τέτοιας μακροπρόθεσμης θεώρησης. Ως εκ τούτου, το προεξοφλητικό επιτόκιο είναι το πιο ευαίσθητο θέμα για τη επιμέτρηση των συνταξιοδοτικών υποχρεώσεων. Συνολικά, μια διαφορά 1 ποσοστιαίας μονάδας στο προεξοφλητικό επιτόκιο οδηγεί σε μεταβολή περίπου 15% της υποχρέωσης καθορισμένων παροχών και στην αντίθετη κατεύθυνση!6 Τα EPSAS βοήθησαν στην αποσαφήνιση ορισμένων θεμάτων που αφορούν την επιλογή των προεξοφλητικών επιτοκίων7. Σε πρώτη φάση δόθηκε προτεραιότητα στη συγκρισιμότητα της επιμέτρησης και στην εννοιολογική προσέγγιση που βασίζεται στην επιλογή του προεξοφλητικού επιτοκίου. Δεδομένου ότι η χρηματοδότηση ενός συνταξιοδοτικού προγράμματος δεν πρέπει να επηρεάζει την αναγνώριση και την επιμέτρηση των συνακόλουθων συνταξιοδοτικών υποχρεώσεων, η χρήση τού (σχεδόν) άνευ κινδύνου επιτοκίου ήταν μια απαίτηση παρά μια επιλογή. Το (σχεδόν) άνευ κινδύνου επιτόκιο είναι εξαρτημένο από το νόμισμα και ως εκ τούτου προτάθηκε η ιδέα ενός κεντρικού οργάνου σε κάθε νομισματικό χώρο που να ορίζει το άνευ κινδύνου επιτόκιο, παράλληλα με τη χρήση κινητών μέσων αντί μεμονωμένων ημερήσιων επιτοκίων. Αφενός μεν, για να διασφαλιστεί η συνάφεια, η αξιοπιστία, η αντικειμενικότητα και η συγκρισιμότητα των επιμετρήσεων, αφετέρου δε, για την αντιμετώπιση της μεταβλητότητας και τη βελτίωση της συνέπειας με τα στοιχεία των συντάξεων που παράγονται βάσει του προτύπου του ΕΣΟΛ.
Τα EPSAS ενέχουν σημαντικό κόστος αλλά ακόμη πιο σημαντικά οφέλη
Όπως προαναφέρθηκε, μια ευρεία μεταρρύθμιση όπως η εφαρμογή των IPSAS ή EPSAS ενέχει, αφενός, σημαντικό κόστος. Αφετέρου, όμως, φέρει ακόμα πιο σημαντικά οφέλη τα οποία, από την εμπειρία, υπερβαίνουν κατά πολύ το κόστος. Τα IPSAS ή EPSAS αποτελούν παράγοντα καλύτερης λήψης αποφάσεων και βελτίωσης της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας του δημόσιου τομέα. Λόγω της αντιστάθμισης της επιβάρυνσης των φορολογουμένων έναντι αξίας και δυναμικού παροχής υπηρεσιών που δημιουργούνται από τις πολιτικές, αποτελούν παράγοντα αυξημένης λογοδοσίας των πολιτικών ιθυνόντων και των διαχειριστών δημόσιου χρήματος. Επιτρέπουν τη συγκριτική αξιολόγηση μεταξύ δημόσιων φορέων ως προς τομείς δραστηριότητας, χώρο και χρόνο και διευκολύνουν την πρόσβαση σε κεφάλαια.
Αν και τα οφέλη που αναφέρθηκαν από τις χώρες που έχουν εφαρμόσει τις ανάλογες λογιστικές μεταρρυθμίσεις είναι ευρέως γνωστά, σε αντίθεση με το κόστος, είναι πολύ δύσκολο να υπολογιστούν αξιόπιστα. Έχουν γίνει προσπάθειες να προσδιοριστεί ποσοτικά ο άμεσος αντίκτυπος της αυξημένης διαφάνειας στα επιτόκια δανεισμού και, χωρίς να ληφθεί υπόψη το ακριβές επίπεδο του επιμετρούμενου αντίκτυπου, το μήνυμα είναι σαφές. Η αυξημένη διαφάνεια μέσω της εφαρμογής της λογιστικής σε δεδουλευμένη βάση τείνει να μειώνει τα χρεωστικά επιτόκια. Με αυτόν τον τρόπο, μπορεί να δειχθεί ότι όχι μόνο μειώνει το μακροπρόθεσμο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους αλλά επίσης μειώνει το κόστος των δημόσιων υπηρεσιών και επηρεάζει θετικά την ανάπτυξη, τις επενδύσεις και τις θέσεις εργασίας.8
Ο ανεξάρτητος έλεγχος πρέπει τελικά να διασφαλίζει την ποιότητα των οικονομικών καταστάσεων
Η υιοθέτηση και εφαρμογή των IPSAS ή των EPSAS ή οποιασδήποτε άλλης δέσμης υψηλής ποιότητας λογιστικών προτύπων δημόσιου τομέα αποτελεί απαραίτητη, αν και όχι επαρκή, προϋπόθεση για την επίτευξη του διττού στόχου της αύξησης της οικονομικής διαφάνειας και της συγκρισιμότητας των οικονομικών καταστάσεων μεταξύ και εντός κρατών μελών της Ε.Ε. Η τελική βεβαιότητα σχετικά με την ποιότητα των οικονομικών καταστάσεων και τη συμμόρφωσή τους με τα καθορισμένα πρότυπα παρέχεται μέσω ανεξάρτητου ελέγχου. Ενώ η Οδηγία για τα Δημοσιονομικά Πλαίσια τονίζει την ανεξαρτησία ως βασική απαίτηση όσον αφορά τον έλεγχο του δημόσιου τομέα, παραμένει μάλλον ουδέτερη όσον αφορά το ζήτημα του κατά πόσο ο έλεγχος αυτός είναι οργανωμένος ως εσωτερικός ή εξωτερικός και εάν το έργο αυτό ανατίθεται σε ανώτατα ελεγκτικά όργανα και/ή σε ιδιωτικούς φορείς ελέγχου του δημόσιου τομέα. Πρόκειται για θέμα εφαρμογής, το οποίο αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών. Πράγματι, ανάλογα με το κράτος μέλος και το επίπεδο διακυβέρνησης, στην πράξη εφαρμόζεται μια μεγάλη ποικιλία προσεγγίσεων και συνδυασμών αυτών. Αυτές περιλαμβάνουν συνεταιριστικά μοντέλα που εμπλέκουν ιδιωτικά οργανωμένους ελεγκτές που λειτουργούν υπό την κυριαρχία ή την εποπτεία των ανώτατων ελεγκτικών ιδρυμάτων.
Υπάρχει κύριος ρόλος που μπορεί να διαδραματίσει η ελεγκτική κοινότητα στη διαδικασία μετάβασης
Ανεξάρτητα από την επιλεγείσα προσέγγιση για τον ανεξάρτητο έλεγχο, οι κατευθυντήριες γραμμές της Eurostat για την πρώτη εφαρμογή της λογιστικής σε δεδουλευμένη βάση εφιστούν την προσοχή εκείνων που μεταβαίνουν από την ταμειακή στη δεδουλευμένη βάση, και βεβαίως εκείνων που εφαρμόζουν τα IPSAS ή τα EPSAS, στον σημαντικό ρόλο του εξωτερικού ελέγχου9. Συνιστά να συμμετέχουν όσο το δυνατόν νωρίτερα οι ελεγκτές του δημόσιου τομέα στη μεταρρυθμιστική διαδικασία, να παρακολουθούν και να υποστηρίζουν τη μετάβαση, παρά να περιμένουν τον εκ των υστέρων έλεγχο του πρώτου ισολογισμού έναρξης για να δραστηριοποιηθούν. Παρά την ανάγκη διατήρησης της ανεξαρτησίας του ελεγκτή, πρόκειται για συμβολή που μπορεί να περιγραφεί ως συνοδευτικός συμβουλευτικός έλεγχος. Η εμπειρία δείχνει ότι η έγκαιρη συμμετοχή των ελεγκτών θεωρείται βασικό στοιχείο για την επιτυχία της διαδικασίας μετάβασης. Λόγω της έλλειψης ελεγκτικών δεξιοτήτων και εμπειρογνωμοσύνης ως προς τον έλεγχο του δημόσιου τομέα, υπάρχει η δυνατότητα για την ευρύτερη ελεγκτική κοινότητα να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο σε αυτήν τη μετάβαση.
Η επιτυχία μιας μεταρρύθμισης υπέρ της χρήσης των δεδουλευμένων εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την πολιτική βούληση
Η επιτυχία μιας μεταρρύθμισης υπέρ της χρήσης λογιστικής βάσει δεδουλευμένων, όπως και οποιαδήποτε άλλη σημαντική μεταρρύθμιση, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την πολιτική βούληση για την πραγματοποίησή της και συγχρόνως υπόκειται στον πολιτικό κύκλο. Η ευρύτερη πολιτική αποδοχή και η συνεχής πολιτική δέσμευση αποτελούν περαιτέρω βασικά στοιχεία για την επιτυχία μιας τόσο σημαντικής μεταρρύθμισης. Λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα αυτά, εύλογα η Γαλλία και η Αυστρία εισήγαγαν τις αρχές της δημοσιονομικής διαφάνειας και της δεδουλευμένης λογιστικής στο σύνταγμά τους. Σε μια στιγμή που η Ελλάδα ξεκινά μια διαδικασία συνταγματικής μεταρρύθμισης, θα ήταν σκόπιμο να ακολουθήσουμε αυτά τα παραδείγματα και να εξετάσουμε την ενσωμάτωση της δημοσιονομικής διαφάνειας, της λογιστικής σε δεδουλευμένη βάση και της αληθούς και εύλογης θεώρησης στην ημερήσια διάταξη της συνταγματικής μεταρρύθμισης. Αυτό θα αποτελούσε ένα ακόμη σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της αποκατάστασης της κανονικότητας στην οικονομία και της ανάκτησης της εμπιστοσύνης. Τόσο αυτής των παρόχων πόρων ότι οι πόροι χρησιμοποιούνται με σύνεση όσο και των αποδεκτών δημοσίων υπηρεσιών ότι οι δημόσιες υπηρεσίες παρέχονται αποτελεσματικά και αποδοτικά. Τα IPSAS ή τα EPSAS δεν μπορούν υποβοηθούν παρά τη διαφάνεια, την καλύτερη λήψη αποφάσεων και τη λογοδοσία. Τελικά, η επιτυχία της μεταρρύθμισης θα εξαρτηθεί από την ουσιαστική μετατόπιση της διαχειριστικής νοοτροπίας: από μια νοοτροπία ταμειακής δαπάνης σε μια διαχειριστική νοοτροπία δεδουλευμένου αποτελέσματος και επιτευγμάτων.
Η Ελλάδα θα πρέπει να κάνει ένα άλμα προς τα εμπρός και να υιοθετήσει τη δεδουλευμένη βάση ως τον πυρήνα του λογιστικού συστήματος του δημοσίου
Οι χώρες με μάλλον υπανάπτυκτα λογιστικά συστήματα δημόσιου τομέα, τα οποία, στο πλαίσιο της πρόσφατης χρηματοπιστωτικής κρίσης, έχουν χάσει την εμπιστοσύνη των αγορών, πρέπει να σημειώσουν μεγάλη πρόοδο και να προχωρήσουν σε ποιοτικά λογιστικά πρότυπα του δημόσιου τομέα, όπως τα IPSAS ή τα EPSAS, που θα τα χρησιμοποιήσουν ως τις βασικές λογιστικές πλατφόρμες τους. Η έγκριση του ελληνικού Προεδρικού Διατάγματος10 για τη θέσπιση ενός νέου Λογιστικού Σχεδίου για τον δημόσιο τομέα ήταν ένα επίτευγμα ορόσημο στο ευρύτερο πλαίσιο της μεταρρύθμισης της διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών στην Ελλάδα.
Το νεοσύστατο Ελληνικό Λογιστικό Σχέδιο για τον δημόσιο τομέα παρέχει ένα σχετικά ολοκληρωμένο πλαίσιο λογιστικής και χρηματοοικονομικής πληροφόρησης σε επίπεδο απλής οντότητας, καθόσον ορίζει τα απαραίτητα εννοιολογικά στοιχεία, τα ποιοτικά χαρακτηριστικά, τα στοιχεία αναφοράς και τις καταστάσεις, με βάση πρότυπα λογιστικής και χρηματοοικονομικής αναφοράς εμπνευσμένα από τα IPSAS. Αποτελεί, συνεπώς, προϋπόθεση και σημαντικό άλμα για την αύξηση της οικονομικής διαφάνειας και της λογοδοσίας, αλλά και για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας της δημόσιας διοίκησης στην Ελλάδα.
Τόσο το IPSAS 33 (Πρώτη εφαρμογή της λογιστικής βάσει δεδουλευμένων IPSAS) όσο και οι κατευθυντήριες γραμμές της Eurostat για την πρώτη εφαρμογή της λογιστικής σε δεδουλευμένη βάση προτείνουν μια σταδιακή διαδικασία εφαρμογής, ο ρυθμός της οποίας εξαρτάται, εκτός άλλων, από την ωριμότητα του υφιστάμενου λογιστικού συστήματος του δημόσιου τομέα, το μέγεθος, καθώς και τις ιδιαιτερότητες του συστήματος δημόσιας διοίκησης της εν λόγω χώρας. Οι ελληνικές αρχές θα πρέπει τώρα να αναπτύξουν έναν αξιόπιστο οδικό χάρτη και λεπτομερή σχέδια εφαρμογής, προκειμένου να επιτύχουν τη μεταρρύθμιση της δημόσιας λογιστικής. Αυτό θα είναι προς όφελος τόσο όλων εκείνων που παρέχουν πόρους στο ελληνικό δημόσιο όσο και εκείνων που λαμβάνουν δημόσιες υπηρεσίες από αυτό, για τους έλληνες πολίτες, την Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολό της.
* Το παρόν άρθρο αντικατοπτρίζει τις προσωπικές απόψεις του συντάκτη και δεν αντιπροσωπεύει τη θέση ή τα συμφέροντα της Επιτροπής.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Οδηγία 2011/85/ΕΕ του Συμβουλίου της 8ης Νοεμβρίου 2011 σχετικά με τις απαιτήσεις για τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών.
2. Έκθεση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: Προς την εφαρμογή εναρμονισμένων λογιστικών προτύπων για τον δημόσιο τομέα στα κράτη μέλη, COM (2013) 114 final.
3. Για παράδειγμα, σύμφωνα με το IPSAS 30 «Χρηματοοικονομικά μέσα: Γνωστοποιήσεις» και/ή το πρόσφατα υιοθετημένο IPSAS 41 «Χρηματοοικονομικά μέσα».
4. Το IPSAS 41 «Χρηματοοικονομικά Μέσα» βασίζεται στο IFRS 9 και αντικαθιστά το IPSAS 29 «Χρηματοοικονομικά Μέσα: Αναγνώριση και Επιμέτρηση».
5. Στρατηγική και Πρόγραμμα Εργασίας IPSASB 2019-2023.
6. Τα EPSAS εκδίδουν έγγραφο σχετικά με τη λογιστική αντιμετώπιση των παροχών σε εργαζόμενους (συντάξεις), EPSAS WG 16/15, Λουξεμβούργο, 9 Νοεμβρίου 2016, σ. 20.
7. Βλ. προσχέδιο πρακτικών από την έκτη συνεδρίαση της ομάδας εργασίας EPSAS, 7-8 Μαΐου 2018, EPSAS WG 18/09rev, 10 Δεκεμβρίου 2018, παράγραφος 16.
8. Συλλογή πρόσθετων και επικαιροποιημένων πληροφοριών σχετικά με τις πιθανές επιπτώσεις των EPSAS, EPSAS WG 17/15, Λουξεμβούργο, 3 Νοεμβρίου 2017, μέρη 3 και 4.
9. Οδηγίες για την πρώτη εφαρμογή της λογιστικής σε δεδουλευμένη βάση, EPSAS WG 16/11 rev, 5 Απριλίου 2017, σ. 16.
1 0. Προεδρικό Διάταγμα 54/2018.
Λίγα λόγια για τον Α. Μακαρονίδη
Μέχρι τη συνταξιοδότησή του, τον Δεκέμβριο του 2018, ο Αλέξανδρος Μακαρονίδης ήταν επικεφαλής της Ειδικής Ομάδας για τα Ευρωπαϊκά Λογιστικά Πρότυπα για τον Δημόσιο Τομέα (ΕΛΠΤΔ – EPSAS), της Γενικής Διεύθυνσης Eurostat στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή (EC), υπεύθυνος για τη μελέτη επί των EPSAS, που οδήγησε τις εργασίες της EC στα EPSAS.
Μεταξύ άλλων διευθυντικών θέσεων στην ΕΚ/Eurostat και πριν από αυτή, ο κ. Μακαρονίδης ήταν επικεφαλής μονάδας στατιστικών δημοσίων οικονομικών, διαχείρισης ποιότητας και κρατικής λογιστικής, της Γενικής Διεύθυνσης Eurostat στη Μονάδα Α της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (EC), υπεύθυνος για τη διαχείριση κινδύνου και ποιότητας για τις στατιστικές δημοσίων οικονομικών, την κρατική λογιστική και την επαλήθευση των πρωτογενών στοιχείων για τα δημόσια οικονομικά. Ο κ. Μακαρονίδης είναι πτυχιούχος της Σχολής Διοίκησης του Πανεπιστημίου Ludwig-Maximilians του Μονάχου και είναι κάτοχος πτυχίου Dr.oec.publ στην οικονομετρία του ίδιου Πανεπιστημίου.