Η έρευνα «Διασφαλίζοντας την ηγετική θέση το 2025», η δεύτερη Ευρωπαϊκή Έρευνα 2020 της BDO, δημοσιεύτηκε πριν από το ξέσπασμα της κρίσης του Covid-19 παγκοσμίως. Τότε, οι επικεφαλής ευρωπαϊκών επιχειρήσεων μας ενημέρωναν ότι σχεδίαζαν την επιδίωξη επιθετικής ανάπτυξης, οδηγούμενοι από επενδύσεις σε τεχνολογία, ταλέντα και καινοτομία προϊόντων –αλλά τώρα οι προτεραιότητές τους έχουν μετατοπιστεί αισθητά.
Η ανάπτυξη δεν έχει τεθεί εκτός ημερήσιας διάταξης, αλλά μια νέα πραγματικότητα συνεπάγεται ότι η ανθεκτικότητα των επιχειρήσεων είναι το βασικό στοιχείο και οι οργανισμοί τώρα επανεξετάζουν τα λειτουργικά τους μοντέλα.
Ο κόσμος θα αλλάξει λόγω του Covid-19. Οι επιχειρήσεις πρέπει να οραματιστούν μια νέα πραγματικότητα το συντομότερο δυνατόν –και να επανεξετάσουν τη θέση τους σε αυτήν.
Με μια τέτοια πρωτοφανή αλλαγή να λαμβάνει χώρα σε ένα τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, η BDO αποφάσισε να συζητήσει εκ νέου με τους επικεφαλής ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, ώστε να κατανοήσει πώς έχουν αλλάξει οι απόψεις τους. Η έρευνά μας διερευνά τις πρακτικές αλλαγές που σχεδιάζουν να υλοποιήσουν οι επιχειρήσεις βραχυπρόθεσμα, ώστε να μπορέσουν να επιβιώσουν τώρα και να οδηγηθούν σε επιτυχία μακροπρόθεσμα, μόλις υποχωρήσει η κρίση δημόσιας υγείας. Συνομιλήσαμε με 244 επικεφαλής επιχειρήσεων σε 8 ευρωπαϊκές αγορές: Βέλγιο, Δανία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Νορβηγία, Ισπανία και Ηνωμένο Βασίλειο. Θέλαμε να μάθουμε ποια άμεσα βήματα είχαν κάνει οι επικεφαλής των επιχειρήσεων για να ανταποκριθούν στην παγκόσμια πανδημία. Κυρίως θέλαμε να εξετάσουμε πώς έχουν αλλάξει οι στρατηγικές φιλοδοξίες τους και οι επιχειρησιακές προτεραιότητές τους από την τελευταία μας έρευνα, πριν από 6 μήνες.
Η έρευνά μας αποκαλύπτει ότι από τότε που η BDO δημοσίευσε την πρώτη ευρωπαϊκή έρευνα, τον Φεβρουάριο του 2020, η πανδημία του Covid-19 έχει ανατρέψει τα δεδομένα στον επιχειρηματικό κόσμο. Ενώ όμως το 39% των ερωτηθέντων έχουν αντιμετωπίσει σημαντική απώλεια εσόδων και έχουν δει τα οικονομικά τους να υφίστανται σημαντική πίεση, δεν έχουν υποστεί όλες οι επιχειρήσεις ζημίες στον ίδιο βαθμό: το 20% έχουν υποστεί περιορισμένες διαταραχές στη λειτουργία τους και μπορούν να συνεχίσουν κανονικά τις δραστηριότητές τους.
Η επίπτωση του COVID-19 ήταν πολύ δύσκολη, αλλά όχι για όλους
Σχεδόν τέσσερις στις δέκα (39%) ευρωπαϊκές επιχειρήσεις με τις οποίες μιλήσαμε περιέγραψαν την επίπτωση της πανδημίας ως «σημαντική» ή «μεγάλη», με το 30% να πρέπει να μειώσει το προσωπικό ή τους μισθούς για να επιβιώσει. Χωρίς κρατική στήριξη, ένας στους πέντε οργανισμούς (20%) αναφέρει ότι θα είχε κλείσει. Ένα ενθαρρυντικό ποσοστό 20% δηλώνει ότι η επίπτωση για τον οργανισμό τους είναι περιορισμένη.
Οι επικεφαλής επιχειρήσεων προβλέπουν δύσκολο μακροοικονομικό κλίμα στο μέλλον
Περισσότεροι από τους μισούς (55%) πιστεύουν ότι οι οικονομικές προοπτικές για την Ευρώπη θα επιδεινωθούν στους επόμενους έξι μήνες, ενώ μόνο το ένα τέταρτο (25%) πιστεύει ότι οι οικονομικές επιδόσεις της εταιρείας τους θα βελτιωθούν έως το τέλος του έτους.
Οι αναπτυξιακές προσδοκίες εξισορροπούνται εκ νέου, με μια στροφή προς την ανθεκτικότητα και τη μείωση των εξόδων
Αν και το 20% των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι συνεχίζουν να επιδιώκουν επιθετική ανάπτυξη, το επιχειρηματικό αίσθημα έχει αλλάξει σημαντικά. Όταν ρωτήθηκαν για την κορυφαία επιχειρηματική τους προτεραιότητα στους επόμενους έξι μήνες, το 21% των επικεφαλής ευρωπαϊκών επιχειρήσεων τονίζουν τη μείωση των γενικών εξόδων και επιχειρηματικών δαπανών –σε σύγκριση με μόλις πριν από έξι μήνες, όταν η κορυφαία επιχειρηματική προτεραιότητα ήταν η προσέλκυση και διατήρηση υψηλής ποιότητας ταλέντων.
Η πανδημία ανέδειξε τις αδυναμίες της εφοδιαστικής αλυσίδας
Το 45% των ερωτηθέντων αναφέρουν ότι ο Covid-19 έχει αναδείξει αδυναμίες στην εφοδιαστική αλυσίδα τους. Περισσότεροι από το ένα τρίτο (36%) αναφέρουν ότι τουλάχιστον ένας από τους βασικούς προμηθευτές τους έχει σταματήσει τις εμπορικές συναλλαγές αυτή την περίοδο. Ως αποτέλεσμα, οι περισσότερες από αυτές τις επιχειρήσεις (59%) δηλώνουν ότι θα λάβουν μέτρα για τη διαφοροποίηση της εφοδιαστικής αλυσίδας τους καθώς εξέρχονται από την κρίση.
Τα στελέχη στοχεύουν σε σημαντικές αλλαγές στα επιχειρηματικά τους μοντέλα
Η κρίση έχει οδηγήσει σε μια θεμελιώδη επανεξέταση των επιχειρηματικών μοντέλων, με το 44% να σχεδιάζει να επιφέρει αλλαγές ανταποκρινόμενο στην κρίση. Το 9% δηλώνει ότι σχεδιάζει μια ριζική αλλαγή του επιχειρηματικού τους μοντέλου. Η ψηφιοποίηση και η επανεξέταση της εμπειρίας των πελατών κατατάσσονται ως κορυφαίες προτεραιότητες στους τομείς στους οποίους επιδιώκουν να πραγματοποιήσουν αλλαγές οι ερωτηθέντες.
Οι νέοι τρόποι εργασίας αναμφίβολα θα παραμείνουν μακροπρόθεσμα
Οι επιχειρήσεις προσαρμόστηκαν γρήγορα στην ευέλικτη και κατ’ οίκον εργασία. Περισσότεροι από τους μισούς (56%) αναφέρουν ότι τα αυξημένα επίπεδα κατ’ οίκον εργασίας θα παραμείνουν μετά την υποχώρηση των κινδύνων για τη δημόσια υγεία.
Αντιδρώντας στο μη αναμενόμενο: Αξιολόγηση της βραχυπρόθεσμης επίπτωσης του Covid-19
Δεδομένης της βαρύτητας της άμεσης επίπτωσης του Covid-19, οι επικεφαλής επιχειρήσεων χρειάστηκε να λάβουν μια σειρά σκληρών αποφάσεων για να περιορίσουν την οικονομική ζημία. Σε αυτή την πρώτη φάση της κρίσης, η πλειονότητα των ερωτηθέντων της έρευνας (77%) αντέδρασαν με στροφή σε κατ’ οίκον εργασία. Άλλες τολμηρές αποφάσεις που έλαβαν περιλαμβάνουν: το 30% προέβη σε προσωρινές απολύσεις ή μείωση μισθών, το 28% σε αναδιαπραγμάτευση των συμβάσεων με προμηθευτές και το 21% σε προσωρινή αναστολή των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους (βλ. Σχήμα 2).
Οι επιχειρήσεις που επλήγησαν περισσότερο από τον COVID-19 είναι αυτές που είναι πιθανότερο να κατέφυγαν σε αυτά τα βραχυπρόθεσμα μέτρα. Για παράδειγμα, μεταξύ των ερωτηθέντων που περιγράφουν την επίπτωση ως «σημαντική» ή «μεγάλη» για την επιχείρησή τους, το 54% μείωσε το προσωπικό ή τους μισθούς και το 37% ανέστειλε τις επιχειρηματικές δραστηριότητες.
Έξοδος από την κρίση: Ξεπερνώντας μια προκλητική μακροοικονομική πορεία στο μέλλον
Για να ξεπεραστούν οι προκλητικές οικονομικές συνθήκες στο μέλλον, οι επικεφαλής θα πρέπει να περάσουν τους επόμενους μήνες οικοδομώντας μεγαλύτερη οικονομική και λεπτουργική ανθεκτικότητα για την επιχείρησή τους.
Καθώς οι οργανισμοί εξέρχονται από την άμεση κρίση, αναμένουν ότι το επιχειρηματικό περιβάλλον θα παραμείνει δύσκολο βραχυπρόθεσμα. Περισσότεροι από τους μισούς (55%) πιστεύουν ότι το επιχειρηματικό κλίμα σε ολόκληρη την Ευρώπη θα επιδεινωθεί τους επόμενους έξι μήνες, σε σύγκριση με το μόλις 20% που πιστεύει ότι τα πράγματα θα βελτιωθούν.
Ομοίως, μια μικρή πλειοψηφία (52%) πιστεύει ότι η οικονομική κατάσταση στη χώρα τους θα επιδεινωθεί για το υπόλοιπο του έτους. Μεταξύ των πιο απαισιόδοξων σχετικά με το μέλλον είναι οι ερωτηθέντες από την Ισπανία (68% προβλέπουν επιδείνωση της εθνικής εικόνας), τη Γερμανία (67%) και το Ηνωμένο Βασίλειο (63%).
Μόνο η Νορβηγία σπάει το καλούπι, με το 33% να προβλέπει βελτίωση των οικονομικών συνθηκών σε εθνικό επίπεδο, σε σύγκριση με το 27% που πιστεύει ότι τα πράγματα θα επιδεινωθούν.
Οι ερωτηθέντες της έρευνάς μας είναι πιο αισιόδοξοι για τις δικές τους προοπτικές –το 25% λέει ότι οι οικονομικές επιδόσεις της εταιρείας τους είναι πιθανό να βελτιωθούν– αλλά σε σύγκριση με το μακροοικονομικό τοπίο, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι το οικονομικό σύννεφο του Covid-19 θα συνεχίζει να μας επισκιάζει για αρκετό χρονικό διάστημα (βλ. Σχήμα 3).
Σε κάθε έναν από τους 3 δείκτες που αναφέρονται στο Σχήμα 3, το συναίσθημα έχει μετακινηθεί αισθητά τους τελευταίους έξι μήνες. Στην προηγούμενη έρευνα που διεξήχθη στα τέλη του 2019, το 38% ήταν αισιόδοξο ότι οι προοπτικές για τον οργανισμό τους θα βελτιωθούν, σε σύγκριση με μόλις το 25% τώρα. Πριν από έξι μήνες, το 10% πίστευε ότι οι προοπτικές τους θα χειροτέρευαν: τώρα αυτός ο αριθμός αυξήθηκε στο 34%.
Μετατόπιση προτεραιοτήτων: Από επιθετική ανάπτυξη σε επιχειρηματική ανθεκτικότητα
Η νέα λειτουργική πραγματικότητα του Covid-19 επιφέρει νέες επιχειρηματικές προτεραιότητες. Όταν ερωτήθηκαν για τη μελλοντική στρατηγική τους κατεύθυνση υπό το πρίσμα του Covid-19, το ένα τρίτο των επικεφαλής ευρωπαϊκών επιχειρήσεων (31%) αναφέρουν ότι έχουν αλλάξει τη στρατηγική τους φιλοδοξία ως απάντηση στην πανδημία. Τώρα επικεντρώνονται στη χρηματοοικονομική ανθεκτικότητα και τη σταθερότητα, παρά στην ανάπτυξη (βλ. Σχήμα 4).
Αν και η ανάπτυξη παραμένει σημαντική προτεραιότητα για τους επικεφαλής της έρευνάς μας, αυτή αφορά ένα πολύ μικρότερο ποσοστό οργανισμών σε σύγκριση με το ποσοστό πριν από έξι μήνες. Μόλις το 20% των ερωτηθέντων δηλώνουν τώρα ότι εστιάζουν στην επιθετική αύξηση του μεριδίου αγοράς τους, σε σύγκριση με το 35% στα τέλη του 2019.
Ωστόσο, ο Covid-19 δεν χρειάζεται να ελαχιστοποιήσει τις προσδοκίες. Όπως μας ανέφερε μια βιοτεχνία με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο, «αφιερώσαμε τον χρόνο αυτό για να αυξήσουμε την ταχύτητα και την εστίαση της έρευνας και ανάπτυξής μας, ώστε να προωθήσουμε το προϊόν μας στην αγορά. Γνωρίζουμε ότι αν μπορούμε να επιβιώσουμε μετά από αυτό, μπορούμε να επιβιώσουμε μετά από οτιδήποτε».
Οι οργανισμοί που επλήγησαν περισσότερο από τον Covid-19 θα κάνουν τις μεγαλύτερες στρατηγικές προσαρμογές για το μέλλον: το 37% αυτών που περιγράφουν την επίπτωση του Covid-19 ως «σοβαρή» ή «μεγάλη» λένε ότι έχουν προσαρμόσει τη στρατηγική τους φιλοδοξία υπό το πρίσμα των προκλήσεων που αντιμετωπίζει ο οργανισμός τους.
Υπάρχουν επίσης διαφορές στην έρευνά μας μεταξύ των προσεγγίσεων που ακολουθούν οι διάφοροι κλάδοι. Το 48% των επιχειρήσεων καταναλωτικών προϊόντων, για παράδειγμα, λένε ότι έχουν προσαρμόσει τη στρατηγική τους φιλοδοξία, σε σύγκριση με μόλις το 21% των επιχειρήσεων χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Οι επιχειρήσεις τεχνολογίας και τηλεπικοινωνιών είναι αυτές που αισθάνονται πιο σίγουρες για τις μελλοντικές προοπτικές τους, με το 36% να επιδιώκει επιθετική αύξηση του μεριδίου αγοράς, ενώ είναι σαφές ότι η κορυφαία προτεραιότητα για το 2020 δεν είναι πλέον η προσέλκυση και διατήρηση ταλέντου υψηλής ποιότητας. Σήμερα το 21% αναφέρει ότι η μείωση γενικών εξόδων και λοιπών επιχειρηματικών δαπανών αποτελεί τη βασική προτεραιότητά τους. Το ποσοστό που αναδεικνύει τη μείωση του εξόδων ως τη βασική προτεραιότητα αυξάνεται στο 29% για τις επιχειρήσεις που περιγράφουν την επίπτωση της COVID-19 ως «σημαντική» ή «μεγάλη». Το ποσοστό των επικεφαλής μας που δίνουν προτεραιότητα στις επενδύσεις στην τεχνολογία παραμένει αμετάβλητο στο 15%, αλλά είναι σαφές ότι η λογική των επενδύσεων σε τεχνολογία έχει αλλάξει για πολλές επιχειρήσεις. Πριν από έξι μήνες οι επενδύσεις σε τεχνολογία τέθηκαν σε προτεραιότητα ως ένας τρόπος για να προωθηθεί η αύξηση εσόδων και να βρεθούν καινοτόμες λύσεις για τους πελάτες: το τελευταίο τρίμηνο, πολλές επιχειρήσεις έχουν επικεντρώσει τις επενδύσεις σε τεχνολογία στη διασφάλιση της στήριξης του εργατικού δυναμικού τους για να εργαστούν εξ αποστάσεως, μετατρέποντας τις επικοινωνίες με τους πελάτες σε ηλεκτρονικές και αυξάνοντας την επιχειρησιακή αποδοτικότητα. Βλ. Σχήμα 6
Κίνδυνοι τρίτων: Οικοδόμηση ανθεκτικότητας στην εφοδιαστική αλυσίδα
Ο Covid-19 ανέδειξε τα ευάλωτα σημεία των εφοδιαστικών αλυσίδων πολλών οργανισμών, ιδίως εκείνων των επιχειρήσεων που παραδοσιακά βασίζονταν σε ένα μικρό αριθμό έμπιστων προμηθευτών. Η έρευνά μας δείχνει ότι λίγο λιγότεροι από τους μισούς (45%) επικεφαλής ευρωπαϊκών επιχειρήσεων που ερωτήθηκαν πιστεύουν ότι ο Covid-19 ανέδειξε ότι η εφοδιαστική αλυσίδα τους είναι πιο ευάλωτη από όσο πίστευαν στο παρελθόν (βλ. Σχήμα 7).
Δύο συστατικά των ανθεκτικών επιχειρήσεων είναι η έξυπνη πολιτική προμηθειών και η ισχυρή διαχείριση προμηθευτών –αλλά ο Covid-19 καθιστά αυτές τις δυνατότητες πιο προκλητικές. Πάνω από το ένα τρίτο (36%) των επιχειρήσεων αναφέρουν ότι τουλάχιστον ένας σημαντικός προμηθευτής έπαψε να δραστηριοποιείται λόγω της κρίσης. Και σχεδόν τέσσερις στους δέκα (38%) προβλέπουν ότι η προμήθεια αγαθών θα καταστεί πιο δύσκολη καθώς εξέρχονται από την αρχική φάση αντίδρασης στην πανδημία.
Οι οργανισμοί πρέπει να επικεντρωθούν στις αλλαγές που μπορούν να κάνουν για να οικοδομήσουν την ανθεκτικότητα της εφοδιαστικής αλυσίδας τους στο μέλλον. Περισσότερες από τις μισές (59%) επιχειρήσεις που ρωτήσαμε θα επιδιώξουν τη διαφοροποίηση της εφοδιαστικής αλυσίδας τους με την οικοδόμηση σχέσεων με νέους προμηθευτές. Αυτό θα πρέπει να σημαίνει ότι αν ένας σημαντικός προμηθευτής καταστεί αφερέγγυος ή δεν είναι σε θέση να εκτελέσει τις παραγγελίες, ένα άλλο μέρος της εφοδιαστικής αλυσίδας θα είναι σε θέση να αναπληρώσει το κενό.
Άλλες επιχειρήσεις μας λένε ότι διερευνούν την πιθανότητα μεταφοράς ορισμένων επιχειρηματικών διαδικασιών εσωτερικά, όπως τα κέντρα εξυπηρέτησης πελατών, τα οποία παραδοσιακά ανατίθενται σε συνεργάτες στο εξωτερικό. Άλλοι θα ακολουθήσουν πιο πειθαρχημένες προσεγγίσεις όσον αφορά τη διαχείριση των προμηθευτών. «Ελέγχουμε όλους τους υπάρχοντες και πιθανούς προμηθευτές με βάση νέα κριτήρια, όπως η συνέχιση των υπηρεσιών σε περίπτωση κρίσης, και στη συνέχεια θα επιδιώξουμε να εμβαθύνουμε τις σχέσεις με τους επιλεγμένους προμηθευτές που μπορούν να μας εξυπηρετήσουν καλύτερα», αναφέρει μια γαλλική βιοτεχνία.
Παρομοίως, ορισμένες επιχειρήσεις επιδιώκουν να επαναπατρίσουν τις παραγωγικές διαδικασίες για να βελτιώσουν τους χρόνους παράδοσης και να αυξήσουν την ταχύτητα με την οποία κυκλοφορούν τα προϊόντα στην αγορά. «Ήθελα να βεβαιωθώ ότι η παραγωγή μέσων ατομικής προστασίας πραγματοποιείται στη Δανία», αναφέρει μια δανική κατασκευαστική εταιρεία που ρωτήσαμε. «Αποδείχθηκε προβληματικό το να βασιζόμαστε στην παραγωγή από την Ασία όταν ο κόσμος κατεβάζει ρολά».
Ο δρόμος προς την ανάκαμψη: Υλοποιώντας ένα ισχυρότερο μέλλον μέσω της αλλαγής του επιχειρηματικού μοντέλου
Αν και ο Covid-19 προτρέπει τους οργανισμούς να λαμβάνουν υπόψη την ανθεκτικότητα και τη σταθερότητα βραχυπρόθεσμα, δεν θα πρέπει να τους αποθαρρύνει από την επιδίωξη μακροπρόθεσμων στρατηγικών φιλοδοξιών.
Ένα μονοπάτι που μπορούν να ακολουθήσουν οι επιχειρήσεις στον δρόμο προς την ανάκαμψη από την κρίση είναι να αλλάξουν το επιχειρηματικό τους μοντέλο. Η σκληρή πραγματικότητα αυτής της κρίσης δίνει στους επικεφαλής την ευκαιρία να επανεξετάσουν το τρέχον επιχειρηματικό τους μοντέλο –και, σε σημαντικό βαθμό, να δουν αν θα τους βοηθήσει να επιτύχουν στο μέλλον. Το 44% των επικεφαλής της έρευνάς μας αναφέρουν ότι αναμένουν κάποια αλλαγή στο επιχειρηματικό τους μοντέλο ως απάντηση στον Covid-19, με το 9% να στοχεύει σε ριζικές αλλαγές (βλ. Σχήμα 9).
Όσοι στοχεύουν σε σημαντικές αλλαγές πιστεύουν ότι πρόκειται για μια ευκαιρία να εξέλθουν από την κρίση ως μια πολύ διαφορετική αλλά ισχυρότερη επιχείρηση. Προσπαθούν να μετατρέψουν τις υπηρεσίες οργανωτικής υποστήριξης (back-office) και εξυπηρέτησης κοινού (front-office), τον τρόπο με τον οποίο καλλιεργούν σχέσεις με τους πελάτες, καθώς και το μείγμα προϊόντων και υπηρεσιών τους.
Όπως και πριν, αυτοί που επλήγησαν περισσότερο από την πανδημία αναμένεται να κάνουν τις πιο μετασχηματιστικές αλλαγές. Μεταξύ των επιχειρήσεων που περιγράφουν την επίπτωση της Covid-19 ως σημαντική ή μεγάλη, το ένα τέταρτο (25%) στοχεύει σε ριζικές αλλαγές στο επιχειρηματικό τους μοντέλο.
Για πολλούς από τους οργανισμούς που ερευνήσαμε, η προτεινόμενη διαδρομή τους προς την αλλαγή του επιχειρηματικού μοντέλου περιλαμβάνει την υιοθέτηση της ψηφιοποίησης σε μεγαλύτερο βαθμό. Επιδιώκουν να προσφέρουν περισσότερες διαδικασίες πώλησης και παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικά, για παράδειγμα, και θέλουν να υποστηρίξουν τους υπαλλήλους τους ώστε να χρησιμοποιούν περισσότερα ψηφιακά εργαλεία –καλύτερα.
Για μια επιχείρηση χονδρικής με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο στην έρευνά μας, η ψηφιοποίηση του μοντέλου τους έχει οδηγήσει σε αύξηση της επιχειρησιακής αποδοτικότητας. «Έχουμε ανακαλύψει ότι μπορούμε να έχουμε το ίδιο επίπεδο πωλήσεων με λιγότερους ανθρώπους και έτσι θα εξετάσουμε προσεκτικά τα επίπεδα παραγωγικότητάς μας καθώς προχωράμε μπροστά, πράγμα που θα μας επιτρέψει να ανταποκριθούμε καλύτερα. Θα πρέπει να αναβαθμίσουμε την ηλεκτρονική μας δραστηριότητα, καθώς αυτή η πλευρά της επιχείρησής μας έχει ανθήσει και το βλέπουμε να συνεχίζεται μετά την κρίση».
Στους τομείς που στοχεύουν σε μεγαλύτερο βαθμό αλλαγής του επιχειρηματικού μοντέλου περιλαμβάνονται οι ΜΚΟ (22% με στόχο τη ριζική αλλαγή επιχειρηματικού μοντέλου) και οι επαγγελματικές υπηρεσίες (19%). Πρόκειται για δύο τομείς που παραδοσιακά στηρίζονταν στη φυσική παρουσία και την αφιέρωση χρόνου σε πρόσωπο με πρόσωπο επικοινωνία με τους πελάτες τους.
Καθώς οι ευκαιρίες για προσωπική επαφή μειώθηκαν τους τελευταίους μήνες, οι οργανισμοί στους τομείς αυτούς χρειάστηκε να βρουν νέους τρόπους για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στους πελάτες –γεγονός που με τη σειρά του δημιούργησε καινοτόμες ιδέες τις οποίες μπορούν να υιοθετήσουν στο μέλλον.
Αλλά οι επιχειρήσεις που έχουν αντιμετωπίσει καλύτερα τη θύελλα του Covid-19 μέχρι στιγμής δεν πρέπει να εφησυχάσουν. Μπορεί να αναμένουν να ανακάμψουν γρήγορα με μικρές αλλαγές στο επιχειρηματικό τους μοντέλο, αλλά αισθάνονται το ίδιο οι πελάτες και οι υπάλληλοί τους; Οι συνηθισμένοι τρόποι επαφής και επικοινωνίας έχουν αλλάξει ριζικά τους τελευταίους τρεις μήνες και οι επιχειρήσεις που δεν το αναγνωρίζουν αυτό και συνεχίζουν χωρίς να ασπάζονται αυτές τις αλλαγές μπορεί να χάσουν το ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα στην αγορά.
Υιοθέτηση νέων τρόπων εργασίας μακροπρόθεσμα
Κατά τη διάρκεια της άμεσης ανταπόκρισης στην πανδημία Covid-19, μια συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων μετατόπισε τους εργαζόμενούς της στην κατ’ οίκον εργασία. Η έρευνα μας αποκαλύπτει ότι το ένα τέταρτο (26%) μεταφέρθηκε εξ ολοκλήρου σε κατ’ οίκον εργασία, με άλλα δύο τρίτα (67%) να μετακινούν μόνο μέρος του προσωπικού τους σε κατ’ οίκον εργασία (βλ. Σχήμα 10).
Πολλές επιχειρήσεις έχουν εκτιμήσει τη θετική επίπτωση που είχε αυτό στην ευημερία και την εμπιστοσύνη των εργαζομένων. «Είναι πιθανό να υιοθετήσουμε περισσότερη κατ’ οίκον εργασία στο μέλλον», αναφέρει μια νορβηγική κατασκευαστική εταιρεία. «Είναι καλό για τους υπαλλήλους μας με μικρά παιδιά, και οδηγεί σε λιγότερες αναρρωτικές άδειες λόγω ασθένειας και μεγαλύτερη συνολική δυνατότητα εργασίας».
Η έρευνα μας αποκαλύπτει ότι αυτή η τάση προς νέους τρόπους εργασίας είναι πιθανό να συνεχιστεί μόλις υποχωρήσει ο άμεσος κίνδυνος για τη δημόσια υγεία. Περισσότεροι από τους μισούς (56%) προβλέπουν ότι θα έχουν περισσότερους κατ’ οίκον εργαζομένους στην επιχείρησή τους, ακόμη και όταν αρθούν εντελώς οι περιορισμοί απαγόρευσης κυκλοφορίας, σε σύγκριση με το επίπεδο της κατ’ οίκον εργασίας πριν από την έναρξη της πανδημίας.
Όταν ζητήσαμε από τους επικεφαλής να προσδιορίσουν ποσοτικά την προβλεπόμενη μακροπρόθεσμη αύξηση της κατ’ οίκον εργασίας για την επιχείρησή τους, μας είπαν ότι αναμένουν μια μέση αύξηση της τάξης του 37%. Αυτό ισοδυναμεί με μια μέση αύξηση πάνω από 1.250 επιπλέον εργαζομένων κατ’ οίκον για κάθε μία από τις επιχειρήσεις στην έρευνά μας.
Αυτή η αύξηση στην κατ’ οίκον εργασία θα έχει βαθιές επιπτώσεις στον τρόπο λειτουργίας των επιχειρήσεων, την επικοινωνία με τους εργαζόμενούς τους, την καλλιέργεια σχέσεων μαζί τους και την προώθηση της παραγωγικότητας των εργαζομένων.


