Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θέτει την εναρμόνιση και την ενίσχυση της Διαδικασίας Αξιολόγησης Επάρκειας Εσωτερικού Κεφαλαίου (ΔΑΕΕΚ/ ICAAP) των τραπεζών στο επίκεντρο των προτεραιοτήτων της για τα έτη 2019 και 2020. Οι νέες κατευθυντήριες γραμμές της ΔΑΕΕΚ ισχύουν και εφαρμόζονται ήδη στη Διαδικασία Εποπτικού Ελέγχου και Αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process, SREP) του 2019. Η άσκηση της ΕΚΤ, που ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2019 για τη συγκέντρωση πληροφοριών της ΔΑΕΕΚ, σηματοδοτεί μια νέα φάση στις προσπάθειες της ΕΚΤ να αξιολογήσει την ποιότητα της ΔΑΕΕΚ σε ολόκληρη την Ευρώπη. Συναντήσεις με τους επόπτες καθώς και επιτόπιοι έλεγχοι είναι πιθανό να χρησιμοποιηθούν από την ΕΚΤ για την περαιτέρω κατανόηση της ΔΑΕΕΚ των τραπεζών.
Η ΔΑΕΕΚ βρίσκεται στο επίκεντρο της διαχείρισης κεφαλαίων των τραπεζών. Παρότι είναι μία εσωτερική άσκηση/διαδικασία, διαδραματίζει βασικό ρόλο στην αξιολόγηση της τράπεζας από τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (Single Supervisory Mechanism, SSM) στο πλαίσιο του SREP, καθώς του παρέχει αρκετά στοιχεία για την κατάσταση της τράπεζας σε σχέση με την κεφαλαιακή της επάρκεια και τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει τους διάφορους κινδύνους. Το κύριο ερώτημα είναι αν η τράπεζα διαθέτει επαρκή αποθέματα κεφαλαίου ώστε να απορροφά τις ζημίες. Οι σημαντικές τράπεζες (Significant Institutions, SI) παρέχουν ετησίως στην ΕΚΤ ένα μεγάλο πλήθος στοιχείων, το οποίο περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων. Η συνεχής αναθεώρηση της ΔΑΕΕΚ επιτρέπει στους εποπτικούς φορείς να αξιολογήσουν την ικανότητα των τραπεζών να εντοπίζουν, να αξιολογούν, να μετριάζουν, να αναφέρουν καθώς και να αντιμετωπίζουν τους κινδύνους τους.
Τα πρώτα χρόνια της εφαρμογής της ΔΑΑΕΚ παρατηρήθηκε από την ΕΚΤ ότι οι προσεγγίσεις στη μεθοδολογία μεταξύ των κρατών μελών διέφεραν σημαντικά –εν μέρει, λόγω των διαφορετικών «ιστορικών» προσεγγίσεων των εθνικών εποπτικών αρχών. Η ΕΚΤ ήταν πάντα πρόθυμη να εναρμονίσει τη ΔΑΕΕΚ και να την καταστήσει συγκρίσιμη, αλλά μόνο τα τελευταία τρία χρόνια οι προσπάθειές της στον τομέα αυτό έχουν αρχίσει να αποδίδουν.
Αυτή η πιο συντονισμένη προσπάθεια για εναρμόνιση της μεθοδολογίας της ΔΑΕΕΚ άρχισε το 2016, με τη δημοσίευση από την ΕΚΤ των αρχικών οδηγιών της για τις εποπτικές προσδοκίες. Αυτό συνεχίστηκε στις αρχές του 2017 με τη δημοσίευση του πολυετούς σχεδίου της ΔΑΕΕΚ. Οι νέες κατευθυντήριες γραμμές της ΔΑΕΕΚ και της ΔΑΕΕΡ (για την ρευστότητα) της ΕΚΤ οριστικοποιήθηκαν στα τέλη του 2018 και ισχύουν για τους ελέγχους του SREP από την αρχή του τρέχοντος έτους.
Η τελική οδηγία είναι πολύ σαφής. Η ΕΚΤ προτίθεται να εντατικοποιήσει τις αξιολογήσεις της ΔΑΕΕΚ, η οποία θα διαδραματίσει όλο και μεγαλύτερο ρόλο στον καθορισμό των απαιτήσεων του Πυλώνα ΙΙ των τραπεζών. Το μήνυμα αυτό ενισχύθηκε από την EKT με τη σχετική επισήμανση της ενσωμάτωσης της ΔΑΕΕΚ μέσα στις προτεραιότητές της για το επόμενο έτος. Όπως δήλωσε η ΕΚΤ: «Στο μέλλον, η ΔΑΕΕΚ και η ΔΑΕΕΡ θα διαδραματίσουν ακόμη μεγαλύτερο ρόλο στο SREP, ενθαρρύνοντας τις τράπεζες να συνεχίσουν να βελτιώνουν τις εσωτερικές τους διαδικασίες. Μεταξύ άλλων, ο συνδυασμός των ποσοτικών και ποιοτικών στοιχείων της ΔΑΕΕΚ θα διαδραματίσει έναν ενισχυμένο ρόλο στον καθορισμό των απαιτήσεων των ιδίων κεφαλαίων του Πυλώνα ΙΙ με βάση τον κίνδυνο».
Η ΕΚΤ έχει εντοπίσει «σοβαρές ελλείψεις» στις ΔΑΕΕΚ σε περισσότερα από τα μισά πιστωτικά ιδρύματα που έχει ελέγξει. Αυτό κάνει ακόμα πιο ξεκάθαρο το ότι η ΔΑΕΕΚ εξακολουθεί να αποτελεί μια περιοχή με σημαντικές προκλήσεις για πολλές τράπεζες. Μεταξύ άλλων, εκτιμάται ότι η ΕΚΤ έχει εντοπίσει τις ακόλουθες ελλείψεις:
– Ημιτελή πλαίσια ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress tests).
– Αδυναμίες στις μεθοδολογίες ποσοτικοποίησης των κινδύνων.
– Σημαντικές ελλείψεις στην ενσωμάτωση της ΔΑΕΕΚ στο πλαίσιο διαχείρισης κινδύνων.
Για τη διευκόλυνση των βελτιώσεων στις ΔΑΕΕΚ των τραπεζών, η ΕΚΤ έχει αναπτύξει και δημοσιεύσει κατευθυντήριες γραμμές που ακολουθούν μια προσέγγιση με βάση τις «επτά αρχές». Αρχές που καλύπτουν κυρίως τη διακυβέρνηση, την ενσωμάτωση της ΔΑΕΕΚ στις συνολικές διαδικασίες διαχείρισης κινδύνων και αναθεωρημένα πλαίσια ποσοτικοποίησης των κινδύνων, οι οποίες εισάγουν νέες προοπτικές στις προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων. Η εφαρμογή της οδηγίας παρουσιάζει ορισμένες προκλήσεις για τις τράπεζες, όπως το να συμπεριληφθούν οι κανονιστικές και οικονομικές προοπτικές, καθώς και η ευθυγράμμιση των διαφόρων προγραμμάτων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων.
Επιπλέον, η ΕΚΤ ξεκίνησε πρόσφατα μια νέα διαδικασία συλλογής δεδομένων για την καλύτερη κατανόηση της προσέγγισης των τραπεζών στη ΔΑΕΕΚ. Η διαδικασία αυτή ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2019 και στοχεύει στη συλλογή ενός ευρέος φάσματος δεδομένων σχετικά με τον πιστωτικό κίνδυνο και τον κίνδυνο αγοράς, μαζί με ορισμένες ποιοτικές πληροφορίες σχετικά με τη λειτουργία της ΔΑΕΕΚ. Οι τράπεζες πρέπει να προσέξουν ότι αυτή η διαδικασία μπορεί να καθιερωθεί ως μια ετήσια άσκηση και ότι θα μπορούσε επίσης να εμπλουτιστεί με επιτόπιους ελέγχους για την ΔΑΕΕΚ
Οι τράπεζες δεν πρέπει να αμφιβάλλουν ότι η ΔΑΕΕΚ κινείται στο επίκεντρο της ημερήσιας διάταξης της ΕΚΤ και ότι θα διαδραματίσει όλο και περισσότερο σημαντικό ρόλο στον καθορισμό του επιπέδου των εποπτικών κεφαλαίων. Ο απώτερος στόχος της ΕΚΤ είναι να καταστούν οι ΔΑΕΕΚ πιο συγκρίσιμες, αλλά για την επίτευξη αυτού του στόχου θα απαιτηθεί χρόνος. Για τις τράπεζες, η άμεση προτεραιότητα θα πρέπει να είναι η προετοιμασία για τον ενισχυμένο έλεγχο και τις όλο και πιο ολιστικές απαιτήσεις δεδομένων που είναι πιθανό να αποτελέσουν σημαντικά θέματα κατά τα επόμενα δύο έτη.