• Σήμερα είναι: Τρίτη, 10 Δεκεμβρίου, 2024

Η ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΣΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΠΙΣΤΗ

Μιχάλης Καραβάς

PARTNER – PUBLIC POLICY & REGULATORY
DELOITTE. ΧΑΤΖΗΠΑΥΛΟΥ, ΣΟΦΙΑΝΟΣ & ΚΑΜΠΑΝΗΣ Α.Ε.

 

Μια νέα πραγματικότητα και οι προϋποθέσεις για να πετύχουν οι στόχοι της μεταρρύθμισης.

 

Όλοι οι συμμετέχοντες στον κύκλο των κεφαλαιαγορών δέχθηκαν έντονη κριτική και ο ρόλος τους στη χρηματοοικονομική κρίση διερευνήθηκε εξονυχιστικά. Πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η ανάγκη μεταρρύθμισης του καθεστώτος των ελέγχων δημοσιοποιούμενης χρηματοοικονομικής πληροφόρησης αποτελεί αντικείμενο ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για πολλές κυβερνήσεις και ρυθμιστικές αρχές ανά τον κόσμο και πρέπει να αποδεχθούμε ότι χρειάζονται αλλαγές και ιδιαιτέρως μεταρρυθμίσεις που θα βελτιώσουν την ελεγκτική ποιότητα και θα βοηθήσουν στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης του κοινού στις αγορές κεφαλαίων. Το κλειδί στη θεσμοθέτηση ρυθμιστικών αλλαγών που θα οδηγήσουν στα επιδιωκόμενα αποτελέσματα βασίζεται στην ενθάρρυνση ενός ανοικτού διαλό- γου μεταξύ των ρυθμιστικών αρχών, των ελεγκτών και όλων των άλλων μερών που εμπλέκονται στον κύκλο των κεφαλαιαγορών.

Ως επάγγελμα κατανοούμε και βιώνουμε πλήρως τις συνέπειες της χρηματοοικονομικής κρίσης, καθώς και τη δεινή, συχνά εξοντωτική στην Ελλάδα, δυσπραγία και δυστυχία που υφίστανται τα νοικοκυριά, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αλλά και οι μεγαλύτεροι και μεγάλοι οργανισμοί, οι μέτοχοι, οι επενδυτές, οι εθνικές οικονομίες, αλλά και η ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομία συνολικά.

Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης του κοινού στο οικονομικό σύστημα είναι κρίσιμη για τη διαχείριση της παρεχόμενης πίστης από τις επενδυτικές κοινότητες, ώστε να τονωθεί η οικονομική ανάπτυξη. Η επιδιωκόμενη μεταρρύθμιση οφείλει να ενισχύσει τον ρόλο των ελεγκτών, καθώς ενεργούν ως επόπτες του δημόσιου συμφέροντος στη διαδικασία παροχής πληροφόρησης επί της οποίας το κοινό βασίζεται για να παίρνει οικονομικές αποφάσεις.

Η μεταρρύθμιση πρέπει να είναι προϊόν συνεργασίας και κοινής προσπάθειας από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δουλεύοντας μαζί με τους ελεγκτές, τους τραπεζίτες, τους αξιολογητές του αξιόχρεου επιχειρήσεων, οργανισμών, κρατών κ.λπ. (των περίφημων rating agencies), των ρυθμιστικών αρχών, των εθνικών κυβερνήσεων κ.ο.κ.

Η μεταρρύθμιση των ελέγχων απαιτεί την κατάλληλη σκέψη και προσεκτική θεώρηση όλων των πτυχών του ζητήματος από ετερόκλητες κοινότητες ενδιαφερόμενων σε παγκόσμια κλίμακα, καθώς ο έλεγχος είναι μια διασυνοριακή επιχειρησιακή διαδικασία με παγκόσμια επίπτωση αλληλεπιδράσεων και οι προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής συνιστούν μια σαρωτική αλλαγή, η οποία θα έχει καίριο αντίκτυπο στην παγκόσμια ελεγκτική αγορά, όχι μόνο στη γεωγραφική έκταση ευθύνης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 

Όποια αλλαγή πρέπει πειστικά να οδηγεί σε βελτίωση της ελεγκτικής ποιότητας.

Η ελεγκτική ποιότητα και η προστασία των επενδυτών πρέπει να είναι ο κύριος στόχος της μεταρρύθμισης και πρέπει να υποστηρίζουμε ως επάγγελμα κάθε μεταρρύθμιση που βελτιώνει την ελεγκτική ποιότητα, αποκαθιστά την εμπιστοσύνη των τρίτων στις χρηματοοικονομικές αναφορές, ενισχύει την ανεξαρτησία και αντικειμενικότητα του ελεγκτή και τον ρόλο των ελεγκτικών επιτροπών των ελεγχόμενων οντοτήτων και καλλιεργεί τον ενισχυμένο ανταγωνισμό μεταξύ των ελεγκτικών εταιρειών, ώστε να μετριάζεται ο κίνδυνος συγκέντρωσης της ελεγκτικής αγοράς.

Ιδιαίτερα η ανεξαρτησία του ελεγκτή, τόσο η φαινομενική αλλά και κυρίως η πραγματική είναι θεμελιώδες συστατικό για την εμπιστοσύνη από το κοινό, και υπηρετείται πολύ καλύτερα από την ενίσχυση της εταιρικής διακυβέρνησης, παρά από νομοθετημένους άκαμπτους κανόνες που υπονομεύουν τον ρόλο των ελεγκτικών επιτροπών.

Πιστεύουμε ότι οι ιδέες που ακολουθούν –κάποιες από τις οποίες εμπεριέχονται στις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής– αξίζει να προωθηθούν από το επάγγελμα και τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη.

 

Ελεγκτικές Επιτροπές των ελεγχόμενων οντοτήτων

  • Ενίσχυση του ρόλου των μελών του Δ.Σ. των ελεγχόμενων οντοτήτων που έχουν επιφορτιστεί με την ευθύνη της εταιρικής διακυβέρνησης και ιδιαιτέρως των μελών των ελεγκτικών επιτροπών σε ό,τι αφορά τον διορισμό των (εξωτερικών) ελεγκτών, στη διενέργεια των ελέγχων και στην ανεξαρτησία των ελεγκτών.
  • Ενίσχυση της εποπτείας των ελεγκτών από τις ελεγκτικές επιτροπές, περιλαμβανομένου του καθορισμού των αμοιβών των ελεγκτών και ενίσχυση της δημόσιας εποπτείας για μεγαλύτερη ανεξαρτησία των μελών των ελεγκτικών επιτροπών από τη διοίκηση των ελεγχόμενων οντοτήτων.

 

Εκθέσεις ελεγκτών

  • Εκθέσεις ελέγχων με περισσότερες πληροφορίες, που εξασφαλίζουν στους επενδυτές και άλλους ενδιαφερόμενους περισσότερη διαφάνεια, περιλαμβανομένης και της ενισχυμένης πληροφόρησης σχετικά με την ελεγκτική διαδικασία, τους βασικούς επιχειρησιακούς κινδύνους που διέπουν την ελεγχόμενη οντότητα και τις υποθέσεις οι οποίες υποστηρίζουν τις λογιστικές εκτιμήσεις που εμπεριέχονται στις οικονομικές καταστάσεις.
  • Επιπλέον αναφορές από τους ελεγκτές στις ελεγκτικές επιτροπές και αμοιβαία ενισχυμένη επικοινωνία μεταξύ ελεγκτών και ελεγκτικών επιτροπών.
  • Ενισχυμένη δημοσιοποιούμενη προς το κοινό πληροφόρηση σχετικά με τα αποτελέσματα των ελέγχων των ελεγκτικών εταιρειών από τις εποπτικές αρχές, πάντα βέβαια στο πλαίσιο της αναγκαίας προστασίας προσωπικών και εταιρικών δεδομένων και της επαγγελματικής εμπι- στευτικότητας.

 

Επαγγελματικά πρότυπα και διαδικασίες.

  • Υιοθέτηση των Διεθνών Προτύπων Ελεγκτικής από όλα τα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε να εξασφαλίζεται η συνέπεια στην ελεγκτική ποιότητα.
  • Υιοθέτηση σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση ενός κώδικα διακυβέρνησης που θα απαιτεί οι ελεγκτικές επιτροπές των ελεγχόμενων οντοτήτων να διενεργούν περιοδικές, διαφανείς αξιολογήσεις της επίδοσης των ελεγκτών σε ό,τι αφορά προκαθορισμένα κριτήρια.
  • Απόλυτη διαφάνεια στη διαδικασία επιλογής των ελεγκτών, ώστε να επιτυγχάνεται η ανεξαρτησία τους.
  • Εναρμονισμένη προσέγγιση σε ό,τι αφορά την παροχή από τους εκλεγμένους ελεγκτές υπηρεσιών εκτός ελέγχου, που θα καθορίζουν σαφώς ποιες είναι ελεγκτικές υπηρεσίες και ποιες είναι οι υπηρεσίες εκτός ελέγχου και καθορισμός με τη μορφή μιας συγκεκριμένης και σαφούς απαρίθμησης των υπηρεσιών εκτός ελέγχου που απαγορεύονται να παρασχεθούν από τον ελεγκτή προς την ελεγχόμενη οντότητα (με δικαίωμα στις ελεγκτικές επιτροπές να προεγκρίνουν τις επιτρεπόμενες εκτός ελέγχου υπηρεσίες).

 

Ανταγωνισμός και συγκέντρωση

  • Απομάκρυνση οποιουδήποτε τεχνικού εμποδίου στην είσοδο της ελεγκτικής αγοράς, όπως θεσμοθετημένους όρους οι οποίοι απαιτούν τη χρησιμοποίηση συγκεκριμένων κατηγοριών ή εγκεκριμένων καταλόγων από τις ελεγκτικές εταιρείες, ώστε να επιτρέπεται σε μικρότερες ελεγκτικές εταιρείες να ανταγωνίζονται ελεύθερα στο πεδίο του επιχειρησιακού παιχνιδιού.
  • Επαναθεώρηση τυχόν περιορισμών στην ιδιοκτησία των ελεγκτικών εταιρειών, ώστε να επιτρέπεται σε μικρές και μεσαίες ελεγκτικές εταιρείες ευκολότερη πρόσβαση στην ανεύρεση κεφαλαίων.
  • Απαίτηση για τις ελεγκτικές εταιρείες που ελέγχουν Οντότητες Δημοσίου Ενδιαφέροντος (ΟΔΕ) να καθιερώσουν σχέδια έκτακτης ανάγκης που θα έχουν σκοπό να εξασφαλίσουν τη συνέχεια στην παροχή ελεγκτικών υπηρεσιών προς τις ΟΔΕ και κοινοποίηση αυτών των σχεδίων στις αρμόδιες εποπτικές αρχές.
  • Υιοθέτηση Ευρωπαϊκών Επαγγελματικών Διαβατηρίων για να εξυπηρετηθεί μεγαλύτερη κινητικότητα για κατάλληλα καταρτισμένους και πιστοποιημένους επαγγελματίες – ελεγκτές εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να επωφεληθούν ιδιαίτερα οι μικρού και μεσαίου μεγέ- θους ελεγκτικές εταιρείες.

 

Η μεταρρύθμιση πρέπει να εστιάσει στις τράπεζες και τους χρηματοοικονομικούς οργανισμούς, αντιμετωπίζοντας τα περίπλοκα ζητήματα που οδήγησαν στη χρηματοοικονομική κρίση.

Οι προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εξεταζόμενες στο σύνολό τους, πιστεύουμε ότι παρέκκλιναν από το αρχικό πρόβλημα και εκπεφρασμένο στόχο –δηλαδή να εστιάσουν στις τράπεζες και να αναπτύξουν μέτρα που θα συνεισφέρουν να προληφθεί μια μελλοντική χρηματοοικονομική κρίση– και φαίνεται να υιοθετούν μια αθεμελίωτη άποψη ότι η συγκέντρωση της ελεγκτικής αγοράς έχει οδηγήσει σε φτωχή ελεγκτική ποιότητα. Οι προτάσεις αποτυγχάνουν, πιστεύουμε, να αναγνωρίσουν ότι τα υφιστάμενα πρότυπα χρηματοοικονομικών αναφορών και ελεγκτικών εκθέσεων δεν είχαν αναπτυχθεί έχοντας υπόψη ένα –με μοναδικό τρόπο– εύθραυστο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Η αναθεώρηση των σχετικών προτύπων που θα αναπτυχθούν ειδικά για να διέπουν τις τράπεζες και τον έλεγχο των τραπεζών θα βοηθούσε τους ελεγκτές να υπηρετήσουν καλύτερα το δημόσιο συμφέρον και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης του κοινού στο χρηματοοικονομικό και στο πιστωτικό σύστημα.

Ενώ κάποιοι επικριτές κατηγορούν τους ελεγκτές για τον ρόλο τους στην χρηματοπιστωτική κρίση, επικρίνοντας την ορθότητα των εκθέσεων ελέγχων επί οικονομικών καταστάσεων κάποιων τραπεζών που εκδόθηκαν ακριβώς πριν ξεσπάσει η κρίση, δεν υπάρχει καμιά τεκμηρίωση που να υποδεικνύει ότι η συντριπτική πλειονότητα των εκθέσεων ελέγχων αυτών δεν είχαν διατυπωθεί με απόλυτα θεμελιωμένο τρόπο και σύμφωνα προς τα ισχύοντα επαγγελματικά πρότυπα ελεγκτικής και λογιστικής.

 

Χρειάζονται ευρύτερες σκέψεις για να αναπτυχθεί ένα διατηρήσιμο μοντέλο.

Πέρα από τις τρέχουσες μεταρρυθμιστικές προτάσεις, τόσο το επάγγελμα όσο και όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη πρέπει να σκεφθούν ευρύτερα το ζήτημα της δημόσιας πολιτικής που θίγει το μέλλον του ελεγκτικού θεσμού και τον ρόλο των ελεγκτών.

  • Για να επιτευχθεί πραγματική και βιώσιμη βελτίωση στην ελεγκτική ποιότητα πρέπει ο διάλογος επί της μεταρρύθμισης να θίξει και το μέλλον του θεσμού του ελέγχου και του ρόλου των ελεγκτών.
  • Πιστεύουμε πως η νεωτερικότητα στην εξέλιξη της ανάπτυξης του ρόλου του ελεγκτή είναι κρίσιμη για το μέλλον του ελεγκτή.
  • Αν το ενδιαφερόμενο κοινό αναζητά από τους ελεγκτές να τους βοηθούν να εντοπίζουν κινδύνους στα επιχειρησιακά μοντέλα μιας ελεγχόμενης μονάδας, ενός ολόκληρου κλάδου ή μίας κοινότητας ή μιας ολόκληρης οικονομίας –που θα ήταν κοινωνικά κρίσιμης σημασίας, αποσταθεροποιώντας την ελεγχόμενη οντότητα, κλάδο, οικονομία και κοινωνία– τότε οι ελεγκτές πρέπει να εξοπλίζονται και να υποστηρίζονται με κατάλληλα εργαλεία, εκπαίδευση, εμπειρίες, επαγγελματικές κατευθυντήριες οδηγίες και κατάλληλη εποπτεία.
  • Οι ελεγκτές πρέπει να σκεφθούν περισσότερο και να κατανοήσουν την έκταση και τους περιορισμούς των –κοιτώντας στο μέλλον– οπτικών γωνιών της ελεγκτικής διαδικασίας και την αποτελεσματικότητα των τεχνικών θεμελίωσης γνώμης επί της βιωσιμότητας ελεγχόμενων οντοτήτων, πρωτίστως σε ό,τι αφορά τον χρηματοπιστωτικό κλάδο.
  • Το επάγγελμα του ελεγκτή πρέπει να συστρατευθεί στη συνεχιζόμενη προσπάθεια ενίσχυσης της ελεγκτικής ποιότητας και της πίστης του κοινού στο χρηματοπιστωτικό σύστημα και στις κεφαλαιαγορές και οφείλει να κατανοήσει και να υποστηρίξει την ανάγκη διεύρυνσης του ρόλου του ελεγκτή, ώστε να ανταποκρίνεται στις εξελισσόμενες και αυξανόμενες προσδοκίες της κοινωνίας.

 

Αν ψηφισθούν ως έχουν κάποιες από τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα παράγουν μη σκοπούμενες αρνητικές συνέπειες χωρίς απτό όφελος.

Ενώ οφείλουμε να υποστηρίξουμε πολλές από τις προτάσεις, πιστεύουμε ότι όσες προτάσεις αποσκοπούν στην αναδόμηση της ελεγκτικής αγοράς, όπως μέτρα για υποχρεωτική εναλλαγή των ελεγκτικών αγορών και αναγκαστικές περιοδικές διαδικασίες διαγωνισμών ανάθεσης ελέγχου, η σχεδόν πλήρης απαγόρευση παροχής υπηρεσιών εκτός ελέγχου από τους ελεγκτές στις ελεγχόμενες εταιρείες και η δημιουργία ελεγκτικών εταιρειών που διενεργούν αποκλειστικά ελεγκτικές υπηρεσίες επιφέρουν κινδύνους παράπλευρων ζημιών και δεν υποστηρίζονται από τεκμηρίωση εμπειρίας για την προσφορά βελτιωμένης ελεγκτικής ποιότητας.

 

Πιστεύουμε ότι έχει δοθεί λάθος έμφαση στη συγκέντρωση της αγοράς.

  • Οι προτεινόμενες δομικές αλλαγές στην ελεγκτική αγορά είναι αθεμελίωτες, εξαιρετικά ακριβές και παραλογές, σε μια εποχή μεγάλων οικονομικών δυσκολιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
  • Οι διαβουλεύσεις της ιδίας της Επιτροπής και η μελέτη της επίδρασης των προτεινόμενων μέτρων βρήκαν τη σκοπούμενη αναδιάρθρωση χωρίς εγγυημένα αποτελέσματα.
  • Ενώ η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι οι προτάσεις θα δώσουν ώθηση στον ανταγωνισμό,στηνπραγματικότητα τα αντικίνητρα για τις μικρότερες ελεγκτικές εταιρείες να αναπτυχθούν και να ανταγωνισθούν τις «Big 4» βρίθουν μέσα στις προτάσεις της Επιτροπής. Για παράδειγμα, μελέτες έχουν αποδείξει ότι προηγούμενες εμπειρίες από υποχρεωτική εναλλαγή ελεγκτικών εταιρειών έχουν οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερη συγκέντρωση. Επιπλέον, γιατί μια μεσαία ελεγκτική εταιρεία που της επιτρέπεται να παρέχει υπηρεσίες εκτός ελέγχου να θέλει να μεγαλώσει σε ένα μέγεθος τέτοιο που θα αναγκασθεί να μετατραπεί σε ελεγκτική εταιρεία που θα της επιτρέπεται να παρέχει μόνο ελεγκτικές υπηρεσίες;
  • Ο συνδυασμός των διορισμών των ελεγκτών για συντομότερες χρονικές περιόδους με τις απαγορεύσεις για παροχή υπηρεσιών εκτός ελέγχου θα καταλήξει σε μεγαλύτερη συγκέντρωση της ελεγκτικής αγοράς, καθώς οι ελεγκτικές εταιρείες που θα παρέχουν υπηρεσίες εκτός ελέγχου θα αποκλειστούν από τη συμμετοχή τους στη διεκδίκηση ανάληψης ελέγχων.
  • Επιπλέον, οι προτάσεις κάνουν λίγα πράγματα για να αντιμετωπίσουν τον συστημικό κίνδυνο που σχετίζεται με μία ενδεχόμενη κατάρρευση μιας εκ των «Big 4» και την έλλειψη δυνατότητας παγκόσμιας ελεγκτικής επιχειρησιακής κάλυψης από τις υπόλοιπες μικρότερες ελεγκτικές εταιρείες, η οποία ακριβώς (έλλειψη δυνατότητας παγκόσμιας κάλυψης) έχει –με το υφιστάμενο πλαίσιο– οδηγήσει στην πραγματικότητα οι ελεγχόμενοι πολυεθνικοί οργανισμοί να προτιμούν να ελέγχονται από τις «Big 4».

Η υποχρεωτική εναλλαγή στον διορισμό ελεγκτικών εταιρειών και η υποχρεωτική σε τακτό χρόνο διαδικασία διαγωνισμών για την ανάθεση των ελέγχων.

  • Και τα δύο προτεινόμενα μέτρα θα περιορίσουν τις επιλογές των Διοικητικών Συμβουλίων και των ελεγκτικών επιτροπών να διαλέγουν τον πλέον ικανό ελεγκτή και θα επιβάλλουν στις ελεγχόμενες οντότητες περισσότερα οικονομικά και διοικητικά βάρη. Συνεπώς θα υποχρεωθούν να αποσπάσουν πόρους και μέσα από άλλες επικερδείς, κρίσιμες δράσεις και αποστολές, κάτι που ιδιαίτερα σε εποχές αστάθειας είναι ιδιαίτερα επιζήμιο.
  • Η ελεγκτική ποιότητα θα μειωθεί, αφού συσσωρευμένη γνώση θα χάνεται κατά την εναλλαγή των ελεγκτών, και μάλιστα αυτή η επιζήμια επίδραση θα είναι πολύ χειρότερη στις περιπτώσεις χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων τα οποία παρουσιάζουν περισσότερο πολύπλοκες ελεγκτικές προκλήσεις και χρειάζονται δεξιότητες άκρας εξειδίκευσης και εμπειρίας.
  • Παρότι αυτά τα μέτρα φαινομενικά υποστηρίζουν μεγαλύτερη ανεξαρτησία και ανταγωνισμό, απλώς θα καταλήξουν σε μεγαλύτερη συγκέντρωση. Για παράδειγμα, αποκλείοντας από τις ελεγχόμενες εταιρείες τον επαναδιορισμό των υφιστάμενων ελεγκτών τους, το μέτρο της υποχρεωτικής εναλλαγής τους θα κάνει πιο ρηχή τη δεξαμενή των διαθέσιμων επιλέξιμων ελεγκτικών εταιρειών με την κατάλληλη εξειδίκευση και εμπειρία, μειώνοντας στην πραγματικότητα τον ανταγωνισμό.
  • Στις χώρες όπου η υποχρεωτική εναλλαγή των ελεγκτικών εταιρειών έχει εφαρμοσθεί δεν υπάρχει καμιά εμπειρική τεκμηρίωση ότι αυτή η υποχρεωτική εναλλαγή έχει βελτιώσει την ελεγκτική ποιότητα, την ανεξαρτησία των ελεγκτών ή τον ανταγωνισμό.
  • Οι πολυεθνικοί οργανισμοί θα έχουν δυσκολία να εφαρμόσουν στην πράξη την υποχρεωτική εναλλαγή των ελεγκτικών εταιρειών, καθώς θα πρέπει να βρουν και να επιλέξουν ελεγκτικές εταιρείες που να έχουν την ισχύ να επιτύχουν την ίδια ελεγκτική ποιότητα σε όλες τις αγορές που γεωγραφικά ένας πολυεθνικός οργανισμός επιχειρεί.
  • Η υφιστάμενη πρόταση για υποχρεωτική εναλλαγή ελεγκτών θα ανάγκαζε τις ελεγχόμενες εταιρείες να αλλάζουν ελεγκτική εταιρεία κάθε έξι χρόνια. Οι αρνητικές συνέπειες των μέτρων της υποχρεωτικής εναλλαγής ελεγκτών και της περιοδικής διενέργειας διαγωνισμού σε τακτό χρόνο για την ανάθεση του ελέγχου πολλαπλασιάζονται όσο συντομότερες γίνονται οι χρονικές περίοδοι μεταξύ των υποχρεωτικών εναλλαγών.

 

Περιορισμοί στις υπηρεσίες εκτός ελέγχου

  • Η σχεδόν ολοκληρωτική απαγόρευση υπηρεσιών εκτός ελέγχου από μια ελεγκτική εταιρεία στις εταιρείες που ελέγχει είναι άσκοπη, καθώς προσπαθεί να αντιμετωπίσει ένα πρόβλημα που δεν υπάρχει. Οι υπηρεσίες εκτός ελέγχου που οι εμπλεκόμενοι ελεγκτές παρέχουν στις εταιρείες που ελέγχουν είναι μειωμένες ήδη σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Αυτό κυρίως οφείλεται στην παρέμβαση των ελεγκτικών επιτροπών και στην ήδη υποχρεωτική κριτική αξιολόγηση συμμόρφωσης προς τα ήδη υφιστάμενα πρότυπα ανεξαρτησίας, στις περιπτώσεις που εξετάζεται αν μια τέτοιας φύσης υπηρεσία από τον εκλεγμένο ελεγκτή θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι παραβιάζει τις αρχές της αντικειμενικότητας και ανεξαρτησίας του ελεγκτή.
  • Σε πολλές περιπτώσεις οι ελεγχόμενες εταιρείες, κυρίως μικρότερου μεγέθους, εκτιμούν την αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα με την οποία οι ελεγκτές τους μπορούν να τους προσφέρουν τέτοιες εκτός ελέγχου υπηρεσίες.

 

Αποκλειστικά ελεγκτικές εταιρείες

Η δημιουργία εταιρειών παροχής αμιγώς ελεγκτικών υπηρεσιών μέσω μιας πολύπλοκης διχοτόμησης των ελεγκτικών εταιρειών και αποκόλλησης της δραστηριότητας παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών –αν ξεπερνούν συγκεκριμένα κατώφλια εσόδων και μεριδίων αγοράς– θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομική ανεξαρτησία των ελεγκτικών εταιρειών ως προς τις εταιρείες που ελέγχουν και στη μακροπρόθεσμη ελκυστικότητα και βιωσιμότητα του ελεγκτικού επαγγέλματος.

Οι μεγάλες ελεγκτικές εταιρείες θα αναγκασθούν να επιλέξουν μεταξύ δύο εναλλακτικών:
1. Να μετατραπούν σε αμιγώς ελεγκτικές εταιρείες και να εγκαταλείψουν τα δίκτυα παγκόσμιας κάλυψης των οποίων –τώρα– είναι πλήρη μέλη ή,

2. Να ελέγχουν λιγότερες ΟΔΕ, ώστε να προσαρμοσθούν σε μεγέθη κάτω από το τεθέν κατώφλι.

 

Εάν ψηφισθούν ως έχουν, οι ευρείας κάλυψης προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα έχουν χαοτική επίδραση σε περιοχές εκτός της εδαφικής δικαιοδοσίας της.

Οι προτάσεις συνιστούν αλλαγές – ορόσημο, συγκρουόμενες με όσα προβλέπονται από τα θεσμικά καθεστώτα πέραν των εδαφικών ορίων της Ευρώπης και απειλούν να καταλήξουν να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην ελεγκτική ποιότητα που αφορούν, ιδιαιτέρως στους πολυεθνικούς οργανισμούς που οι δραστηριότητές τους επεκτείνονται γεωγραφικά σε διάφορα ρυθμιστικά και κανονιστικά περιβάλλοντα.

  • Καταρχήν και προπαντός, κάποιες από τις προτάσεις, αν υιοθετηθούν, θα αποσταθεροποιήσουν τις επιχειρήσεις στην Ευρώπη και θα αποθαρρύνουν την εγκατάσταση άλλων επιχειρήσεων σε αυτήν, σε μια εποχή που όλοι οι διαθέσιμοι πόροι χρειάζονται στην Ευρώπη για να επενδυθούν στην νεωτερικότητα και ανάπτυξη.
  • Ιδιαίτερα οι προτάσεις για αναγκαστική εναλλαγή των ελεγκτικών εταιρειών και την δημιουργία αμιγώς ελεγκτικών εταιρειών θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις τόσο στις ελεγχόμενες οντότητες όσο και τις ελεγκτικές εταιρείες που εδρεύουν εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης.
  • Οι προτάσεις κινούνται αντίθετα από τους στόχους που τέθηκαν από τους G 20 για την εναρμόνιση των κανονιστικών πράξεων που έχουν παγκόσμιο αντίκτυπο. Για παράδειγμα, άλλες δικαιοδοσίες μπορούν να απαντήσουν σε τέτοια ευρωπαϊκά μέτρα, υιοθετώντας δικά τους μέτρα εναλλαγής ελεγκτικών εταιρειών σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα και μετέπειτα περιόδους αναγκαστικής αποχής από επαναδιορισμό (cooling off periods), με ποικίλες επιδράσεις στις ελεγχόμενες επιχειρήσεις. Η ελεγκτική ποιότητα πιθανότατα θα υποβαθμιστεί, καθώς διαφορετικές ελεγκτικές εταιρείες θα ελέγχουν τις δραστηριότητες πολυεθνικών συγκροτημάτων, οι οποίες μάλιστα θα εναλλάσσονται σε διάφορα χρονικά διαστήματα. Η διαχείριση και επίτευξη υψηλής ποιότητας ελέγχου –σε παγκόσμια κλίμακα ελεγκτικής διαδικασίας– κάτω από τέτοιες συνθήκες θα είναι εξαιρετικά δύσκολη, αν όχι αδύνατη.

 

Το επάγγελμα οφείλει να αρθρώσει ηχηρό λόγο και να διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στη διαδικασία διαμόρφωσης της ελεγκτικής μεταρρύθμισης.

Ως επάγγελμα έχουμε ευθύνες, έναντι των μελών μας, των πελατών μας και όλων των ενδιαφερόμενων μερών, να συνδράμουμε στη διαμόρφωση και να επηρεάσουμε την ελεγκτική μεταρρύθμιση. Πρέπει να δεσμευτούμε στην αποκατάσταση της δημόσιας εμπιστοσύνης στις χρηματοοικονομικές αναφορές και στη διαφύλαξη της υγείας και σταθερότητας του χρηματοοικονομικού συστήματος.

  • Οι ελεγκτικές εταιρείες εργοδοτούν σημαντικό αριθμό εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με παρουσία σε κάθε σημαντική ευρωπαϊκή πόλη, και υπηρετούν το συνακόλουθο ρόλο της εργοδότησης και επαγγελματικής ανατροφής και προετοιμασίας των ηγετών των επιχειρήσεων του αύριο.
  • Εργοδοτώντας χιλιάδες στελεχών σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, με την προοπτική χιλιάδων ακόμη προσλήψεων τα αμέσως επόμενα χρόνια, έχουμε ως επάγγελμα την εγγενή υποχρέωση να αρθρώνουμε δημόσιο λόγο και να επιδιώκουμε να συνεισφέρουμε στη διαμόρφωση κάθε ελεγκτικής μεταρρύθμισης, με τέτοιο τρόπο ώστε να υπηρετείται η ελεγκτική ποιότητα προς όφελος των ανθρώπων μας, των πελατών μας, των επενδυτών και όλων όσοι έχουν ενδιαφέρον που επηρεάζεται από το έργο μας.
  • Οι ελεγκτές ως επαγγελματίες έχουν υψηλή μόρφωση, παιδεία, εμπειρία και είμαστε υπερήφανοι ότι συναποτελούμε ένα κορυφαίο επάγγελμα που εκτιμά στη συμπεριφορά μας την αδέκαστη κρίση, τον επαγγελματικό σκεπτικισμό και απαρέγκλιτα ηθική συμπεριφορά.
  • Οφείλουμε να στηρίξουμε πολλές από τις μεταρρυθμιστικές προτάσεις και να συνομιλούμε και να συνεργαζόμαστε με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Ευρωκοινοβούλιο, τις εθνικές κυβερνήσεις μας, τις επιχειρηματικές κοινότητες και άλλα ενδιαφερόμενα μέλη, προσφέροντας ιδέες και απόψεις για κατάλληλα επιπλέον βήματα, αλλά και να διατυπώνουμε τις επιφυλάξεις και αντιρρήσεις μας στις προτάσεις της Επιτροπής για τις οποίες πιστεύουμε ότι δεν υπηρετούν τους τεθέντες στόχους ή ότι δεν λύνουν προβλήματα ή/και οδηγούν σε αρνητικά αποτελέσματα, επηρεάζοντας δυσμενώς την ελεγκτική ποιότητα, ή που είναι επικίνδυνα και επιβλαβή για τη λειτουργία των κεφαλαιαγορών και το δημόσιο συμφέρον.
  • Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι εμείς οι ελεγκτές μπορούμε να κάνουμε περισσότερα. Να εργασθούμε ο καθένας στον ελεγκτικό οργανισμό του οποίου είμαστε μέλη και όλοι μαζί ως επάγγελμα και σε συνεργασία και με άλλα εμπλεκόμενα μέρη και φορείς να σχεδιάζουμε σε διαρκή βάση πρόσφορα μέτρα που θα βοηθούν σε διατηρήσιμη βάση την ολοένα και παραπέρα αναβάθμιση της ελεγκτικής ποιότητας, συνεισφέροντας έτσι και με κάθε άλλο πρόσφορο τρόπο στην πρόληψη και αποφυγή μελλοντικών οικονομικών κρίσεων.