Η 11η Παγκόσμια έρευνα της Ernst & Young για τα επίπεδα απάτης αποκαλύπτει ότι το 76% των ερωτηθέντων πιστεύουν ότι τα Διοικητικά Συμβούλια ανησυχούν ολοένα και περισσότερο για την προσωπική ευθύνη τους έναντι περιπτώσεων απάτης, δωροδοκίας και διαφθοράς.
Ιδιαίτερα αυξημένη κρίνεται η ανησυχία των Διοικητικών Συμβουλίων σε παγκόσμιο επίπεδο (76%) και στη Δυτική Ευρώπη (62%), σε αντίθεση με την Ελλάδα, όπου το αντίστοιχο ποσοστό όσων απάντησαν ότι είναι «πολύ ή αρκετά ανήσυχοι» είναι μόλις 16%. Αυτό ίσως να δικαιολογείται λόγω των πρόσφατων οικονομικών εξελίξεων στην Ελλάδα, όπου οι επιχειρήσεις πρωτίστως στοχεύουν στην εξασφάλιση της ζωτικής ρευστότητας και στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας.
Ο Ιωάννης Δρακούλης, επικεφαλής του τμήματος Έρευνας Οικονομικής Απάτης και Εταιρικών Αντιδικιών της Ernst & Young, επισημαίνει: «Η αύξηση των μέτρων καταστολής των κρουσμάτων απάτης, δωροδοκίας και διαφθοράς αποτελεί προτεραιότητα σε πολλές αγορές, και στην Ελλάδα, καθώς η ενίσχυση της εταιρικής διακυβέρνησης θα αυξήσει την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων».
Προσθέτει δε ότι «λαμβάνοντας υπόψη τον περιορισμό των εταιρικών πόρων, το να δίνεται προτεραιότητα στην καταπολέμηση της απάτης και της διαφθοράς είναι πρωτίστης σημασίας. Η ενίσχυση της εταιρικής διακυβέρνησης και του εσωτερικού ελέγχου είναι η πλέον ενδεδειγμένη πρόταση».
Ολοκληρώνοντας, επισημαίνει ότι «η κρίση που διερχόμαστε αναμένεται να μας φέρει αντιμέτωπους με περισσότερες προκλήσεις, με περισσότερες πιθανότητες εκδήλωσης απατών, μεγαλύτερη έκθεση σε περιπτώσεις διαφθοράς και μεγαλύτερο ενδιαφέρον από πλευράς ρυθμιστικών αρχών για τους τρόπους διαχείρισής της».
1) Αύξηση των περιστατικών απατών κατά τα τελευταία δύο χρόνια. Όπως οι περισσότεροι αναλυτές προέβλεπαν, επαληθεύθηκε λόγω της δεδομένης οικονομικής κατάστασης μια μικρή αλλά σημαντική αύξηση των περιστατικών απάτης. Για παράδειγμα, στη Δυτική Ευρώπη (συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας) ο αριθμός των εταιρειών που είχαν υποστεί κάποιο περιστατικό απά- της αυξήθηκε από 10% σε 21% κατά τα τελευταία δύο χρόνια.
2) Ad hoc αντιμετώπιση σε περίπτωση κατηγοριών απάτης. Αντίθετα με την αύξηση κρουσμάτων απάτης, ένα ποσοστό σχεδόν 40% των ερωτηθέντων στη Δυτική Ευρώπη απάντησαν ότι έχουν ένα τεκμηριωμένο σχέδιο αντιμετώπισης απατών, το οποίο να περιλαμβάνει τη χρήση τμημάτων με εξειδικευμένες ικανότητες στην έρευνα οικονομικών απατών. Στην Ελλάδα δε, το ποσοστό αυτό είναι μόλις 16%, εμφανώς χαμηλότερο από τον παγκόσμιο μέσο όρο (39%). Εμπειρικά, κρίνεται ότι το συγκεκριμένο στοιχείο υπονομεύει σοβαρά την επιτυχία των ερευνών σε ένα περιστατικό ενδεχόμενης απάτης και διαφθοράς.
3) Μη ύπαρξη κοινών μέτρων πρόληψης. Διαφαίνεται από τις απαντήσεις ότι δεν υπάρχουν καθολικά αποδεκτά προληπτικά μέτρα για τη διαχείριση του κινδύνου της απάτης.
Ένας στους επτά ερωτηθέντες δεν έχει ποτέ διεξάγει επίσημη αξιολόγηση των κινδύνων από απάτη. Στην Ελλάδα κρίνεται ανησυχητικό το γεγονός ότι σχεδόν 28% των ερωτηθέντων είτε δε γνωρίζουν είτε δεν έχουν προετοιμάσει ποτέ μια αντίστοιχη αξιολόγηση.
Σχετικά με την έρευνα:
Τα ευρήματα της έρευνας αφορούν συγκεκριμένους τομείς του ιδιωτικού τομέα και αποτελούν αναμφισβήτητα ενδείξεις για τη σοβαρότητα της κατάστασης. Η εμπειρία μας, μας παρέχει τη σιγουριά να αναδείξουμε ως γενικότερο πρόβλημα την έλλειψη κοινής αντίληψης του κινδύνου εκδήλωσης οικονομικών απατών. Παράλληλα, μας επιβάλλει να επιστήσουμε την προσοχή των επιχειρήσεων στο ενδεχόμενο να αντιμετωπίσουν κοινά περιστατικά απάτης και διαφθοράς.
Η Ernst & Young, παρακολουθώντας κάθε χρόνο τις τάσεις στο χώρο της απάτης, της διαφθοράς και της δωροδοκίας, έτσι και φέτος, με την 11η Παγκόσμια έρευνα για τα επίπεδα απάτης παρατηρεί τρεις δεσπόζουσες τάσεις:
1) Αύξηση των περιστατικών απατών κατά τα τελευταία δύο χρόνια. Όπως οι περισσότεροι αναλυτές προέβλεπαν, επαληθεύθηκε λόγω της δεδομένης οικονομικής κατάστασης μια μικρή αλλά σημαντική αύξηση των περιστατικών απάτης. Για παράδειγμα, στη Δυτική Ευρώπη (συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας) ο αριθμός των εταιρειών που είχαν υποστεί κάποιο περιστατικό απάτης αυξήθηκε από 10% σε 21% κατά τα τελευταία δύο χρόνια.
2) Ad hoc αντιμετώπιση σε περίπτωση κατηγοριών απάτης. Αντίθετα με την αύξηση κρουσμάτων απάτης, ένα ποσοστό σχεδόν 40% των ερωτηθέντων στη Δυτική Ευρώπη απάντησαν ότι έχουν ένα τεκμηριωμένο σχέδιο αντιμετώπισης απατών, το οποίο να περιλαμβάνει τη χρήση τμημάτων με εξειδικευμένες ικανότητες στην έρευνα οικονομικών απατών. Στην Ελλάδα δε, το ποσοστό αυτό είναι μόλις 16%, εμφανώς χαμηλότερο από τον παγκόσμιο μέσο όρο (39%). Εμπειρικά, κρίνεται ότι το συγκεκριμένο στοιχείο υπονομεύει σοβαρά την επιτυχία των ερευνών σε ένα περιστατικό ενδεχόμενης απάτης και διαφθοράς.
3) Μη ύπαρξη κοινών μέτρων πρόληψης. Διαφαίνεται από τις απαντήσεις ότι δεν υπάρχουν καθολικά αποδεκτά προληπτικά μέτρα για τη διαχείριση του κινδύνου της απάτης.
Ένας στους επτά ερωτηθέντες δεν έχει ποτέ διεξάγει επίσημη αξιολόγηση των κινδύνων από απάτη. Στην Ελλάδα κρίνεται ανησυχητικό το γεγονός ότι σχεδόν 28% των ερωτηθέντων είτε δε γνωρίζουν είτε δεν έχουν προετοιμάσει ποτέ μια αντίστοιχη αξιολόγηση.
Σχετικά με την έρευνα:
Τα ευρήματα της έρευνας αφορούν συγκεκριμένους τομείς του ιδιωτικού τομέα και αποτελούν αναμφισβήτητα ενδείξεις για τη σοβαρότητα της κατάστασης. Η εμπειρία μας, μας παρέχει τη σιγουριά να αναδείξουμε ως γενικότερο πρόβλημα την έλλειψη κοινής αντίληψης του κινδύνου εκδήλωσης οικονομικών απατών. Παράλληλα, μας επιβάλλει να επιστήσουμε την προσοχή των επιχειρήσεων στο ενδεχόμενο να αντιμετωπίσουν κοινά περιστατικά απάτης και διαφθοράς.