ΣΕΒ/ΙΟΒΕ/ΕΜΟ-ΕΒΕΟ
Το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) και το Εργαστήριο Βιομηχανικής και Ενεργειακής Οικονομίας του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ-ΕΒΕΟ), υπό την αιγίδα του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), παρουσίασαν ένα σύνολο προτάσεων για τις πραγματικές αναπτυξιακές δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας και τις δυνητικές κατευθύνσεις για την επανεκκίνησή της, βασιζόμενες στις δυνατότητες των ελληνικών επιχειρήσεων να αναπτύσσουν ανταγωνιστικές δραστηριότητες και προϊόντα σε διεθνές επίπεδο. Η μελέτη αυτή αναπτύχθηκε στο πλαίσιο του έργου «Έρευνα στις επιχειρήσεις για την πρόβλεψη των μεταβολών στα περιφερειακά παραγωγικά συστήματα και τις τοπικές αγορές εργασίας».
Ο Εκτελεστικός Αντιπρόεδρος του ΣΕΒ κ. Χάρης Κυριαζής, ανέφερε ότι ο ΣΕΒ πριν εμφανιστούν τα σημάδια της κρίσης ανέλαβε την πρωτοβουλία να σχεδιάσει και να υλοποιήσει ένα ευρύ πλέγμα δράσεων με στόχο να φωτίσει τις πραγματικές παραγωγικές δυνάμεις της χώρας μας, να αναδείξει ευκαιρίες και δυνατότητες και συγχρόνως να ενθαρρύνει συνολικά τρόπους βελτίωσης των ασκούμενων πολιτικών που αφορούν στη λειτουργία των επιχειρήσεων. Ο ΣΕΒ εστιάζει τη στρατηγική του στη βελτίωση της τεχνολογικής και καινοτομικής επίδοσης των ελληνικών επιχειρήσεων, στην ανάπτυξη νέων δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού και στη διαμόρφωση ενός επιχειρηματικού περιβάλλοντος που προάγει συνολικά την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
Ο καθηγητής του ΕΜΠ και επιστημονικός υπεύθυνος του έργου κ. Γιάννης Καλογήρου παρουσίασε τα βασικά αποτελέσματα των ομάδων εργασίας. Ο κ. Καλογήρου επεσήμανε ότι το κεντρικό ερώτημα σημερα είναι πώς, εν μέσω της απαραίτητης δημοσιονομικής προσαρμογής και της απαιτούμενης μακροοικονομικής διαχείρισής της, θα τεθούν οι προϋποθέσεις για την επανεκκίνηση της αναπτυξιακής δυναμικής της οικονομίας. Στόχος όμως δεν μπορεί να είναι η αναπαραγωγή του υφιστάμενου υποδείγματος ανάπτυξης, αλλά η ανάπτυξη με ποιοτικό περιεχόμενο και εξωστρεφή χαρακτήρα.
Επίκεντρο αυτής της ανάπτυξης είναι η γνώση, η τεχνολογία, η καινοτομία, με μοχλό την επιχειρηματικότητα εντάσεως γνώσης, με την υποστήριξη ενός ευφυούς και αποτελεσματικού αναπτυξιακού κράτους. Ο κ. Καλογήρου τόνισε ότι ο ρόλος του επιχειρηματικού τομέα είναι σήμερα καθοριστικός. Οι ελληνικές επιχειρήσεις πρέπει να γίνουν διεθνώς ανταγωνιστικές, με ισχυρό ανθρώπινο κεφάλαιο, βιώσιμες ακόμα και σε δύσκολες συνθήκες ρευστότητας. Στο πλαίσιο αυτό αναζητούμε εκείνες τις δραστηριότητες οι οποίες μπορούν να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, τομείς και κλάδους όπου φαίνεται να διαθέτουμε κάποια στρατηγικά πλεονεκτήματα και κυρίως το κατάλληλο ανθρώπινο δυναμικό που να υποστηρίξει αυτή την αναπτυξιακή προσπάθεια.
Για την επίτευξη των στόχων του έργου υιοθετήθηκε η λογική της εξέτασης των κλαδικών οικοσυστημάτων. Δηλαδή η διαβούλευση μεταξύ όλων των κρίκων της ευρύτερης αλυσίδας αξίας που συνθέτει κάθε εξεταζόμενο τομέα και η επικοινωνία τους με την ερευνητική κοινότητα ή θεσμικούς φορείς που επηρεάζουν τις σχέσεις των επιμέρους κλάδων. Ζητούμενο δηλαδή ήταν μια ολιστική προσέγγιση σε κάθε τομέα, ώστε να αναλυθούν οι διεπιφάνειες, οι σχέσεις που αναπτύσσονται (ή δεν αναπτύσσονται) και η πιθανή ανίχνευση νέων συνδετικών δεσμών που πρέπει να δημιουργηθούν, ενισχυθούν ή και να ανακτηθούν.
Τα κλαδικά οικοσυστήματα που δημιουργήθηκαν αφορούν στις εξής αλυσίδες αξίας:
– Τρόφιμα και βιοαγροδιατροφή
– Παραγωγή ενέργειας
– Διαχείριση – εξοικονόμηση ενέργειας
– Περιβαλλοντική βιομηχανία
– Κλωστοϋφαντουργία – ένδυση
– Κατασκευές – δομικά προϊόντα
– Τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών
– Υγεία
– Συσκευασία
Στις συνεδριάσεις των πάνελ συμμετείχαν πάνω από 150 εμπειρογνώμονες, οι οποίοι μετέφεραν την εμπειρία τους από τον επιχειρηματικό χώρο, την έρευνα, την επιστήμη, τη δημόσια διοίκηση και διατύπωσαν την άποψή τους για τις προοπτικές των κλάδων αλλά και τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για ευοίωνες εξελίξεις σε αυτούς. Οι ομάδες αυτές έχουν διαμορφώσει ένα σύνολο ολοκληρωμένων προτάσεων με ελληνική υπογραφή, που στοχεύουν στην παραγωγική ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας με κινητήριο μοχλό τη δυνατότητα των ελληνικών επιχειρήσεων να αναπτύξουν ανταγωνιστικές δραστηριότητες και προϊόντα. Το αισιόδοξο μήνυμα είναι ότι σε όλες τις περιπτώσεις διαπιστώθηκαν δραστηριότητες όπου πράγματι μπορούν να στοιχειοθετηθούν στρατηγικά πλεονεκτήματα και να καταγραφεί μεσοπρόθεσμα επιχειρηματική πύκνωση. Ωστόσο, υπάρχουν επίσης σε όλες τις περιπτώσεις εμπόδια, όροι και προϋποθέσεις που πρέπει να τηρηθούν, ώστε να ευδοκιμήσουν οι θετικές αυτές προοπτικές.
Τα βασικά συμπεράσματα σε κάθε κλαδικό οικοσύστημα:
1) Το κλαδικό οικοσύστημα των τροφίμων και της βιο-αγροδιατροφής συνιστά μία από τις σημαντικότερες αλυσίδες αξίας της ελληνικής οικονομίας, καθώς αγγίζει και τους τρεις βασικούς τομείς της: την αγροτική παραγωγή, η οποία είναι μεν ποιοτική, αλλά ίσως έχει αδυναμία σαφούς στόχευσης και προσανατολισμού, τη μεταποίηση τροφίμων – ποτών, που παρά την κρίση φαίνεται να ανθίσταται ακόμα, και βεβαίως το σχετικό εμπόριο.
Ο τομέας ωστόσο αναζητά ένα νέο εξωστρεφή βηματισμό, με έμφαση στην παραγωγή τοπικών, παραδοσιακών προϊόντων, ΠΟΠ και ΠΓΕ, που αναδεικνύουν το ελληνικό branding, την ταυτότητα και προέλευση του προϊόντος, την ποιότητα και τη διαπίστευση. Παράλληλα με την ανάδειξη της παράδοσης χρειάζεται η διαρκής καινοτομία, η ενσωμάτωση τεχνολογίας στο προϊόν και στη συσκευασία (π.χ. προϊόντα βιοτεχνολογίας, νανοτεχνολογίας, «λειτουργικά τρόφιμα»). Ήδη, υπάρχει σημαντική ερευνητική δραστηριότητα σε εφαρμογές γονιδιωματικής τεχνολογίας στην ιχνηλασιμότητα της παραγωγικής διαδικασίας (DNA bar coding), με καταχώρηση, ανάγνωση και διαχείριση των βάσεων δεδομένων του γενετικού αποτυπώματος των τροφίμων και χρήση τους ως πληροφορικών εργαλείων.
Ο τομέας των τροφίμων και βιο- αγροδιατροφής πρέπει ακόμα να διαμορφώσει ένα νέο όραμα για την ελληνική παραγωγή τροφίμων (π.χ. μεσογειακή διατροφή), το οποίο να συνδεθεί με άλλους τομείς της ελληνικής οικονομίας (π.χ. τουρισμό).
Ταυτόχρονα όμως απαιτείται αναδιάρθρωση δραστηριοτήτων και διαδικασιών σε όλο το μήκος της αλυσίδας αξίας. Ενδεικτικά αναφέρονται αλλαγές σε ό,τι αφορά νέες καλλιέργειες, νέα μηχανήματα, εναλλακτικές μεθόδους καλλιέργειας, σχεδιασμό παραγωγής, τρόπο προώθησης, παρουσίασης, διανομής, νέες συσκευασίες, βελτίωση ασφάλειας και ποι- ότητας των υπαρχόντων προϊόντων κ.λπ. Στο πλαίσιο αυτό χρειάζεται διαμόρφωση εθνικού πλαισίου έρευνας με βάση εθνικές προτεραιότητες και ευρωπαϊκά πρότυπα, προώθηση επενδύσεων για τη μετατροπή των ευρημάτων της γεωργικής έρευνας σε εφαρμόσιμες τεχνολογίες και νέες καλλιεργητικές πρακτικές, δημιουργία ενοτήτων αριστείας, συμμετοχή επιχειρήσεων σε στρατηγικά προγράμματα και πλατφόρμες ερευνών του εξωτερικού (π.χ. πλατφόρμα Food For Life) αλλά και στοχευμένη επιδότηση δράσεων (π.χ. προβολή οικονομικών δραστηριοτήτων σε μειονεκτικές, ορεινές και νησιωτικές περιοχές).
Ο ρόλος του δημοσίου σε αυτήν την προσπάθεια είναι καθοριστικός στην κατεύθυνση της αναθεώρησης και του εκσυγχρονισμού του νομοθετικού πλαισίου και της εναρμόνισής του με τα ευρωπαϊκά πρότυπα, αλλά και για την αποτελεσματική λειτουργία συστήματος τακτικών ελέγχων και την άμεση διερεύνηση καταγγελιών. Στο πλαίσιο αυτό η δημιουργία ενός ενιαίου φορέα τροφίμων για τη διαμόρφωση κοινής αγροτικής πολιτικής και το συντο- νισμό απαιτούμενων δράσεων για την επίτευξη οικονομιών κλίμακας και την οργανωμένη παραγωγή γεωργικών προϊόντων, την υλοποίηση στοχευμένης γεωργικής έρευνας και τελικά τη δημιουργία ενός νέου πρότυπου αγρότη – επιχειρηματία, είναι αναγκαία σήμερα περισσότερο από ποτέ.
2) Στον τομέα της παραγωγής ενέργειας καταγράφονται σημαντικές προκλήσεις, που συνδέονται με τη διαδικασία απελευθέρωσης της ενεργειακής αγοράς και με τη στρατηγική επιλογή της Ευρωπαϊκής Ένωσης για βιώσιμη ανάπτυξη (στόχoι 2020).
Ο τομέας της ηλεκτροπαραγωγής τίθεται στο επίκεντρο των προσπαθειών αυτών. Σε αυτόν αναμένονται οι πιο ριζικές μεταβολές στη διάρκεια της επόμενης δεκαετίας, και εκεί τίθενται οι πιο σοβαρές αναπτυξιακές προκλήσεις και οι μεγαλύτερες ευκαιρίες στον τομέα της απασχόλησης. Οι σημερινές δυσλειτουργίες της αγοράς ηλεκτρισμού σχετίζονται με στρεβλώσεις στη διαμόρφωση της οριακής τιμής του συστήματος, τη μη σύνδεση χονδρεμπορικής και λιανικής αγοράς, το γεγονός ότι τα τιμολόγια για τον τελικό καταναλωτή δεν αντανακλούν πλήρως το κοινωνικό κόστος, τα εγγυημένα τιμολόγια για τις ΑΠΕ δεν παρακολουθούν επαρκώς τις μεταβολές στο κόστος των τεχνολογιών, ενώ δημιουργείται κλίμα αβεβαιότητας σε σχέση με πιθανές μεταβολές τους.
Τα προβλήματα αυτά, σε συνδυασμό με τις σημαντικές αγκυλώσεις της δημόσιας διοίκησης και τις καθυστερήσεις που προκαλούν ανέξοδες και συχνά ατεκμηρίωτες προσφυγές στο ΣΤΕ, δημιουργούν ένα περιβάλλον αποτρεπτικό για την προσέλκυση νέων επενδύσεων. Η υπέρβαση των σημερινών δυσλειτουργιών πέφτει αναμφισβήτητα στην πολιτεία, που θα πρέπει να προωθήσει τις αναγκαίες θεσμικές αλλαγές. Εξαρτάται όμως και από την ικανότητα επανασχεδιασμού του ενεργειακού τομέα σε μία βάση που θα δίνει ουσιαστική ώθηση σε φορείς καινοτόμων δράσεων και επενδύσεων υψηλής προστιθέμενης αξίας.
Σε μια τέτοια κατεύθυνση, προϋπόθεση για την ενίσχυση της δυναμικής του ενεργειακού τομέα είναι η δημιουργία εγχώριας κατασκευαστικής βιομηχανίας σε πολλούς τομείς που συνδέονται με την υλοποίηση των ενεργειακών επενδύσεων. Στο πεδίο των ΑΠΕ, και ειδικά στην περίπτωση των αιολικών, παρά το μικρό μέγεθος της εγχώριας αγοράς, η ανάδειξη των στρατηγικών γεωπολιτικών πλεονεκτημάτων της χώρας σε σχέση με την τροφοδοσία των γειτονικών αγορών, αλλά και η μελλοντική ανανέωση του εγκατεστημένου εξοπλισμού των αιολικών πάρκων, τεκμηριώνουν την ανάγκη και τη σκοπιμότητα ανάπτυξης κατασκευαστικής βιομηχανίας. Στην παραγωγή φωτοβολταϊκών οι προοπτικές είναι πιο ευοίωνες, καθώς οι ελληνικές βιομηχανίες του κλάδου έχουν ήδη να επιδείξουν ένα σημαντικό μέγεθος, που δυνητικά επαρκεί για την κάλυψη της εγχώριας ζήτησης. Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι και στους δύο αυτούς τομείς ο ανταγωνισμός είναι ισχυρός, κυρίως από τις χώρες της Νοτιο- ανατολικής Ασίας.
Άλλες καινοτόμες δράσεις με σημαντικές επιπτώσεις και σε άλλους κλάδους (π.χ. ΤΠΕ) είναι η ανάπτυξη των έξυπνων δικτύων και της αγοράς επικουρικών υπηρεσιών, όπως είναι η αξιοποίηση συστημάτων αντλησιοταμίευσης, ο εκσυγχρονισμός των υφισταμένων και η κατασκευή νέων υποδομών (δίκτυα, μετασχηματιστές κ.λπ.), καθώς και η παροχή καθετοποιημένων υπηρεσιών λειτουργίας και συντήρησης υφιστάμενων και μελλοντικών εγκαταστάσεων αιολικής ενέργειας και φωτοβολταϊκών συστημάτων. Επίσης, στη συμβατική παραγωγή δημιουργούνται απαιτήσεις εξειδικευμένων ομάδων συντήρησης των συμβατικών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής στο νέο τοπίο της απελευθερωμένης αγοράς. Προοπτικές, με ιδιαίτερα θετική επίπτωση στον αγροτικό τομέα, εμφανίζει και η σύγκαυση στερεών καυσίμων με βιομάζα.
3) Ως προς την εξοικονόμηση ενέργειας, η ανάγκη για ορθολογική διαχείρισή της στην Ελλάδα προβάλλει ως στόχος πρώτης προτεραιότητας και λόγω των υποχρεώσεων συμμόρφωσης στο πλαίσιο των στόχων του 2020. Σήμερα η τελική χρήση και διαχείριση της ενέργειας χαρακτηρίζεται από σοβαρή σπατάλη ενεργειακών πόρων και, συνεπακόλουθα, υψηλό οικονομικό και περιβαλλοντικό κόστος. Όμως η προώθηση επεμβάσεων εξοικονόμησης ενέργειας, αντιμετωπίζει δυσκολίες, καταρχήν λόγω της μεγάλης διασποράς των τελικών ενεργειακών χρηστών, και λόγω χρηματοοικοεπενδυτικής τους δραστηριότητας στην παρούσα συγκυρία.
Από την άλλη πλευρά όμως οι προοπτικές εξοικονόμησης ενέργειας είναι ιδιαίτερα ευνοϊκές στον κτιριακό τομέα, λόγω των υψηλών θερμικών απωλειών στο κέλυφος και της χαμηλής απόδοσης των ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων. Σημαντικά περιθώρια εξοικονόμησης ενέργειας προκύπτουν και στον τουριστικό τομέα, με σημαντική επίδραση στη μείωση του κόστους λειτουργίας των ξενοδοχειακών μονάδων. Στο βιομηχανικό τομέα, το γεγονός ότι στην πλειονότητα των ελληνικών επιχειρήσεων το ενεργειακό κόστος είναι μικρό ποσοστό του κόστους παραγωγής, λειτουργεί ως αντικίνητρο για την ανάληψη σχετικών επενδύσεων. Εντούτοις εντοπίζονται περιθώρια για την προώθηση απλών πρακτικών ή τεχνολογιών που έχουν εφαρμογή στο σύνολο σχεδόν των βιομηχανικών διεργασιών.
Ασφαλώς, η τρέχουσα οικονομική κρίση αποτελεί σοβαρή τροχοπέδη στην υλοποίηση των αναγκαίων ιδιωτικών και δημόσιων επενδύσεων. Όμως, η δημοσιονομική σταθερότητα και η χρηματοδοτική ρευστότητα δεν εγγυώνται την ορθολογική διαχείριση της ενέργειας και την προώθηση των αναγκαίων επεμβάσεων εξοικονόμησης. Απαιτείται ακόμα ο επανασχεδιασμός της τιμολογιακής πολιτικής, έτσι ώστε να βελτιωθεί η οικονομική αποδοτικότητα επενδύσεων εξοικονόμησης ενέργειας, η συστηματική ενημέρωση των καταναλωτών μέσα από στοχευμένες καμπάνιες για τις δυνατότητες εξοικονόμησης ενέργειας, η πλήρης και αξιόπιστη εφαρμογή του ΚΕ- ΝΑΚ, η οργάνωση των Εταιρειών Παροχής Ενεργειακών Υπηρεσιών, η θεσμοθέτηση συστημάτων πιστοποίησης για τα συστήματα και τα υλικά εξοικονόμησης ενέργειας.
4) Ο τομέας της περιβαλλοντικής βιομηχανίας χαρακτηρίζεται από δυναμική επέκταση, λόγω των απαιτήσεων επίτευξης στόχων που θέτει η Ε.Ε. και της ανάγκης εξοικονόμησης πόρων ως απάντηση στην αυξανόμενη περιβαλλοντική ευαισθησία πολιτών και επιχειρήσεων, αλλά και ενός ευνοϊκού πλαισίου χρηματοδοτικών ενισχύσεων. Στο πλαίσιο αυτό οι επιχειρηματικές ευκαιρίες είναι αρκετές. Η ανακύκλωση και επεξεργασία στερεών και υγρών αποβλήτων, με έμφαση σε συστήματα διαχείρισης, η αξιοποίηση αποβλήτων, π.χ. βιομάζα (είτε για παραγωγή compost είτε για ενεργειακή αξιοποίηση), και τα βιοκαύσιμα αλλά και η παραγωγή δομικών προϊόντων τύπου «πράσινης δόμησης» αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα πράσινης επιχειρηματικότητας. Μεγάλη δυναμική εμφανίζει και ο τομέας της παροχής υπηρεσιών (ΕΚΕ, ISO 14001 και EMAS, green accounting, eco-labels), ενώ σημαντικές ανάγκες υπάρχουν στη συντήρηση, εκσυγχρονισμό και εξορθολογισμό λειτουργίας υφιστάμενων υποδομών.
Το τρίπτυχο δράσης που θα πρέπει να προωθηθεί είναι εκσυγχρονισμός του θεσμικού πλαισίου, δημιουργία αποτελεσματικού συστήματος ελέγχου εφαρμογής της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και άρση γραφειοκρατίας για αδειοδότηση έργων και εγκαταστάσεων προστασίας περιβάλλοντος. Πέρα όμως από τις επενδύσεις, ζητούμενο για τις επιχειρήσεις είναι και η απόκτηση τεχνογνωσίας.
Προς αυτήν την κατεύθυνση μπορεί να βοηθήσει η σύσταση clusters καινοτομίας με την συμμετοχή ΑΕΙ ή/και ερευνητικών κέντρων και επιχειρήσεων για ανάπτυξη εφαρμοσμένης και στοχοθετημένης έρευνας. Οι σχηματισμοί αυτοί δύνανται μάλιστα να συνεισφέρουν στην επίλυση και άλλων λειτουργικών προβλημάτων των επιχειρήσεων, όπως η οργάνωση και ανάπτυξη προσωπικού στο πλαίσιο λειτουργιών εταιρικής κοινωνικής ευθύνης ή οικολογικής σήμανσης, η υλοποίηση προγραμμάτων κατάρτισης αλλά και η ενημέρωση και ευαισθητοποίηση πολιτών και επιχειρήσεων σε περιβαλλοντικά θέματα (π.χ. στο θέμα της ανακύκλωσης). Σημαντικά θα βοηθούσε στην οργάνωση του κλάδου η ύπαρξη δυνατότητας πιστοποίησης τεχνικών ειδικοτήτων και επαγγελματικών προσόντων, π.χ. από τη Διεθνή Ένωση για τη Διαχείριση των Στερεών Αποβλήτων (ISWA) για την ειδικότητα του «Waste Manager».
5) Ο τομέας της κλωστοϋφαντουργίας και ένδυσης φαίνεται διχασμένος ανάμεσα στο παραδοσιακό ύφασμα με βάση το βαμβάκι και τα σύνθετα υφάσματα που προκρίνει η διεθνής μόδα. Αν και η παραγωγή προϊόντων μαζικής ζήτησης θεωρείται επιβεβλημένη, η ανάπτυξη εξειδικευμένων παραγωγών κερδίζει έδαφος. Απαιτείται δηλαδή αξιοποίηση εξελιγμένων πρώτων υλών υψηλής προστιθέμενης αξίας, που μπορούν να βασίζονται σε «έξυπνες» πρώτες ύλες (π.χ. πλαστικά νήματα, οργανικές φωτοβολταϊκές διατάξεις, νανοδομικά ανόργανα και οργανικά υλικά κ.ά.) ή ακόμα και σε παραδοσιακά υφάσματα υψηλής προστιθέμενης αξίας, π.χ. μετάξι. Για προϊόντα μεγάλης υπεραξίας και εξειδίκευσης, υψηλής τεχνολογίας αλλά σχετικά μικρής κλίμακας παραγωγής η καθετοποιημένη παραγωγή κρίνεται ως η πλέον κατάλληλη.
Παράλληλα, μπορεί να δοθεί έμφαση σε συγκεκριμένα, εξειδικευμένα τμήματα αγοράς, με δυνατότητες σημαντικής άνθησης στην Ελλάδα και διεθνώς, όπως το παιδικό ένδυμα, όπου, αν και τα ελληνικά προϊόντα είναι ήδη εφάμιλλα των παγκοσμίως αναγνωρίσιμων προϊόντων, η διεθνής προώθησή τους υστερεί. Επίσης, η κατασκευή ενδυμάτων εργασίας έχει αναπτυχθεί ελάχιστα, υπάρχουν όμως αναξιοποίητες ευκαιρίες μέσα από την υλοποίηση νέων επιχειρηματικών στρατηγικών (π.χ. leasing επαγγελματικών ρούχων).
Για να αναδειχθεί περαιτέρω ο τομέας χρειάζεται να γίνουν στρατηγικές συμπράξεις (strategic partnerships) μεταξύ των επιχειρήσεων, στην Ελλάδα και διεθνώς, αλλά και συνεργασίες με ερευνητικά κέντρα – εκπαιδευτικούς φορείς, για ανάπτυξη συστημάτων παραγωγής προϊόντων κλωστοϋφαντουργίας υψηλής προστιθέμενης αξίας. Η εξωστρέφεια των ελληνικών επιχειρήσεων μπορεί ακόμα να ενισχυθεί με τη δημιουργία διεθνώς αναγνωρίσιμων εμπορικών σημάτων (brand names) μόδας. Προς αυτές τις κατευθύνσεις, οι κλαδικοί σύνδεσμοι πρέπει να συγκροτήσουν «στρατηγείο» για τη διαμόρφωση στρατηγικής στον τομέα, λαμβάνοντας υπόψη τρέχουσες – αναμενόμενες συνθήκες στη διεθνή αγορά αλλά και παρέχοντας υπηρεσίες, όπως ενημέρωση για νέες τεχνολογίες στην παραγωγή προϊόντων ένδυσης υψηλής προστιθέμενης αξίας, διευκόλυνση των επιχειρηματικών επαφών με άλλες χώρες, παρότρυνση συμμετοχής σε διεθνείς εκθεσιακές εκδηλώσεις, με προώθηση της ελληνικής ταυτότητας των εγχώριων προϊόντων (προϊόντα «Made in Greece»).
Πρέπει όμως ταυτόχρονα να οργανωθεί και το επιχειρηματικό περιβάλλον. Οι επιχειρήσεις κατ’ ελάχιστο αναζητούν προστασία από αθέμιτο dumping, αυστηρό έλεγχο χρήσης απαγορευμένων ουσιών, ύπαρξη ειδικών σημάνσεων στα εισαγόμενα προϊόντα αλλά και εφαρμογή πλαισίου προστασίας των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και περιορισμού των απομιμήσεων. Παράλληλα, είναι απαραίτητη η θέσπιση προδιαγραφών στις κρατικές προμήθειες, αλλά και η επιτάχυνση της δημιουργίας – ολοκλήρωσης υποδομών που υποβοηθούν τα logistics για την καλύτερη διασύνδεση μεταξύ σταδίων παραγωγής που πραγματοποιούνται σε διαφορετικές παραγωγικές μονάδες.
Συνολικά, ο τομέας όμως ζητά στήριξη σε εκπαίδευση/κατάρτιση σε όλα τα επίπεδα. Ξεκινώντας από την ανώτατη εκπαίδευση, προτείνεται η δημιουργία τμημάτων επαγγελμάτων ένδυσης στα ΤΕΙ ή η επέκταση προγράμματος σπουδών στα υπάρχοντα τμήματα κλωστοϋφαντουργίας των ΤΕΙ στην ένδυση. Επίσης, τονίζεται η ανάγκη απόκτησης διεθνούς εμπειρίας και καλύτερης κατάρτισης του στελεχιακού δυναμικού σε σύγχρονες απαιτήσεις (αφομοίωση τεχνολογικών εξελίξεων – μεταβαλλόμενων τάσεων διεθνώς στη μόδα, αντίδραση στο διεθνή ανταγωνισμό). Η διαρκής επανακατάρτιση των εργαζομένων, καθώς και των στελεχών, με μέριμνα των επιχειρήσεων, αλλά και με τη βοήθεια του κράτους, αποτελεί προϋπόθεση για την αντιμετώπιση των έντονα ανταγωνιστικών συνθηκών που έχουν αναπτυχθεί διεθνώς στον τομέα.
6) Ο τομέας των κατασκευών και δομικών προϊόντων κατά την προηγούμενη περίοδο αποτελούσε κινητήριο μοχλό της ελληνικής οικονομίας, αυξάνοντας τη βαρύτητά του στην ελληνική οικονομία. Η κρίση όμως στην παγκόσμια οικονομία το 2008 ανέκοψε την αναπτυξιακή αυτή τροχιά και πλέον η εγχώρια ύφεση, με τη συνακόλουθη δραστική μείωση της οικονομικής δραστηριότητας, έχει επηρεάσει σχεδόν το σύνολο των κρίκων της αλυσίδας αξίας των κατασκευών και δομικών προϊόντων (μελετητικά γραφεία, παραγωγή δομικών προϊόντων, κατασκευαστικές εταιρείες).
Μοναδική διέξοδο φαίνεται να αποτελεί η στροφή στην υλοποίηση έργων σε ευρύτερα γειτονικές χώρες, αξιοποιώντας συσσωρευμένη εμπειρία από μεγάλα έργα στο παρελθόν, αλλά και η παραγωγή εγχώριας τεχνογνωσίας για την υποκατάσταση εισαγόμενων προϊόντων. Ο κλάδος μπορεί να υποστηρίξει ακόμα οριζόντια την ανάπτυξη έργων υποδομής άλλων κλάδων οικονομίας (τουρισμός, ναυτιλία, εξοικονόμηση ενέργειας, περιβαλλοντικά έργα κ.λπ.) αλλά και την ενεργειακή αναβάθμιση – εκσυγχρονισμό υποδομών για την επίτευξη στόχων ενεργειακής εξοικο- νόμησης που τίθενται από την Ε.Ε. Η ενεργειακή αναβάθμιση αποτελεί δηλαδή μια δραστηριότητα η οποία θα μπορούσε να ανακόψει την πτωτική δραστηριότητα του κλάδου, ενώ σημαντικές είναι και οι προοπτικές των νέων υλικών προς αυτήν την κατεύθυνση (ψυχρές βαφές κ.ά.)
Η ικανοποίηση των αναγκών αυτών απαιτεί την αλλαγή στην επιχειρηματική δομή, ξεπερνώντας τα προσκόμματα που δημιουργεί ο κατακερματισμός της παραγωγής, ενώ είναι αναγκαία η ανάπτυξη ή έστω η ενσωμάτωση των διεθνών τεχνολογικών εξελίξεων στο ελληνικό περιβάλλον. Η ενεργότερη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση του επιπέδου έρευνας και τεχνολογίας, μέσω ανάπτυξης νέων δομών, όπως τα κέντρα αριστείας και τα σχετικά clusters. Οι δομές αυτές μπορούν να συμβάλουν στη βελτίωση των καινοτομικών επιδόσεων των επιχειρήσεων, αλλά και στην καλύτερη κατάρτιση εργαζόμενων σε θέματα αγοράς, σύνδεσης με τεχνικές γνώσεις, προώθησης γνώσεων οικονομίας και διοίκησης, απόκτησης εξειδικευμένων τεχνικών γνώσεων σε νέα αντικείμενα και σε τεχνικές προδιαγραφές.
Εξάλλου, στον τομέα της εκπαίδευσης η δημιουργία μεταδευτεροβάθμιων σχολών που θα παράγουν ενδιάμεσα επαγγέλματα (π.χ. εργοδηγοί) θα μπορούσαν να διορθώσουν ελλείψεις σε μεσαία επαγγέλματα που παρατηρούνται στις επιχειρήσεις, ενώ μέτρα όπως διεύρυνση της πρακτικής άσκησης αναμένεται να συνδέσουν αποτελεσματικότερα τους αποφοίτους με την αγορά εργασίας. Από την άλλη μεριά στα τεχνικά επαγγέλματα η πιστοποίηση αναμένεται να δώσει λύσεις στην απασχόληση εργατοτεχνικού προσωπικού.
Η άρση γραφειοκρατικών εμποδίων στην έκδοση αδειών για πραγματοποίηση επενδύσεων, μαζί με τη δημιουργία επαρκούς συστήματος κανόνων και μηχανισμού εποπτείας στα υλικά, θα μπορούσαν να βελτιώσουν το επενδυτικό περιβάλλον. Παράλληλα όμως απαιτείται επιτάχυνση του χωροταξικού σχεδίου, θέσπιση προδιαγραφών σε όλα τα έργα, δημόσια και ιδιωτικά, για τα υλικά αλλά και για τις μεθόδους εφαρμογής, για τη διασφάλιση της ποιότητας και προώθηση χρήσης πιστοποιημένων προϊόντων με τη σήμανση CE στα δημόσια αλλά και στα ιδιωτικά έργα. Επιπλέον, στην ανάπτυξη του τομέα αναμένεται να συμβάλει και η εστίαση του ΠΔΕ σε μικρά έργα στην περιφέρεια.
Ο εκτελεστικός αντιπρόεδρος του ΣΕΒ κ. Χάρης Κυριαζής, ο κ. Άγγελος Τσακανίκας του ΙΟΒΕ και ο καθηγητής του ΕΜΠ κ. Γιάννης Καλογήρου κατά τη διάρκεια κοινής συνέντευξης τύπου για την παρουσίαση μελέτης για την ανασυγκρότηση επτά κλάδων της ελληνικής οικονομίας, στα γραφεία του ΣΕΒ.
7) Ο τομέας τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών συνιστά ένα καθοριστικό κλαδικό οικοσύστημα, καθώς η τεχνολογίαείναι το βασικό εργαλείο που μπορεί να υποστηρίξει συνολικά τον εκσυγχρονισμό του παραγωγικού συστήματος της χώρας. Είναι σαφές όμως ότι προκύπτει ανάγκη στρατηγικού επαναπροσανατολισμού της «βιομηχανίας» των ΤΠΕ προς τις υπηρεσίες: οι επιχειρήσεις του κλάδου πρέπει να αποκτήσουν το επίπεδο τεχνολογικής και οργανωσιακής ωριμότητας, ενδεχομένως μέσα από συγχωνεύσεις, συμμαχίες με ξένες εταιρείες και συνεργασίες με το αναδυόμενο «ελληνικό οικοσύστημα των ICT start-ups», που θα τις καταστήσει ικανές να αναλαμβάνουν με επάρκεια την υποστήριξη των κρίσιμων λειτουργιών (back-end) των επιχειρήσεων, του δημοσίου, και άλλων κλάδων της οικονομίας. Αυτό σημαίνει, βεβαίως, ότι και η άλλη πλευρά, αυτή των χρηστών των προϊόντων και των υπηρεσιών ΤΠΕ, δηλαδή το ελληνικό παραγωγικό σύστημα και η δημόσια διοίκηση, θα πρέπει να κατανοήσουν επίσης την οργάνωση των συστημάτων πληροφορικής σαν ένα στρατηγικό θέμα που απαιτεί συνεχείς επενδύσεις και διαρκή αναζήτηση της ευθυγράμμισης των επιχερησιακών αναγκών και σχεδίων ανάπτυξης με την οργάνωση της υποδομής Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών (business-IT alignment).
Στο πλαίσιο αυτό πρέπει ιδιαιτέρως να διερευνηθεί η εφαρμογή πρακτικών «outsourcing», ως μια στρατηγική επιλογή που θα καταστήσει ταχύτερη, φθηνότερη και αποδοτικότερη την αξιοποίηση των ΤΠΕ από τις ελληνικές επιχειρήσεις και τη δημόσια διοίκηση. Παράλληλα, το ίδιο το κράτος πρέπει να υιοθετήσει το ρόλο του εξειδικευμένου «αγοραστή» στην κατεύθυνση της ενίσχυσης της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και ιδιαίτερα των αυτοματοποιημένων συναλλαγών στο μοντέλο «one-stop-shop». Προτείνεται μάλιστα η διαμόρφωση πενταετούς διάρκειας επενδυτικών προγραμμάτων στις τεχνολογίες ΤΠΕ στις επιχειρήσεις και δημόσιους φορείς, αλλά και η αναζήτηση νέων τρόπων ανάθεσης και εκτέλεσης των δημοσίων έργων, που να διορθώνουν το σημερινό αναποτελεσματικό και χρονοβόρο πλαίσιο διαγωνισμών.
Σε ό,τι αφορά επιμέρους δραστηριότητες με προοπτικές, οι τεχνολογίες Cloud Computing μαζί με έξυπνα δίκτυα (smart grids) και εφαρμογές στην ενέργεια, στην υγεία,στιςμεταφορές, ορίζουν τις επιχειρηματικές προοπτικές στον τομέα. Δραστηριότητες όπου αναμένονται επιχειρηματικές πυκνώσεις τα επόμενα χρόνια συνιστούν οι εφαρμογές για την κοινωνική δικτύωση, τα κινητά τηλέφωνα, το e-commerce και telemonitoring, αλλά και η ανάπτυξη multimedia content (πολυμεσικό περιεχόμενο).
8 ) Το κλαδικό οικοσύστημα της υγείας καθορίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό από το δημόσιο τομέα και την οργάνωσή του. Παρά τις δημόσιες υπηρεσίες υγείας και το γεγονός ότι το κράτος είναι ο μεγαλύτερος αγοραστής προϊόντων και υπηρεσιών υγείας, η ιδιωτική δαπάνη υγείας στην Ελλάδα είναι μεγάλη. Ο κλάδος αντιμετωπίζει μια σειρά από προκλήσεις που συνδέονται με την αξιοποίηση σημαντικών πλεονεκτημάτων της χώρας (π.χ. κλίμα, γεωγραφική θέση), την ποιότητα των εγχώριων επιχειρήσεων (πιστοποίηση, διασφάλιση των παραγωγικών διαδικασιών, εξασφάλιση χαμηλότερου συνολικού κόστους παραγωγής και διάθεσης σε σχέση με τις άλλες χώρες ), τις διεθνείς εξελίξεις (λήξη πατεντών, ανάγκη μείωσης δαπανών υγείας) αλλά και τη διατήρηση του κοινωνικού χαρακτήρα της υγείας και μάλιστα σε περίοδο οικονομικής κρίσης.
Στο πλαίσιο αυτό ως επιχειρηματικές ευκαιρίες προκρίνονται η παραγωγή γενόσημου φαρμάκου στην Ελλάδα, η επανατοποθέ- τηση/επαναστόχευση φαρμάκων στην αγορά για νέες ενδείξεις – κατοχύρωση νέας πατέντας, αλλά και η ανάπτυξη τομέων όπως παραγωγή φυτικών καλλυντικών, εναλλακτικός ιατρικός τουρισμός και κέντρα αποκατάστασης. Η Ελλάδα μπορεί ακόμα να αναδειχθεί σε περιφερειακό κέντρο κλινικών ερευνών με την διεξαγωγή έρευνας και ανάπτυξης νέων μορίων ή διαγνωστικών τεχνολογιών και πρωτοκόλλων. Δυνατότητες υπάρχουν για την ανάπτυξη ειδικών διαγνωστικών υπηρεσιών, π.χ. αύξηση των μοριακών/γονιδιακών τεστ, καθώς και των εξετάσεων για προδιαθεσικούς παράγοντες, αλλά και για την προώθηση της παροχής διαγνωστικών/απεικονιστικών υπηρεσιών στο εξωτερικό.
Για την ευδοκίμηση όμως των παραπάνω προοπτικών απαιτείται δικτύωση των εταιρειών του κλάδου με στόχο τη διάχυση της τεχνογνωσίας αλλά και τη διασύνδεση της έρευνας με την παραγωγική διαδικασία. Συνέργιες και οικονομίες κλίμακας δύνανται να επιτευχθούν ακόμα με συγχωνεύσεις φαρμακευτικών εταιρειών αλλά και τη λειτουργία cluster επιχειρήσεων. Η αναθεώρηση του νομικού πλαισίου αναμένεται να συμβάλει στη διεύρυνση της επιχειρηματικότητας στον τομέα της υγείας. Στο πλαίσιο αυτό απαιτείται εμπλουτισμός των προγραμμάτων σπουδών των ιατρικών, φαρμακευτικών και νοσηλευτικών σχολών με μαθήματα και ειδικά σεμινάρια σχετικά με τη διοίκηση των μονάδων υγείας, τον ιατρικό τουρισμό και την επιχειρηματικότητα, αλλά και διαρκής επανεκπαίδευση του προσωπικού για τη συνεχή επικαιροποίηση των γνώσεων και των δεξιοτήτων του. Συνεργασίες του δη- μόσιου με τον ιδιωτικό τομέα δύνανται να βελτιώσουν την ανταπόκριση του συστήματος δημόσιας υγείας, να εξασφαλίσουν τη βιωσιμότητα του ιδιωτικού τομέα και να εξασφαλίσουν την παροχή υγείας ως κοινωνικό αγαθό προσβάσιμο σε όλους.
9) Τέλος, ο τομέας της συσκευασίας ισορροπεί ανάμεσα στην τάση αύξησης της κατά κεφαλή κατανάλωσης συσκευασίας λόγω μικρότερων νοικοκυριών, μείωσης κοινών γευμάτων, αυξημένων απαιτήσεων υγιεινής και ασφάλειας και συνολικά μείωσης της ζήτησης προϊόντων ευρείας κατανάλωσης εξαιτίας της οικονομικής κρίσης. Διεύρυνση της ζήτησης υλικών συσκευασίας δύναται να υπάρξει μέσω υποκατάστασης εισαγωγών από εγχώρια παραγόμενα προϊόντα και ενίσχυσης της εξωστρέφειας των ελληνικών βιομηχανιών ευρείας κατανάλωσης (έμμεσες εξαγωγές) και επιχειρήσεων υλικών συσκευασίας (άμεσες εξαγωγές) καταρχήν σε γειτονικές χώρες, στην Ε.Ε. και τελικά σε τρίτες χώρες. Για να μπορέσουν όμως οι επιχειρήσεις διαχρονικά να διατηρήσουν τον εξαγωγικό τους προσανατολισμό ελάχιστη προϋπόθεση είναι η τήρηση συμφωνημένης ποιότητας. Η επίτευξη ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος θα προέλθει από τη συνεχή βελτίωση της λειτουργίας τους (π.χ. μείωση του κόστους των υλικών συσκευασίας χωρίς να μειώνεται η προστασία του προϊόντος ή να περιορίζεται η χρηστικότητά του) και την καινοτομία (π.χ. ένδειξη του απαραβίαστου, αύξηση της διάρκειας ζωής και της προστασίας των προϊόντων κ.λπ.)
Οι ελληνικές επιχειρήσεις θα πρέπει επιπλέον να συνειδητοποιήσουν ότι δραστηριοποιούνται σε ένα ευρύτερο περιβάλλον, που δεν περιορίζεται εντός των εθνικών συνόρων, και να προσανατολιστούν στην αναζήτηση απαιτούμενων συμπληρωματικών πόρων από τις διεθνείς αγορές (συμπληρωματικές υπηρεσίες, πρώτες ύλες), π.χ. υπηρεσίες πιστοποίησης, στο βαθμό που οι πόροι αυτοί δεν παρέχονται ανταγωνιστικά στην Ελλάδα. Τα πορίσματα των εμπειρογνωμόνων των πάνελ επιβεβαιώνουν την εκτίμηση του ΣΕΒ, ότι:
• Η σημερινή κρίση έφερε μπροστά σε αδιέξοδο παραδοσιακές αντιλήψεις ως προς τα περιθώρια της χώρας να επιτυγχάνει οικονομική μεγέθυνση με το σημερινό επίπεδο τεχνολογικής ανάπτυξης.
• Διακύβευμα της επόμενης περιόδου είναι να ενισχυθεί η καινοτομία στα προϊόντα και τις διαδικασίες της ελληνικής επιχείρησης, μοναδικός δρόμος ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής παραγωγής.
• Διέξοδος στη σημερινή δυσμενή συγκυρία είναι η ανάπτυξη της εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας με βιώσιμες προϋποθέσεις (βελτίωση της προστιθεμένης αξίας των ελληνικών εξαγωγών και απεγκλωβισμός από τις παραδοσιακές αγορές τους).
• Αυτό που προέχει είναι η κινητοποίηση των πρωταγωνιστών (επιχειρήσεις- θεσμικοί φορείς- φορείς της γνώσης) σε κρίσιμους για την ανάπτυξη της οικονομίας τομείς πάνω σε συμφωνημένα σχέδια ανάκαμψης και ανάπτυξης με νέους ρόλους και νέους κανόνες διακυβέρνησης (νέα βιομηχανική πολιτική)
• To μικρό μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων μπορεί να μετατραπεί από μειονέκτημα σε ισχυρό πλεονέκτημα κάτω από προϋποθέσεις. Σήμερα οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις πλήττονται μέχρι ορίων. Ωστόσο η μικρή και μεσαία επιχείρηση στην Ελλάδα μπορεί να στηρίξει την προσπάθεια για μια ανταγωνιστική οικονομία αρκεί να ξεπεραστούν τα προβλήματα χαμηλής κεφαλαιακής επάρκειας και περιορισμένων περιθωρίων χρηματοδότησης μέσα στο πλαίσιο ενός περιβάλλοντος πιο φιλικού προς την επιχειρηματικότητα. Αυτή η παράμετρος θα αποτελέσει ίσως το ισχυρότερο διακύβευμα εξόδου από τη σημερινή κρίση.
• Η διαμόρφωση ενός ισχυρού επιχειρηματικού ιστού προϋποθέτει σύγχρονες λογικές συνεργασίας και αμοιβαιότητας στο πλαίσιο κλάδων και αλυσίδων αξίας για την κατάκτηση νέων αγορών και αξιοποίηση νέων ευκαιριών.
• Βάση για την επανεκκίνηση της οικονομίας θα αποτελέσει μια μακρόπνοη πολιτική για τη βιωσιμότητα των επενδύσεων του μέλλοντος (επένδυση στη γνώση, την καινοτομία, το ανθρώπινο δυναμικό) με συνδυασμό μίγματος μέσων.