Στην τελική ευθεία έχουν εισέλθει οι ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων που διεξάγει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), τρεις περίπου εβδομάδες πριν από την επίσημη ανακοίνωση των αποτελεσμάτων τους.
Όπως αναφέρει Το Βήμα, στο πλαίσιο αυτό συνεχίζονται οι επαφές των διοικήσεων των τεσσάρων ελληνικών ομίλων (Εθνική, Πειραιώς, Alpha Bank, Eurobank) που συμμετέχουν στη σχετική διαδικασία με τα στελέχη της ευρωπαϊκής νομισματικής αρχής, για την οριστικοποίηση των τελευταίων τεχνικών λεπτομερειών.
Σύμφωνα με πληροφορίες πριν από λίγες ημέρες οι αρμόδιες ομάδες εργασίας των εγχώριων τραπεζών βρέθηκαν στη Φρανκφούρτη.
Με βάση τις ίδιες πηγές, εκεί συζητήθηκαν τα μοντέλα που έχουν χρησιμοποιηθεί για την εκτίμηση της πορείας των μεγεθών των τραπεζικών ομίλων τα επόμενα χρόνια. Οι άνθρωποι της ΕΚΤ ζήτησαν να υπάρξουν ορισμένες αλλαγές με στόχο την ομογενοποίηση της μεθοδολογίας που ακολουθείται.
Τραπεζικοί κύκλοι τονίζουν ότι οι διαφοροποιήσεις σε σχέση με τους σχεδιασμούς των ελληνικών τραπεζών είναι μικρές και σε κάθε περίπτωση δεν θα επηρεάσουν καθοριστικά το τελικό αποτέλεσμα.
Με αφορμή αυτές τις συζητήσεις, τα στελέχη που βρέθηκαν στη Φρανκφούρτη είδαν μέρος από τα στοιχεία που έχει επεξεργαστεί η ΕΚΤ, ωστόσο δεν ήταν αρκετά για τη διεξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων.
«Το πρώτο νούμερο που θα ανακοινωθεί για τις κεφαλαιακές ανάγκες, με βάση τα αποτελέσματα των τραπεζών στις 31.12.2013, θα είναι σοκαριστικό! Δεν θα είναι όμως αυτό το έλλειμμα που θα πρέπει τελικά να καλυφθεί» επισημαίνει έμπειρο τραπεζικό στέλεχος.
Οπως εξηγεί σχετικά, από αυτό το αρχικό ποσό θα πρέπει να αφαιρεθούν όλες οι κινήσεις κεφαλαιακής επάρκειας που πραγματοποιήθηκαν μέσα στο 2014, συμπεριλαμβανομένων και των αυξήσεων κεφαλαίου ύψους 8 δισ. ευρώ περίπου, ο αναβαλλόμενος φόρος, και τουλάχιστον οι ώριμες ενέργειες που περιλαμβάνονται στα σχέδια αναδιάρθρωσης των ελληνικών ομίλων.
Ως εκ τούτου, προσθέτει ο ίδιος, «εκτιμώ ότι το τελικό νούμερο θα είναι απολύτως διαχειρίσιμο και θα καλυφθεί από τον ιδιωτικό τομέα».
Πολύ σημαντικό πάντως για την ελάφρυνση του λογαριασμού των stress tests είναι να ληφθεί υπ’ όψιν στους σχετικούς υπολογισμούς ο “αναβαλλόμενος φόρος”.
Υπενθυμίζεται ότι η ελληνική Βουλή ψήφισε πρόσφατα νόμο που επιτρέπει τη μετατροπή του σε φορολογική απαίτηση, ώστε να προσμετρείται στο σύνολό του στα εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών ως και το 2016.
Το γεγονός αυτό δημιουργεί ένα επιπλέον κεφαλαιακό μαξιλάρι της τάξεως των 2,5 δισ. ευρώ, παράμετρος ιδιαίτερα κρίσιμη για τον μετριασμό των κεφαλαιακών αναγκών που θα προκύψουν.
Ηδη πάντως στον ευρωπαϊκό Τύπο έχουν αρχίσει να καταγράφονται οι πρώτες αντιδράσεις για αυτή τη ρύθμιση.
Ενδεικτικό αυτού του κλίματος είναι δημοσίευμα της «Wall Street Journal», στο οποίο γίνεται λόγος για ανησυχία της ΕΚΤ σχετικά με τις νομικές αλλαγές που επιτρέπουν στις τράπεζες να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν φορολογικά περιουσιακά στοιχεία για να ενισχύσουν τα αποθέματα ασφαλείας τους.
Ειδικότερα, η «WSJ» αναφέρει ότι η Ευρωτράπεζα ανησυχεί ότι οι αλλαγές στην Ελλάδα, στην Ιταλία, στην Ισπανία και στην Πορτογαλία εκθέτουν τους φορολογουμένους στις χώρες αυτές σε κινδύνους στην περίπτωση που οι τράπεζες βρεθούν να αντιμετωπίζουν κινδύνους τα επόμενα χρόνια.
Εκτιμά δε ότι ενδεχομένως να μειώσουν και την πίεση στις τράπεζες να αναζητήσουν κεφάλαια από εξωτερικές πηγές, υπονομεύοντας την αποτελεσματικότητα του νέου γύρου των stress tests.
(Πηγή: in.gr, ΤΟ ΒΗΜΑ)