Μιχάλης Ροδάκης
Partner, Ernst & Young
Εάν προσπαθούσαμε να συνοψίσουμε κάτω από μία φράση ποιος θα ήταν ο στόχος για την ελληνική κυβέρνηση στον τομέα των δαπανών, αυτή θα ήταν: «Η πρόκληση είναι να βελτιώσουμε την οικονομική διαχείριση σε βαθμό που να μας βοηθά να χρησιμο- ποιούμε τα χρήματα των φορολογούμενων περισσότερο σοφά και αποτελεσματικά».
Η φράση δεν είναι δική μου, ανήκει στην υπουργό Θησαυροφυλακίου του Ηνωμένου Βασιλείου Justice Greening και αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον όταν αναφέρεται σε ενέργειες και στόχους του 2011 σε μια χώρα που σίγουρα δεν βρίσκεται στα πρώτα της βήματα.
Το ερώτημα αν θα πρέπει να το υιοθετήσουμε ως χώρα είναι ρητορικό. Το ζήτημα είναι το πώς. Ένας τρόπος να το προσεγγίσουμε είναι ο εντοπισμός της άκρης του νήματος. Σε αυτό το πλαίσιο, η έλλειψη κοινής στρατηγικής ανάλωσης των κρατικών πόρων είναι μία από τις κύριες αιτίες της χαμηλής αποτελεσματικότητας. Σήμερα στη χώρα μας οι αρμοδιότητες με- ταξύ των κυβερνητικών οντοτήτων, όπως είναι τα υπουργεία, είναι κατανεμημένες με βάση είτε την παράδοση είτε μία αυστηρή θεώρηση διαχείρισης συγκεκριμένων λειτουργιών. Το βασικό μειονέκτημα είναι ότι με αυτόν τον τρόπο αγνοείται το γεγονός ότι σήμερα καμία λειτουργία δεν μπορεί να σταθεί αυτόνομη σε ένα στενό πλαίσιο αρμοδιοτήτων, καθώς η αποτελεσματικότητά της εξαρτάται από πλήθος άλλων παραγόντων, εκτός των στενών περιθωρίων της αρμοδιότητάς της.
Η αυτονόμηση αυτού του είδους δημιουργεί το φαινόμενο των ασυντόνιστων, ασύνδετων, επικαλυπτόμενων και αντικρουόμενων πολλές φορές ενεργειών σε επίπεδο κράτους, με άμεσο αποτέλεσμα την άσκοπη ανάλωση πολύτιμων πόρων. Η μόνη λύση θα ήταν η θεσμική συγκρότηση μονάδων στρατηγικής και εκπόνησης πλάνων υλοποίησης κατά μήκος των υπουργείων. Οι μονάδες αυτές, μετά από ανάλογη εκχώρηση αρμοδιοτήτων, θα είχαν την πλήρη ευθύνη για την αποτελεσματικότητα της στρατηγικής ανάλωσης και ελέγχου αποτελεσματικότητας των κρατικών πόρων στο πλαίσιο συγκεκριμένων στρατηγικών στόχων της χώρας. Τομείς όπως η υγεία και κοινωνική ασφάλιση, η τεχνολογία και τα συστήματα πληροφορικής, τα κρατικά έσοδα και η ανάπτυξη, η απλοποίηση των διαδικασιών και οι υποδομές, με έμφαση στην ανταγωνιστικότητα, θα ήταν ίσως οι πρώτοι σε σπουδαιότητα προς αυτήν την κατεύθυνση.
Έχοντας κατοχυρώσει τα διοικητικά εργαλεία και την οργάνωση, καθώς και τη συγκέντρωση αρμοδιοτήτων κάτω απο την ίδια σκέπη, το επόμενο βήμα θα ήταν η εξασφάλιση της τροφοδότησης αυτών των τομέων με την κατάλληλη πληροφόρηση και την απαραίτητη τεχνογνωσία. Ξεκινώντας από την τεχνογνωσία στη συγκρότηση στρατηγικών πλάνων αλλά και εξειδίκευσής τους σε αναλυτικές ενέργειες, η συμμετοχή, η ευελιξία και η διεθνής γνώση του ιδιωτικού τομέα θα ήταν απαραίτητη και καταλυτική. Σύγχρονα εργαλεία συνεργασίας του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα, όπως τα ΣΔΙΤ και οι συμφωνίες πλαίσιο, με διαδικασίες πλήρως εναρμονισμένες με το κοινοτικό Δίκαιο και σε χρόνους ανάθεσης σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους, που δεν ξεπερνούν τους τέσσερις μήνες, είναι απαραίτητες προϋποθέσεις γρήγορης και αποτελεσματικής λειτουργίας.
Ως συνέπεια, τόσο η υλοποίηση, όσο και η παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας των αντίστοιχων ενεργειών μεταρρύθμισης ή εκσυγχρονισμού, υπό την πλήρη αρμοδιότητα των συγκεκριμένων τομέων και με τις ίδιες προϋποθέσεις συνεργασίας δημόσιου – ιδιωτικού τομέα θα επιταχύνονταν σημαντικά, θα αποφεύγονταν οι επικαλύψεις, οι άσκοπες ενέργειες και η υπερβολική γραφειοκρατία.
Η σωστή και έγκαιρη πληροφόρηση αποτελεί τη βάση για τη λήψη αποφάσεων προς τη σωστή κατεύθυνση και είναι το απαραίτητο συστατικό για τη μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητας. Σήμερα είναι γνωστό ότι, στην Ελλάδα, η κρατικη μηχανή υποστηρίζεται από ένα τεράστιο πλήθος πληροφοριακών συστημάτων, στην πλειονότητά τους ασύνδετων και απαρχαιωμένων, με μηδενική δυνατότητα συγκέντρωσης της πληροφορίας, της σύγκρισής της με στόχους, και κυρίως χωρίς φιλοσοφία διαχείρισης πόρων. Είναι πρακτικά αδύνατον ακόμη και σήμερα να παρακολουθήσει κανείς, με αποδεκτή ακρίβεια, την πραγματική πορεία του προϋπολογισμού των κρατικών φορέων ή να αναλύσει και κατ’ επέκταση να αναγνωρίσει τις τυχόν αποκλίσεις. Πόσο μάλλον να υιοθετήσει μοντέλα πρόβλεψης συνεπειών για την κάθε διορθωτική ενέργεια ή να αναγνωρίσει θετικά μοντέλα λειτουργίας με στόχο την εξάπλωσή τους και στους υπόλοιπους ομοειδείς φορείς.
Η δοκιμασμένη λύση υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια στην ιδιωτική αγορά αλλά και σε σύγχρονους κρατικούς μηχανισμούς και λέγεται ERP Systems. Η ανάλυση των αρχικών ERP (Enterprise Resource Planning) Systems υποδηλώνει με τον καλύτερο τρόπο τη λειτουργία τους. Έχοντας μια μακρά πορεία στην αγορά, τα συστήματα αυτά έχουν αποκτήσει τόσο την ωριμότητα όσο και την τομεακή εξειδίκευση να υποστηρίξουν τέσσερα βασικά ζητούμενα: Πρώτον, την απαιτούμενη πειθαρχία στις διαδικασίες, δεύτερον, την πολυπόθητη αυτοματοποίηση των γραφειοκρατικών διαδικασιών, τρίτον, την ενοποίηση των διαφορετικών λειτουργιών και, τέταρτον, μια απεριόριστη δυνατότητα ανάλυσης κοινής βάσης δεδομένων. Ας φανταστούμε, λοιπόν, μια κυβέρνηση όπου σε επίπεδο υπουργείων αλλά και φορέων λειτουργεί με ένα κοινό σύστημα λογιστικής διαχείρισης, κοστολόγησης υπηρεσιών και λειτουργίας, αρχείου πάγιων περιουσιακών στοιχείων, προμηθειών και, τέλος, με κοινά συστήματα εσόδων και υποχρεώσεων. Μια κυβέρνηση που θα είχε στη διάθεσή της ένα πανίσχυρο εργαλείο ανάλυσης όλων αυτών των δεδομένων, σύγκρισης μεταξύ τους, συγκέντρωσης και ενοποίησης αποτελεσμάτων, καθώς και ελέγχου πορείας όλων των φορέων.
Στην παραπάνω εικόνα μπορούν να προστεθούν δύο ακόμη στοιχεία: Αυτό της αυτοματοποιημένης διεκπεραίωσης χρονοβόρων διαδικασιών αλλά και της παρακολούθησης, για παράδειγμα, σε πραγματικό χρόνο της διαθεσιμότητας όλων των χειρουργείων, των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας ή κλινών ανά την επικράτεια από ένα και μόνο «πύργο ελέγχου», με αποτέλεσμα, βάσει διεθνών πρακτικών, την αύξηση της διαθεσιμότητας κατά 20%, χωρίς ένα ευρώ επιπλέον επένδυση. Η παραπάνω εικόνα αποτελεί εδώ και πολλά χρόνια καθημερινή λειτουργία πολλών οργανισμών σε όλο τον πλανήτη.
Χρειάζεται βούληση και μόνο, καθώς τα χρήματα υπάρχουν από την Ε.Ε. και λιμνάζουν αδιάθετα, με κίνδυνο να χαθούν. Απαιτούνται επίσης οι κατάλληλες διοικητικές δομές όπως οι παραπάνω, προκειμένου να εξασφαλιστεί η κεντρική διαχείριση, η ευελιξία και η ταχύτητα της υλοποίησης. Χρειάζεται επίσης η σύμπραξη του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα, τόσο για την υλοποίηση όσο και για τη λειτουργία και τη συντήρησή τους. Με λίγα λόγια χρειάζεται «thinking out of the box», και εάν το «box» είναι η μέχρι σήμερα κρατική λογική, ας αναλογιστουμε ότι κράτος είμαστε όλοι μας. Και όπως μου είπε ένας γερμανός συνάδελφος, το πρόβλημά σας είναι ότι όταν αναφέρεσθε στο κράτος χρησιμοποιείτε τρίτο πρόσωπο. Μη γνωρίζοντας την ελληνική πραγματικότητα, δεν ήξερε ότι το ίδιο ισχύει και αντίστροφα.